Πέμπτη 4 Αυγούστου 2016

Η επικίνδυνη θολούρα των Συριζαίων: Μεταξύ προυντονικού και μπακουνικού αναρχισμού και λενινιστικού, σταλινικού και γκραμσικού κομμουνισμού

Μετά και το χτεσινό επεισόδιο με την αμφισβήτηση των κανόνων Δικαίου από τον υφυπουργό Υγείας κ Πολάκη, την εξύμνηση παρανομιών από τη βουλευτή κ Αυλωνίτου, την εμμονή του βουλευτή Γ Κυρίτση στην άποψη ότι οι καταλήψεις βρίσκονται «στο γκρίζο σημείο μεταξύ νόμου και πολιτικής αντίληψης» (!) και τη σιωπηρή επιδοκιμασία του πρωθυπουργού σ αυτή τη νοοτροπία, γίνεται ολοφάνερο και στον τελευταίο πολίτη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ που «θα μας τάραζε στη νομιμότητα» δεν έχει καμιά σχέση με τη Δημοκρατία και το κράτος Δικαίου. Δεν έχει σχέση με τη νομιμότητα.

Για να το πούμε πιο καθαρά, μια κοινωνία μπορεί να λειτουργεί με δικαιοσύνη και ισονομία μόνο αν τηρούνται από τις κυβερνήσεις τα παρακάτω απλά:

1. οι νόμοι υπάρχουν για να εφαρμόζονται.

2. αν η κυβέρνηση αμφισβητεί τη χρησιμότητα ενός νόμου ψηφίζει άλλον.

3. αν ο νέος νόμος δεν κινείται στα πλαίσια του συντάγματος ή παραβαίνει άλλο νόμο, η δικαιοσύνη παρεμβαίνει και αποφασίζει για την τύχη του.

4. αν έχει παραβιαστεί νόμος η δικαιοσύνη εντέλλεται στη διωκτική αρχή την εφαρμογή του νόμου.

Αυτή η μπακάλικη Συνθήκη είναι ο τρόπος λειτουργίας κάθε κοινοβουλευτικής και μη κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας για:

1. Να μην κάνει η κυβέρνηση ανεξέλεγκτη ο,τι της κατέβει

2. Να λογοδοτεί

3. Να υπάρχει κράτος Δικαίου.

Από τις αντιλήψεις των μελών του ΣΥΡΙΖΑ είναι φανερό ότι οι άνθρωποι είναι ανίδεοι από τα παραπάνω στοιχειώδη, ανίδεοι από Δημοκρατία, όπως αποκαλύπτει και η χτεσινή παρέμβαση του κ Πολάκη, που προκάλεσε την έκρηξη όλων των δικαστικών ενώσεων.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Πολύ απλό: Ο ΣΥΡΙΖΑ ζει τη μεγάλη αντίφαση. Αποφάσισε να διεκδικήσει τη διακυβέρνηση μιας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, που όχι μόνο δεν πιστεύει σ αυτήν, αλλά τη θεωρεί και  εχθρό δικό του και του λαού.

Μετά απ αυτό, καλείται να κυβερνήσει με τους κανόνες της αστικής δημοκρατίας, που είναι αντίθετοι με τα πιστεύω του. 

Νομίζω ότι αυτό αρκεί για να ερμηνεύσει κανείς και την αλλοπρόσαλλη πολιτική της κυβέρνησης, αλλά και τις διάφορες αντιδράσεις βουλευτών και στελεχών του κόμματος σε ένα σωρό θέματα.

Η νοοτροπία τους, όπως ξεδιπλώνεται πεντακάθαρα από τις δηλώσεις των κυβερνητικών στελεχών είναι μία:

- Αφού η κυβέρνηση εκλέχτηκε από το λαό, είναι εντολοδόχος του και επομένως έχει το δικαίωμα να εφαρμόσει την πολιτική της, όπως νομίζει.

Για να το πω με άλλα λόγια «με εκλέξανε και κάνω ο,τι γουστάρω».

Η συγκεκριμένη νοοτροπία του ΣΥΡΙΖΑ, που είναι αντιδημοκρατική στα όρια της απολυταρχίας, παραβλέπει τα εξής βασικά:

1. Η κυβέρνηση δεν εκλέχτηκε «από το λαό», αλλά από ένα κομμάτι του λαού, που επί πλέον είναι και μειοψηφικό. Γίνεται πλειοψηφικό σε έδρες στη Βουλή χάρη σε καλπονοθευτικούς εκλογικούς νόμους και στη σύμπραξη με άλλο (κατά σύμπτωση ακροδεξιό) κόμμα.

2. Η κυβέρνηση δεν εκλέγεται για να ικανοποιήσει το κομμάτι του λαού που την εκλέγει, αλλά όλο το λαό. Άρα είναι εντολοδόχος όλου του λαού.

3. Η κυβέρνηση έχει δικαίωμα να εφαρμόσει την πολιτική της όχι όπως νομίζει, αλλά στα πλαίσια του Συντάγματος και των νόμων.

4. Αν δεν της κάνουν οι νόμοι μπορεί να τους αλλάξει μέσω της Βουλής, υπό την προϋπόθεση ότι οι νέοι νόμοι συνάδουν με το νομικό πλαίσιο της χώρας.

5. Οι πράξεις και οι νόμοι της κυβέρνησης υπόκεινται σε έλεγχο από τη Δικαιοσύνη.

Φυσικά, υπάρχει πάντα και η γενναία λύση: Αν μια κυβέρνηση αμφισβητεί το καθεστώς της χώρας που κλήθηκε να υπηρετήσει μπορεί να το αλλάξει με επανάσταση. Μπορεί να καλέσει το λαό στα όπλα, να ανατρέψει το υπάρχον σύστημα και να εγκαταστήσει το δικό της.

Σ αυτή την περίπτωση θα έχει παραβιάσει το συγκεκριμένο άρθρο του Συντάγματος, που απαγορεύει την ένοπλη εξέγερση κατά της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, αλλά θα μπορεί να επικαλεστεί το άρθρο 120, που αφήνει στους πολίτες το δικαίωμα και την υποχρέωση υπεράσπισης του Συντάγματος με κάθε μέσο.

Αρκεί στα δικαστήρια που θα στηθούν  αργότερα για ένοπλη εξέγερση κατά της Δημοκρατίας να μπορέσει να αποδείξει:

1. Ότι ο λαός εξεγέρθηκε μαζικά και πλειοψηφικά.

2. Ότι λαός και κυβέρνηση υπερασπίζονταν το Σύνταγμα που παραβιαζόταν.

3. Ότι δεν ήταν μια ένοπλη απόπειρα εγκατάστασης μιας μειοψηφικής «ο,τιγουσταρωκανω» διακυβέρνησης.

Αυτά τα αλφαβητάρια της λειτουργίας της Δημοκρατίας τα αγνοούν εντελώς τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, που παρίσταναν τους δημοκράτες όσο ήταν στην αντιπολίτευση, κοροϊδεύοντας όχι μόνο το λαό, αλλά και πολλά από τα καλοπροαίρετα μέλη του.

Στην πραγματικότητα δεν ήταν ποτέ δημοκράτες. Δεν έχουν ιδέα από Δημοκρατία. Δεν τους αφορά. Οι θέσεις κορυφαίων υπουργών το φανερώνουν:

1. Ο κ Σκουρλέτης, πρίν από λίγο καιρό έδωσε συγχαρητήρια στο γιό του που καταδικάστηκε από δικαστήριο. Ο λόγος δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι ο υπουργός δεν έχει συναίσθηση, ότι μ αυτό τον τρόπο, απορρίπτει το νόμο και τη δικαιοσύνη που έχει ορκιστεί στο λόγο της τιμής του να υπηρετεί. Απλώς δεν έχει τιμή. Γιατί αν είχε θα αρνιόταν τον υπουργικό θώκο υπηρέτησης αυτής της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και θα είχε το θάρρος να είναι με το παιδί του στο πεζοδρόμιο, μαχόμενος εναντίον της, για το πολίτευμα που πιστεύει. Ο γιός του είναι πολύ πιο αξιόλογος και συνεπής. Κρίμα που δεν του έμοιασε.

2. Ο κ Κυρίτσης δήλωσε χτές ότι οι καταλήψεις «βρίσκονται στο γκρίζο σημείο μεταξύ νόμου και πολιτικής αντίληψης»! Ο άνθρωπος δεν ξέρει καν ότι ο νόμος είναι η αποτύπωση της πολιτικής αντίληψης! Δεν υπάρχει κενό μεταξύ τους!

Η πολιτική αντίληψη του κάθε κ Κυρίτση έχει μόνο ένα δρόμο στη Δημοκρατία, είτε είναι λαϊκή είτε κοινοβουλευτική: Να φέρει άλλο νόμο, να ψηφιστεί από τη Βουλή και να τον εφαρμόσει. Δεν δικαιούται σαν υπουργός να παραβιάζει τον υπάρχοντα, ούτε να εκθειάζει την παραβίασή του.

Επειδή, ο άνθρωπος δεν έχει καν το μυαλό να σκεφτεί ότι η αμφισβήτηση του νόμου δίνει στο λαό το μήνυμα ότι όλοι οι νόμοι είναι υπό αμφισβήτηση. Κι αυτό είναι το πιο επικίνδυνο για τη Δημοκρατία. Η Δικαιοσύνη την κρατάει στα πόδια της.

Τον ΣΥΡΙΖΑ τον έφερε ο λαός για να ξεριζώσει τη νοοτροπία των προηγούμενων κυβερνήσεων, που κουρέλιασαν τους νόμους και τους απαξίωσαν στη συνείδηση των πολιτών. Δεν τον έφερε για να κάνει τα ίδια και χειρότερα.

3. Ο κ Τόσκας πρίν από μέρες ούτε που κούνησε το δαχτυλάκι του για την καταστροφή του ΚΕΠ στη Θεσσαλονίκη. Έχει ευθύνη έναντι του νόμου γι αυτή του την παράλειψη. Και σε μια ευνομούμενη λαϊκή ή κοινοβουλευτική δημοκρατία θα πεταγόταν με τις κλωτσιές από τη θέση του για έναν πολύ σοβαρό λόγο: Γιατί ζημίωσε με τη στάση του το δημόσιο ταμείο. Την τσέπη των πολιτών. Αλλά, ο κ Τόσκας δεν έχει το θάρρος ούτε να κάνει τη δουλειά του σύμφωνα με τους νόμους αυτού του κράτους ούτε και να παραιτηθεί και να κατέβει στο πεζοδρόμια για να υπερασπιστεί το κράτος που θέλει.

4. Οι κυρίες Αναγνωστοπούλου και Αυλωνίτου χαϊδεύουν με δηλώσεις τους τους καταληψίες των κτηρίων, αλλά δεν κάνουν τίποτε για να εφαρμόσουν το νόμο περί επίταξης, όπως έχουν δικαίωμα (έγραψα χτες), αναλαμβάνοντας ως κράτος την ευθύνη που τους αναλογεί. Αφήνουν τη δουλειά σε πολίτες, που μ αυτό τον τρόπο τους οδηγούν στην αυτοδικία, αντί να τους απορροφούν σε δομές φροντίδας των άστεγων.

5. Ο κ Πολάκης, τέλος χτες (δε φτάνει ο χώρος για ν αναφέρω και άλλους) κάνει μαθήματα δικαίου στη δικαιοσύνη για το πώς πρέπει να αντιμετωπίσει τις παράνομες απόπειρές του να εφαρμόσει με το έτσι θέλω, κατά παράβαση των νόμων αυτά που θέλει σαν υπουργός! Στα οποία τον πιστεύω ότι έχει δίκιο! Αλλά, το δίκιο θέλει να το επιβάλει. Έξω από τη νόμιμη οδό. Με τσαμπουκά.

Αφορμή, η σύλληψη του διευθυντή και υποδιευθυντή του νοσοκομείου Τρικάλων από την αστυνομία γιατί προσλάβανε με ατομικές συμβάσεις καθαρίστριες, ενώ απαγορεύεται από το νόμο!

Και λέει στην καφενειακής δικαιοσύνης συλλογιστική του ο επαναστάτης ποπολάκης:

«ΤΩΡΑ ΑΡΧΙΖΕΙ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΜΑΧΗ του ποιος κυβερνά αυτό τον τόπο»( τα κεφαλαία δικά του)! Και πιο κάτω: « Δεν είναι δυνατόν κεντρικές πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης, που εξυγιαίνουν το χώρο της υγείας να βρίσκονται υπό την αίρεση ή την ακύρωση από κάποιον δικαστή, που μπορεί να εκδίδει προσωρινές διαταγές ΜΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ (τα κεφαλαία δικά του!)..." Και πιο κάτω διαμαρτύρεται για τη σύλληψη των παραβατών «επειδή εφάρμοσαν ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΕΝΗ κυβερνητική πολιτική» (τα κεφαλαία δικά του).

Από το κείμενό του βγαίνει αβίαστα ένα συμπέρασμα: «Κυβέρνηση είμαι, ο,τι γουστάρω κάνω. Αν η νομοθετημένη μου ενέργεια ήταν εκτός νόμου δε μ απασχολεί». Αν πρέπει να σεβαστεί τους νόμους, να περιμένει και να δεί το αποτέλεσμα, αυτό δεν υπάρχει στη νοοτροπία του, στη συλλογιστική του. Και πώς να υπάρχει στη δημοκρατικότητα ενός ανθρώπου, που δε ντράπηκε να διαλαλήσει ότι σαν δήμαρχος κρατούσε διπλά βιβλία! Μαγκιά.

Ο κ Πολάκης και οι σύντροφοί του δεν έχουν πάρει χαμπάρι ότι η ανθρωπότητα έχει χύσει τόνους αίματος επί αιώνες για να πλησιάσει στη δημιουργία ενός συστήματος κοινωνίας όπου η κάθε κυβέρνηση δεν θα μπορεί να κάνει ο,τι γουστάρει. Οτι δεν θα έχει το μονοπώλιο της βίας. Οτι δεν θα είναι μοναδική εξουσία. Οτι θα ελέγχεται από άλλες εξουσίες. Κυρίως, οτι θα ΛΟΓΟΔΟΤΕΙ. Με λίγα λόγια, οτι δεν θα είναι δικτατορία.

Το κωμικοτραγικό: Οι άνθρωποι του ΣΥΡΙΖΑ έχουν τέτοια ιδεολογική σύγχυση και θολούρα, που κινούνται άνετα μεταξύ προυντονικού και μπακουνικού αναρχισμού και λενινιστικού, σταλινικού και γκραμσικού κομμουνισμού, που όλα αυτά μαζί έχουν τόση σχέση μεταξύ τους όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ με τη Δημοκρατία.

Καλό είναι να το καταλάβει ο λαός προτού είναι αργά.

Γ. Παπαδόπουλος-Τετράδης
liberal.gr 

Δευτέρα 1 Αυγούστου 2016

Το υποβόσκον ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων

 Ι. Λάμπρου, Πολιτικός Επιστήμων-Διεθνολόγος
Πηγή: Ινστιτούτο Συντηρητικής Πολιτικής

"Η Αθήνα δεν πρέπει να αποδεχθεί, ποτέ, τη λέξη Μακεδονία για τον προσδιορισμό της γειτονικής χώρας. Η λεγόμενη σύνθετη ονομασία αποτελεί προκάλυμμα για την επιβολή της λέξης Μακεδονία."

Η προ μηνών αναφορά, του Αναπληρωτή Υπουργού αρμόδιου για θέματα Μεταναστευτικής Πολιτικής κ. Μουζάλα, των Σκοπίων με το όνομα Μακεδονία προκάλεσε αντιδράσεις και ποικίλα  σχόλια.[1] Χρησιμοποιώντας αυτή τη δήλωση ως αφορμή καταθέτουμε μερικές σκέψεις αναφορικά με το ζήτημα της ονομασίας της γειτονικής χώρας και τα διαχρονικά χαρακτηριστικά χειρισμού θεμάτων εξωτερικής πολιτικής από την ελλαδική πολιτεία.
 
Τοποθετήσεις σαν και αυτή του κ. Μουζάλα αλλά και κάθε κρατικού αξιωματούχου βλάπτει τη χώρα. Το πολιτικό προσωπικό αλλά, το σημαντικότερο, η κοινωνία, αποκαμωμένη από την οικονομική κρίση, εθίζεται στην ρητορική των γειτόνων βαυκαλιζόμενη ότι επιλέγουμε το δρόμο του συμβιβασμού και της σύνεσης και ότι αυτό θα εκτιμηθεί από τα Σκόπια και τους συμμάχους… Όταν δημόσιοι λειτουργοί  χρησιμοποιούν ή, χειρότερα σε άλλες πειρπτώσεις, υποστηρίζουν, ότι  τα  Σκόπια θα έπρεπε να ονομάζονται Μακεδονία οι βόρειοι γείτονες δεν έχουν κίνητρο να εγκαταλείψουν τις ανιστόρητες θέσεις τους και ταυτόχρονα κερδίζουν αυτό που, πρωτίστως, επιθυμούν· την νομιμοποίηση των θέσεων αυτών από την Αθήνα.

Μάλιστα, θα μπορούσε, κάλλιστα, να υποστηριχθεί,  λόγω της επιμονής των Σκοπιανών να μην χρησιμοποιούν καν το  προσωρινό όνομα της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995 ( Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας) αλλά να εμμένουν στο συνταγματικό τους όνομα (Δημοκρατία της Μακεδονίας) οι Έλληνες αξιωματούχοι, οι διπλωματικές αντιπροσωπείες στο εξωτερικό αλλά και τα ελληνικά ΜΜΕ, κάλλιστα, μπορούν να κάνουν λόγο για Σκόπια, ή Δημοκρατία των Σκοπίων.

Συχνά υποστηρίζεται από ορισμένους πολιτικούς και αναλυτές ότι η Αθήνα σπαταλά πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο στο ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων. Σειρά επιχειρημάτων χρησιμοποιoύνται για να υποβαθμίσουν την ανάγκη αντίδρασης στη χρήση της λέξης Μακεδονία εκ μέρους των Σκοπιανών.

Το μεγαλύτερο μέρος των χωρών του ΟΗΕ, υποστηρίζεται, αναγνωρίζει τα Σκόπια με το συνταγματικό τους όνομα. Η αξία αυτού του γεγονότος, όμως, συνδέεται άμεσα με τις αντοχές των Αθηνών. Σημασία έχει τι κάνει η Ελλάς. Οι καταχραστές των Σκοπίων είναι ανασφαλείς. Επιζητούν  νομιμοποίηση της κλοπής, μια νομιμοποίηση που θα έρθει μόνο με την υπογραφή της ελληνικής κυβερνήσεως.

Η αναγνώριση από τρίτους δεν έχει αξία αυτή καθ’ εαυτή παρά μόνο στο βαθμό που ασκεί πίεση στην Αθήνα να συναινέσει στις ανιστόρητες αξιώσεις των Σκοπιανών. Όπως ακριβώς και στο Κυπριακό με την Άγκυρα αυτή τη φορά να επιζητεί τη δική μας υπογραφή για να νομιμοποιήσει την εισβολή και την κατοχή 42 ετών… Η Αθήνα κρατά τη μοίρα στα χέρια της. Οι κραυγές περί δήθεν απομονωτισμού, μαζί με τη διάθεση της μεταπρατικής ελίτ της χώρας να κλείνουν(;) ένα–ένα τα εθνικά θέματα για να αφιερωθούμε απερίσπαστοι στο όνειρο της ευρωπαϊκής ευμάρειας (ποια ευμάρεια;), το μόνο που κάνουν είναι να υπονομεύουν τη θέληση για μακροχρόνιο αγώνα. Εξάλλου, δεν υπάρχει υποχρέωση μια χώρα να δεσμεύεται από τις εσωτερικές συνταγματικές διατάξεις μια άλλης χώρας. Αν αυτό συνέβαινε θα επέτρεπε στους πολίτες ή στο Κοινοβούλιο μιας χώρας να λαμβάνουν αποφάσεις για ζητήματα, τα οποία αφορούν τρίτα κράτη και να έχουν αξίωση από τα τελευταία να αποδεχθούν τις αποφάσεις αυτές. Η άποψη ότι πρέπει να σεβαστούμε το συνταγματικό τους όνομα υποκρύπτει την αξίωση ότι η βούληση των Σκοπιανών είναι πιο σημαντική, πιο ιερή, πιο ανώτερη από αυτή των Ελλήνων….

Τα Σκόπια είναι μικρό κράτος και δεν μπορούν να βλάψουν την Ελλάδα, έτερο επιχείρημα. Από μόνα τους σίγουρα όχι. Το 1940 η Ιταλία δεν εισέβαλλε στην Ελλάδα πραγματοποιώντας απόβαση στα Ιόνια Νησιά αλλά χρησιμοποίησε το προτεκτοράτο της Αλβανίας. Η Αλβανία από μόνη της δεν μπορούσε να βλάψει την Ελλάδα. Ενεργούμενο, όμως, της Ρώμης έβλαψε την Ελλάδα όπως και το κράτος των Σκοπίων ενεργούμενο της Άγκυρας ή, ίσως, της Σόφιας μπορεί να επιφέρει ζημιά. Μια τουρκική στρατιωτική βάση, χιλιάδων Τούρκων στρατιωτών, στα Σκόπια θα αποτελεί εστία ανησυχίας για τις Ελληνικές ΄Ενοπλες Δυνάμεις. Εναλλακτικά, αν, μακροπρόθεσμα, τα ερείσματα της Σόφιας ενισχυθούν στα Σκόπια, η Βουλγαρία θα αναλάβει την προώθηση του Μακεδονισμού εντασσόμενου στην διαχρονική βουλγαρική οπτική…

Διάλογος: Τρόπος επίλυσης ή αυτοσκοπός;

Η απουσία στρατηγικού σχεδιασμού, η φοβία στην άρθρωση των συμφερόντων της χώρας  αλλά κυρίως η άρνηση να καταβληθεί το κόστος υποστήριξης των συμφερόντων αυτών αναγκάζει την Αθήνα να προστρέχει στο καταφύγιο του διαλόγου όχι ως μέσο επίλυσης διαφορών  αλλά ως αυτοσκοπό ελπίζοντας πως η διαδικασία του διαλόγου, αυτή καθ’ αυτή, από μόνη της, αρκεί  ώστε να γεφυρωθεί το χάσμα. Ο διάλογος προσεγγίζεται ως μια διαδικασία, εντελώς, ξεχωριστή και εναλλακτική από την ένταση και αντιπαλότητα  επιχειρημάτων. Αρκεί να υπάρχει καλή θέληση, φιλική διάθεση, αλληλοκατανόηση, αλληλοσεβασμός και τα συναφή.

Ο διάλογος, όμως, είναι χρήσιμος  όταν υπάρχει περιθώριο ανάπτυξης συνεργατικών σχέσεων πάνω στη βασική θεματική της  διαπραγμάτευσης. Όταν, αντίθετα, οι αξιώσεις των δύο μερών είναι αντιθετικές τέτοια περιθώρια δεν υπάρχουν. Όπως είχε επισημάνει ο ευπατρίδης Δημήτρης Δούντας η απόσταση μεταξύ, διαμετρικά, αντίθετων αξιώσεων « δεν είναι θέμα φόρμουλας αλλά αλλαγής στόχων».

Η πλευρά των Σκοπίων, από την πρώτη στιγμή έναρξης του διαλόγου υπήρξε ειλικρινής και ξεκάθαρη. Αδιαπραγμάτευτη βάση των γειτόνων αποτελεί η έννοια του «μακεδονικού έθνους», της «μακεδονικής γλώσσας», του «μακεδονικού πολιτισμού». Φυσικό επακόλουθο είναι η εμμονή τους στο συνταγματικό όνομα, «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Χαρακτηριστικό επί τούτου αποτελεί η μαρτυρία του πρέσβη ε.τ. Χρήστου Ζαχαράκη πως επί κυβερνήσεως Κ. Σημίτη η Ελλάς είχε αποδεχθεί την ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας – Σκόπια».[2] Η πλευρά των Σκοπίων, όμως, απέρριψε την πρόταση. Ποιο συμπέρασμα όφειλε να εξαγάγει η Αθήνα όταν τα Σκόπια απέρριψαν μια πρόταση, η οποία τους έδινε το 90% αυτών που ζητούσαν; Τι καταμαρτυρά  αυτό το γεγονός για τις αξιώσεις και τις στοχεύσεις της άλλης πλευράς και για τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει τη διαδικασία του διαλόγου;

Η επιλογή του διαλόγου και γενικότερα ειρηνικών μέσων για την επίλυση διακρατικών διαφορών είναι θεμιτή και κατανοητή. Επιβάλλεται, άλλωστε, από τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών ( άρθρο 2 παρ.3) όντας συμπληρωματική της καταδίκης της χρήσης βίας ή απειλής χρήσης βίας ( άρθρο 2 παρ. 4). H Ελλάς, ως χώρα ομοεθνείς της οποίας υπήρξαν θύματα της γενοκτονικής πολιτικής των Τούρκων, θύματα συστηματικών διακρίσεων -μέχρι αυτή τη στιγμή- στη γειτονική Αλβανία, και θύματα εισβολής και κατοχής στην Κύπρο το 1974 πρέπει να συμμορφώνεται με τις υποδείξεις του ΟΗΕ και να πράττει ανάλογα. Δεν γίνεται συνειδητή χρήση του διαλόγου ως ενός μέσου έχοντας επίγνωση των αδυναμιών και των ορίων του, αλλά επιλέγεται ενστικτωδώς, με μηχανικό τρόπο νιώθοντας μια υπαρξιακή ανάγκη να λάβουμε συμμαχικά εύσημα για την επίδειξη θέλησης και την προσκόλληση μας στο διεθνές δίκαιο. Επίσης, δεν γίνεται κατανοητό ότι ο διάλογος, κάλλιστα, μπορεί να συνυπάρχει και να λαμβάνει ταυτόχρονα με εχθρικές ενέργειες υπονομευτικές του διαλόγου.

Απαιτούνται εναλλακτικές πολιτικές σε περίπτωση κατά την οποία η απαρασάλευτη πίστη μας στο διάλογο δεν δικαιωθεί. Απουσία εναλλακτικών μορφών δράσης φέρνει την διαχρονικά, ευεπίφορη σε υποχωρήσεις ελλαδική ηγεσία στο να επιλέξει μεταξύ μια προσφερόμενης κακής λύσης και του «φάσματος της απομόνωσης» από τυχόν άρνηση. Η κατάληξη γνωστή· « Και τι να κάναμε; Δεν είχαμε άλλη επιλογή». Παγιδευμένη στην φονταμενταλιστική πίστη στις θαυματουργές ιδιότητες του διαλόγου φυσικό είναι να μην φροντίζει η Αθήνα να υπάρχουν άλλες επιλογές…
Έχουνε περάσει πάνω από δύο δεκαετίες διαλόγου με τα Σκόπια. Ποιο το αποτέλεσμα; Επίσης, υπάρχουν απτές, μη επιδεχόμενες άλλων ερμηνειών, αποδείξεις για αλλαγή της συμπεριφοράς των γειτόνων; Ποια γεγονότα έλαβαν χώρα ώστε να συντηρείται ελπίδα έστω και ενός μέτριου συμβιβασμού;

Προοπτική επίλυσης;

Η δυσάρεστη αλήθεια είναι πως το όνομα της Μακεδονίας έχει, εν μέρει, απεμποληθεί με την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995. Πολίτες τρίτων χωρών στο εξωτερικό για λόγους ελλιπούς  ιστορικής γνώσεως ή ευκολίας  χρησιμοποιούν μόνο τη λέξη Μακεδονία. Ταυτόχρονα, αναφορικά με τον προσδιορισμό καταγωγής και γλώσσας  δεν μπορούν να χρησιμοποιούν κάτι διαφορετικό από «macedonian». Ποια η εναλλακτική; Formeryugoslavomacedonian; Και αυτό το γνώριζαν τόσο οι Έλληνες όσο και οι Σκοπιανοί και ο διεθνής παράγοντας τη στιγμή της υπογραφής της Ενδιάμεσης Συμφωνίας. Τυπική ελλαδική προσέγγιση εθνικών ζητημάτων. Δεν υποχωρούμε ατάκτως αλλά τόσο ώστε να υπονομευθεί  – αν χρειαστεί –  αλλαγή πολιτικής στο μέλλον ή ώστε να φαίνεται περεταίρω υποχώρηση φυσιολογική ή ως το επιπλέον αναγκαίο βήμα για την «επίλυση» του ζητήματος. Πιο συγκεκριμένα, η χρήση της φράσης Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας για πάνω από είκοσι χρόνια, με παράλληλη επικράτηση διεθνώς μόνο της λέξης Macedonia, καθιστά πιο εύκολη μια περαιτέρω υποχώρηση.

Φυσικά, λόγω της συμπεριφοράς των Σκοπιανών τις τελευταίες δύο δεκαετίες – μεταξύ άλλων, απεικόνιση σε σχολικά εγχειρίδια ελληνικών εδαφών στην επικράτεια του σκοπιανού κράτους, χρήση του Ήλιου της Βεργίνας, ονομασία του διεθνούς αεροδρομίου των Σκοπίων σε “Μέγας Αλέξανδρος”, έγερση αγάλματος του Φιλίππου Β΄ στην πόλη των Σκοπίων – η Ελλάς διατηρεί το δικαίωμα της αποχώρησης από την Ενδιάμεση Συμφωνία ώστε να μην δεσμεύεται και από αυτό ακόμα το προσωρινό όνομα. Τούτο, ρητώς, διαλαμβάνεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2 όπου ορίζεται πως κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να αποσυρθεί δώδεκα μήνες μετά από γραπτή ειδοποίηση στο άλλο μέρος. Αν υποτεθεί ότι θα υπήρχε μια ελληνική κυβέρνηση η οποία θα ήθελε να αλλάξει το υφιστάμενο πλαίσιο λύσης…

Χαρακτηριστική της σκοπιανής αναξιοπιστίας και αφερεγγυότητας όσον αφορά την τήρηση  διακρατικών συμφωνιών και της φανατικής εμμονής να επιβάλλουν το συνταγματικό όνομα, αποτέλεσε η αναφορά στο κλείσιμο της ομιλίας του τότε προέδρου των Σκοπίων Μπράνκο Τσερβένκοφσκι το 2007, στο πλαίσιο της 62ης Συνόδου της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ότι « … το όνομα της χώρας μου είναι Δημοκρατία της Μακεδονίας και θα είναι Δημοκρατία της Μακεδονίας » [ «…the name of my country is Republic of Macedonia and will be Republic of Macedonia] καθώς επίσης και η αναφορά του σκοπιανού προέδρου της 62ης Συνόδου  Srgjan Kerim σε «Δημοκρατία της Μακεδονίας» από το βήμα του προεδρείου[3]. Υπενθυμίζεται ότι το Ψήφισμα 817 της 7ης Απριλίου 1993  της Γενικής  Συνέλευσης του ΟΗΕ διελάμβανε πως τα Σκόπια, θα καλούνται, για τις ανάγκες του ΟΗΕ ως ΠΓΔΜ.[4] Το εν λόγω ψήφισμα μνημονεύεται στο άρθρο 11.2 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας όπου ορίζεται πως η Ελλάς έχει το δικαίωμα να αντισταθεί στην είσοδο των Σκοπίων σε διεθνή οργανισμό, στον οποίο είναι η ίδια μέλος, αν τα Σκόπια καλούνται διαφορετικά από ότι προνοεί το ψήφισμα 817, Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Με λίγα λόγια, εντός της  Γενικής  Συνέλευσης του ΟΗΕ τόσο ο  πρόεδρος των Σκοπίων όσο και αυτός ο σκοπιανής καταγωγής, πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης έριξαν στον κάλαθο των αχρήστων το ψήφισμα της ίδιας της Γενικής Συνέλευσης με το όποιο έγιναν δεκτά τα Σκόπια ως μέλος του ΟΗΕ ενώ την ίδια στιγμή η Αθήνα, ευλαβικά, συνεχίζει να κάνει χρήση του ονόματος της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, μην τυχόν και στερηθεί τα εύσημα από τους συμμάχους για τη δημιουργία εποικοδομητικού κλίματος…

Καταληκτικά Σχόλια

Το ζήτημα ονομασίας του γειτονικού κράτους είναι από τη φύση του ανεπίδεκτο αμοιβαίας αποδεκτής λύσης. Οι Σλάβοι κάτοικοι των Σκοπίων επέλεξαν να ονομάζονται Μακεδόνες. Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα δεν μπορεί, επίσημα και αμετάκλητα, να αναγνωρίσει την παραχώρηση ιστορικών τίτλων πολιτιστικής κληρονομιάς χιλιάδων ετών. Ούτε μπορεί και πρέπει να αποδεχθεί ότι το δικαίωμα των Σκοπιανών να αυτοπροσδιοριστούν δικαιολογεί την αλλοίωση και υφαρπαγή ελληνικής ιστορίας. Τα σημερινά Σκόπια, μερικώς, μόνο, αντιστοιχούν στην γεωγραφική περιοχή Μακεδονία, όπως αυτή εξελίχθηκε, ιστορικά, από την αρχαιότητα μέχρι την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων. Τα γεωγραφικά όρια της Μακεδονίας άλλαζαν από τον εκάστοτε κύριο της περιοχής. Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι σημερινοί κάτοικοι ενός τμήματος μιας ιστορικής και γεωγραφικά μεταβαλλόμενης περιοχής απαιτούν να μονοπωλήσουν, σε διεθνές, κρατικό επίπεδο το όνομα Μακεδονία εις βάρος όχι μόνον όσων θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το όνομα Μακεδονία λόγω των, διαχρονικά, ευμετάβλητων γεωγραφικών ορίων της περιοχής, αλλά, κυρίως εις βάρος αυτών οι οποίοι γέννησαν το όνομα Μακεδονία και προσέδωσαν την ιστορικής του αξία.
Παράλληλα, είναι αλήθεια ότι η Αθήνα δεν μπορεί να επιβάλει στους Σλάβους κατοίκους των Σκοπίων ποια λέξη θα χρησιμοποιούν μέσα στα σπίτια τους και στις μεταξύ τους σχέσεις αν και επαναλαμβάνεται πως εκεί βρίσκεται ο πυρήνας του προβλήματος. Το ζήτημα δεν αφορά, όμως, απλά, το όνομα αλλά την εμμονή των Σκοπιανών σε «μακεδονικό έθνος», «μακεδονική γλώσσα» και «μακεδονικό πολιτισμό». Αυτά τα τελευταία προσδιορίζουν το όνομα.
Η Αθήνα δεν πρέπει να αποδεχθεί, ποτέ, τη λέξη Μακεδονία για τον προσδιορισμό της γειτονικής χώρας. Η λεγόμενη σύνθετη ονομασία αποτελεί προκάλυμμα για την επιβολή της λέξης Μακεδονία.
Η Αθήνα πρέπει να καταγγείλει την Ενδιάμεση Συμφωνία και παράλληλα να ενημερώσει, με συστηματικό και συγκροτημένο τρόπο, τους λόγους για τους οποίους προβαίνει σε αυτή την κίνηση. Παράλληλα, επειδή λόγω μιας τέτοιας κίνησης θα επικρατήσει αναστάτωση και ανησυχία, να δώσει εγγυήσεις σε Σκόπια και τρίτα κράτη ότι δεν έχει κανενός είδους βλέψεις στα Σκόπια και να συνομολογήσε,ι άμεσα, μόνιμες συμφωνίες, με την γειτονική χώρα, οι οποίες να ρυθμίζουν πρακτικά ζητήματα (διαβατήρια, εμπορεύματα κ.ο.κ.).  Απέναντι στην ΕΕ και σε διεθνείς οργανισμούς στους οποίους η Ελλάδα είναι μέλος και τα Σκόπια όχι, η Αθήνα να διαμηνύσει ότι είναι αντίθετη στην είσοδο της χώρας αυτής καθ’όσον κάνει χρήση της λέξης Μακεδονία. Να πραγματοποιηθεί άσκηση veto  όπου υπάρχει η δυνατότητα ( ΕΕ). Ταυτόχρονα, σε σχέση με την ΕΕ δεν θα πρέπει να υπάρξει παρεμπόδιση της Ελλάδος σε αποστολή χρηματικών κονδυλίων στη γειτονική χώρα. Πρέπει να αποφευχθεί η εικόνα ότι η Αθήνα θέλει να «πνίξει» οικονομικά τα Σκόπια. Προτιμότερο θα ήταν να πείσει τους ΄Ελληνες επενδυτές να μεταφέρουν στην Ελλάδα τις επιχειρήσεις τους και να σταματήσουν οι περήφανοι Μακεδόνες της Β. Ελλάδος να καταθέτουν τον οβολό τους στα καζίνο της γειτονικής χώρας…
Το όνομα το οποίο θα χρησιμοποιεί η Αθήνα για να υποδηλώσει τα Σκόπια, άνευ της λέξης Μακεδονία, στα διεθνή fora ή σε τρίτα κράτη μπορεί να είναι σκέτη η λέξη Σκόπια. Οποιαδήποτε άλλη λέξη, όση ιστορική και γεωγραφική βάση να διαθέτει, θα περιπλέξει την κατάσταση υπέρμετρα. Κόστος, πέραν από τις συνήθεις και φοβικές κατηγορίες ημέτερων περί απομόνωσης, δεν πρόκειται να υπάρξει. Οι χώρες, οι οποίες έχουν αναγνωρίσει τα Σκόπια με το συνταγματικό τους όνομα, θα συνεχίσουν να το κάνουν. Εναπόκειται στην Αθήνα να πείσει τις υπόλοιπες. Στόχος δύσκολος λόγω του εθισμού της διεθνούς κοινής γνώμης στη χρήση της λέξης Μακεδονία (κληρονομιά της Ενδιάμεσης Συμφωνίας) πάνω από είκοσι χρόνια. Αναγκαίες ενέργειες η συστηματική παρακολούθηση και αντίκρουση της σκοπιανής προπαγάνδας, αδιάλειπτη παρουσία σε διεθνή συνέδρια, χρηματοδότηση ιστορικών βιβλίων σε ολοένα και περισσότερες γλώσσες. Η εικόνα της μικρής και ανυπεράσπιστης χώρας που καλλιεργούν τα Σκόπια πρέπει να αλλάξει και να αποτυπωθεί η ιστορική πραγματικότητα, η φανατική αδιαλλαξία και η κωμική προσπάθεια καπήλευσης ιστορικής κληρονομιάς άλλου λαού.[5]
Τέλος, και, ίσως, το πιο σημαντικό από όλα δεν θα πρέπει να επιτραπούν, από την κυβέρνηση και την πολιτεία γενικότερα, οι εξάρσεις και η καλλιέργεια μίσους για την γειτονική χώρα. Ούτε, επίσης, να χρησιμοποιηθεί μια τέτοια υποθετική απόφαση ως αντιπερισπασμός στην παρούσα οικονομική κρίση. Πρέπει να αποτελεί συνειδητή απόφαση αποδεχόμενη το  κόστος και τις δυσκολίες που αυτές συνεπάγεται. Όχι μίσος λοιπόν. Οι συνθήκες και περιστάσεις οι οποίες δημιούργησαν το σημερινό πρόβλημα πάνε πολλές δεκαετίες πίσω, αιώνες μάλλον. Είναι μια από αυτές τις κληρονομιές της Ιστορίας με τις οποίες οι άνθρωποι βρίσκονται αντιμέτωποι. Όχι μίσος, ούτε φανατισμός. Ηρεμία, συγκροτημένη δράση. Εθνική αυτοπεποίθηση. Σπανίως, ζητήματα ταυτότητας επιλύονται με διακρατικές συμφωνίες σαν και αυτή στην οποία προσπαθούμε να φτάσουμε με τα Σκόπια πάνω από δύο δεκαετίες. Ο ανθρώπινες κοινωνίες και η ιστορία έχουν τη δική τους λογική…

[2] Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, είχαν διαφανεί προοπτικές για επίλυση του ζητήματος στη βάση της ονομασίας  Gornamakedonia = Ανωμακεδονία. Η λύση θα συμπληρωνόταν από οικονομική βοήθεια και εγγυήσεις για την ασφάλεια των Σκοπίων από πλευράς Αθηνών, αλλά η εθνοτική σύγκρουση Σλάβων-Αλβανών ματαίωσε τις όποιες προοπτικές υπήρχαν.
[5] Βλέπε σχετικά το Σχέδιο Σκόπια 2014, http://www.balkaninsight.com/en/article/true-cost-of-skopje-2014-revealed

Η αμορφωσιά και η βία των αναρχοκάφρων της "αριστεράς" και επίσημα στα σχολεία

Του Γ. Παπαδόπουλου-Τετράδη
Liberal.gr


Οι κλέφτες περιμένουν πώς και πώς το καλοκαίρι για να κλέψουν τα σπίτια των ενοίκων που λείπουν. Αντιστοίχως ο υπουργός Παιδείας περιμένει πώς και πώς την ίδια περίοδο, που λείπουν γονείς και εκπαιδευτικοί, για να φέρει στη Βουλή την υποβάθμιση της ήδη υποβαθμισμένης Παιδείας.


Κατ αρχήν, υπό τις παραπάνω συνθήκες, δηλαδή εντελώς ύπουλα, κατέθεσε για τρίτη φορά τροπολογία για τα ιδιωτικά σχολεία, που είχε αναγκαστεί να αποσύρει τον Μάρτιο του ‘15 και τον Μάιο φέτος μετά τις αντιδράσεις γονιών και βουλευτών.


Κατά δεύτερον μαγειρεύει τρόπους ώστε να καταργήσει τις εισαγωγικές στα πανεπιστήμια χωρίς να τις καταργήσει (!), χωρίζοντας τους μαθητές και τις σχολές σε πρωτοκλασάτους και παρακατιανούς, χωρίς να υπολογίζει τη θέση των ίδιων των πανεπιστημίων.


Τι θέλει να κάνει ο υπουργός στα ιδιωτικά σχολεία; Να αλλάξει τη διαδικασία απολύσεων έτσι ώστε στην πράξη να είναι μόνιμη η θέση, όπως είναι και στα δημόσια. Και να περιορίσει τις επιπλέον ώρες διδασκαλίας, που έχουν οι μαθητές εκεί επ’ αμοιβή. Στην περίπτωση των εισαγωγικών καταρτίζεται ένα μοντέλο, με το οποίο οι πιο ζητούμενες σχολές θα έχουν ένα σύστημα εξετάσεων ή επιλογής, ενώ στις άλλες θα μπορεί να μπει κανείς και έτσι, περνώντας απ έξω.


Αν υπάρχουν αρκετά μικροσκόπια για να μάθουν ιστολογία ισάριθμοι φοιτητές υποψήφιοι γιατροί, ώστε να μη σε στείλουν αδιάβαστο ως ασθενή, λίγο απασχολεί το υπουργείο. Ψήφους ψάχνει από ημιμαθείς ψηφοφόρους, δεν το ενδιαφέρει η ποιότητα φοίτησης και πτυχίων. 


Αντιστοίχως, αν πάρεις πτυχίο κοινωνικού λειτουργού χωρίς να ξέρεις να αρθρώσεις και να γράψεις σωστά ελληνικά, άρα να συνεννοηθείς ακριβώς με το περιβάλλον σου, λίγο ενδιαφέρει τη νομενκλατούρα του υποτίθεται αριστερού μορφώματος που κυβερνάει.


Και λέω υποτίθεται αριστερού, γιατί η αριστερά γεννήθηκε μέσα και χάρη στα στρώματα του λαού, που έμαθαν κάτι παραπάνω από τους εξαθλιωμένους αγρότες και εργάτες γονείς τους, πηγαίνοντας στα πανεπιστήμια και στα σχολεία της Ευρώπης από τις αρχές του 19ου αιώνα. Εκεί και απ αυτούς γεννήθηκε και το αναρχικό και το σοσιαλιστικό και το μετέπειτα κομμουνιστικό κίνημα. Δε γεννήθηκε από κανένα λαό και από καμιά αμορφωσιά. Γεννήθηκε από την ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ που αποκτήθηκε από την κριτική πληροφόρηση, δηλαδή τη ΜΟΡΦΩΣΗ, τη διεύρυνση της ΚΡΙΤΙΚΗΣ ικανότητας και τελικά τον ΕΞΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟ.


Η Ευαισθησία χάρη στη Μόρφωση γέννησε την Αριστερά κι αυτό κατακτήθηκε  μέσα από ατελείωτες  ώρες μελέτης και απόκτησης γνώσης. Δεν αποκτήθηκε με μειωμένα ωράρια και χαρίσματα σε μαθητές και καθηγητές, ούτε με χαμήλωμα της ποιότητας διδασκαλίας για καμιά αιτία και με καμιά δικιολογία.


Ο Μάρξ έφαγε σχεδόν όλη του τη ζωή διαβάζοντας νυχθημερόν σχεδόν ο,τι είχε γραφτεί στην εποχή του για να μπορέσει να βγάλει συμπέρασμα γι αυτά που τον απασχολούσαν. Ο Ένγκελς, αν και ζάπλουτος, είχε λιώσει τα καθίσματα της μελέτης, ο Προυντόν και ο Μπακούνιν, η Λούξεμπουργκ, ο Λένιν, ο Μπουχάριν, ο Κορδάτος, η Βαρίκα, όλη η αγωνιστική κομμουνιστική αριστερά και η αναρχία οπουδήποτε,στην Ελλάδα και στον πλανήτη, είχε ένα πλεονέκτημα: Διανοούμενους, που είτε συμφωνούσε είτε διαφωνούσε κανείς μαζί τους, δεν μπορούσε να αμφισβητήσει το εύρος της μόρφωσής τους.


Η διανόηση ξεσήκωσε τους λαούς και έδωσε σάρκα και οστά στη βασανισμένη τους ζωή. Αυτή τους άνοιξε τα μάτια και έκανε τα αφηρημένα και συναισθηματικά τους πάθη συγκεκριμένα και χειροπιαστά απαιτούμενα. Αυτή οργάνωσε, αυτή εξόπλισε, αυτή οδήγησε τους λαούς όπου εξεγέρθηκαν. Στην Κίνα ή στη Ρωσία, στο Παρίσι ή στο Σικάγο, στο Μεξικό ή στο Ανόι και στο Κιλελέρ. Στο Μπέρκλεϊ ή στη Μαδρίτη. Η διανόηση αυτή γεννήθηκε μέσα στα πιο αυστηρά αστικά πανεπιστήμια, δε γεννήθηκε στο άραγμα και στα δικαιώματα χωρίς υποχρεώσεις. Γεννήθηκε με θυσίες χρόνων και με αγώνες αιματηρούς, δε γεννήθηκε με κοπάνες και χαρισματικές βαθμολογίες και πτυχία αρπακόλα, ούτε με κλαψιάρικες υποταγές στην πρώτη πίεση, χωρίς μια ντουφεκιά αντίσταση.


Τι σχέση έχει η Αριστερά, που χτίστηκε απ΄όλους τους πραγματικούς ιδεολόγους διανοούμενους, με τους σημερινούς αμόρφωτους και ημιμαθείς μικροαστούς, που καπηλεύονται το όνομα, αναπαράγοντας σε όλα τα επίπεδα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής αυτή τους την αμορφωσιά.


Η αριστερά θα’ πρεπε να κόβει από παντού για να δώσει στην Παιδεία αντί να κόβει από την Παιδεία για να δίνει επιδόματα σε συνδικαλιστές που δεν έχουν εγγράψει ούτε μια πραγματική εργατοώρα.


Θα ‘πρεπε να διώχνει με τις κλωτσιές από τις τάξεις όσους δασκάλους δεν μαθαίνουν και με το παραπάνω τους μαθητές τους, αντί να προστατεύει το δικαίωμα του κάθε βαριεστημένου και του κάθε ημιμαθή να διαμορφώνει παιδιά.


Θα ‘πρεπε να έχει πρόγραμμα για περισσότερη Παιδεία αντί να κόβει ώρες μόνο και μόνο για να γλιτώσει διορισμούς εκπαιδευτικών επειδή δεν της βγαίνει ο προϋπολογισμός των δανειστών!


Θα ‘πρεπε να στήσει στον τοίχο όλες τις διοικήσεις της ΟΛΜΕ εδώ και τουλάχιστον 40 χρόνια, που με βασικό κριτήριο τα κοντόφθαλμα εργασιακά συμφέροντα των καθηγητών κατάργησαν από τα σχολεία τη διδασκαλία με κριτική (μέσα από τα οποία γεννήθηκαν οι Έλληνες αριστεροί διανοούμενοι) και έχουν παραγάγει δύο γενιές ελληνόφωνων, που στην πλειονότητά τους στερούνται σοβαρής κριτικής σκέψης (φαίνεται κι απ αυτούς που ψηφίζουν), ικανότητα συνεννόησης (αφού με 10.000 λέξεις όλες κι όλες που μιλιούνται ατροφούν τα συναισθήματα και τα διανοήματα) καικοινωνικής αγωγής (αφού οι μαθητές βλέπουν στην πράξη μπροστά τους το θρίαμβο του ωχαδερφισμού, με τις μειοψηφούσες όπως πάντα ηρωικές εξαιρέσεις).


Θα ‘πρεπε να στήσει στον τοίχο κάθε υπουργό Παιδείας, που δεν πολέμησε λυσσαλέα, αλλά ανέχτηκε, νομοθέτησε ή συμβιβάστηκε με όλη αυτή τη συντεχνιακή καταστροφή  τουλάχιστον δύο γενιών ελληνόφωνων μέχρι τώρα. Γιατί έχει και συνέχεια.


Η «πλήρη αντίθεση» και ο «διεθνή έλεγχος» είναι από τα τελευταία φρούτα όλης αυτής της αγραμματοσύνης των σχολείων, που παρελαύνει αδιόρθωτη και περήφανη στα δελτία των ειδήσεων και αναπαράγεται αφού κανείς δεν ασχολείται, κανείς δε διορθώνει, κανείς δεν επεμβαίνει, όχι μόνο στη γλώσσα. Σε κανένα επίπεδο.

Τα αρχαία είναι μια νεκρή γλώσσα αποφαίνεται ο αμόρφωτος υπουργός, αλλά και αμόρφωτοι που έχουν καθηγητικές έδρες στα πανεπιστήμια, χωρίς να ξέρει ο πρώτος (αφού δεν έχει την παιδεία για να σκεφτεί) και τυφλωμένοι από μίσος για την αρχαιολατρεία των ιδεολογικών τους αντιπάλων οι δεύτεροι, την ώρα που αρχαία μιλάνε, όπως αρχαία μιλάμε όλοι!


Αλλά, η ημιάγρια κατ όνομα αριστερά, που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ορκίζεται στο δικαίωμα της γλώσσας να είναι ζωντανή και να μεταβάλλεται, όταν πρόκειται να δικιολογήσει καμιά ξένη, καμιά σλάβικη, καμιά ντοπιολαλιά, καμιά αγραμματοσύνη, το αρνείται αυτό το δικαίωμα στο σύνολο σχεδόν των λέξεων της ελληνικής, που είναι αρχαίες!! Που δεν θα μπορούσες να αρθρώσεις λέξη αν είχαν πεθάνει! Αντί να εξανθρωπίσει τον απαράδεκτο, αποτρεπτικό και καταστροφικό τρόπο, με τον οποίο διδάσκονται τα αρχαία εδώ και 200 χρόνια και να καθιερώσει τη διδασκαλία μεγάλου μέρους της αρχαίας γραμματείας με τρόπο φιλικό, ώστε να διαχυθεί όλος αυτός ο θησαυρός γνώσεων στον πληθυσμό, απεργάζεται το θάνατό της!

Η αρχαία δεν μεταβλήθηκε, δεν είναι ζωντανή μέσα από τις αλλαγές που έχουν υποστεί οι ίδιες οι αρχαίες λέξεις. Όχι! Είναι νεκρή γλώσσα για την αμόρφωτη συριζαία αριστερά! Για να σκοτώσει ντε και καλά την αρχαιότητα, δηλαδή τη συνέχεια, και να δοξάσει την αστοιχείωτη εμμονή της γέννησης των πάντων από τη γαλλική Επανάσταση. Γιατί, βλέπεις, αυτή ήταν επανάσταση! Η γέννηση της δημοκρατίας δεν ήταν επανάσταση! Η γέννηση της ανοιχτής στο λαό επιστήμης δεν ήταν επανάσταση! Η γέννηση της φιλοσοφικής σκέψης δεν ήταν επανάσταση! Η γέννηση της εκεχειρίας δεν ήταν επανάσταση! Το θέατρο για το λαό, πληρωμένο από την Πόλη δεν ήταν επανάσταση! Η γέννηση των σχολών και των πανεπιστημίων για το λαό δεν ήταν επανάσταση!

Αν υπάρχει κάτι που κάνει την αρχαιότητα να ξεχωρίζει είναι αυτό: Ότι κατέστησε το λαό από υπόδουλο και αμαθή, κοινωνό σε κάθε γνώση. Ακόμα και τους σκλάβους. Και κυρίαρχο σώμα μέχρι εκεί που της επέτρεπε το σύστημά της. Αυτό για τότε και για τις παγκόσμιες συνθήκες ήταν όχι απλώς επανάσταση. Ήταν δομική αλλαγή της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Ο Μάρξ, λάτρης της επανάστασης, στη θεωρία και στην πράξη, έκανε τη διατριβή του πάνω στο έργο του Επίκουρου. Ούτε στου Ρουσσώ, ούτε στου Λούθηρου.

Αλλά, ο αμόρφωτος υπουργός Παιδείας και οι συν αυτώ, έχουν μαύρα μεσάνυχτα και από μόρφωση και από επανάσταση. Δεν έχουν ιδέα ότι αριστερά είναι αμφισβήτηση, ανατροπή, δημιουργία. Χωρίς ένα από τα τρία δεν είναι αριστερά. Ετούτοι έχουν μόνο το ένα, το εύκολο. Την αμφισβήτηση. Κι ένα παιδάκι, το ίδιο! Αστοιχείωτοι και από αριστερή κουλτούρα έχουν γυρίσει την αριστερή ιδεολογία τους (αν είχαν ποτέ πραγματική τέτοια) στο πρωτόγονο προμαρξιστικό σχήμα φτωχοί εναντίον πλουσίων! Τέτοιο βάθος πολιτικής σκέψης! Όπου πλούσιοι σήμερα στην Ελλάδα είναι κατ αυτούς οι φτωχοί μικροαστοί και φτωχοί οι φτωχοποιημένοιμικροαστοι! Αυτό κάνουν φορομπηχτικά και μας πουλάνε για αναδιανομή πλούτου!

Το μόνο που ξέρει να κάνει ο αμόρφωτος υπουργός Παιδείας και οι σύντροφοί του είναι  κανένα ρουσφετάκι σε συνδικαλιστές,  να περιορίζουν τις ώρες μόρφωσης (ως προϊόν αστικού πολιτισμού προφανώς, η αριστερά παράγει μόνο μπάχαλα και σκέψη καφρίλας και καταστροφής, όπως αποδεικνύεται στην πράξη) και πώς να υποκλίνονται γονατιστοί στον κάθε Σόιμπλε μόλις κουνήσει το δαχτυλάκι του. Κλαψουρίζοντας ότι…πιέστηκαν!

Για ανατροπή και δημιουργία να μη το συζητάμε. Το πρώτο θέλει θάρρος και το δεύτερο μυαλό και σοβαρότητα. Ό,τι ακριβώς τους λείπει.