Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Η Αριστερά ως στυλοβάτης της παγκοσμιοποίησης Μέρη A' και B'

telos

Η Αριστερά ως στυλοβάτης της παγκοσμιοποίησης (Α΄Μέρος)


Του Γιώργου Καραμπελιά 

«Έχει αποτύχει σύμπασα η Αριστερά»
Διονύσης Σαββόπουλος

Εδώ και πολλά χρόνια υποστηρίζω πως η ιστορική αριστερά, τόσο στη Δύση όσο και στην Ελλάδα, έχει αποτύχει να προτάξει μια εναλλακτική λύση στον καπιταλισμό και αντίθετα έχει μεταβληθεί σε μια δύναμη που επιταχύνει την καπιταλιστική ολοκλήρωση. Η Αριστερά, προωθώντας την αποϊεροποίηση του κόσμου και της φύσης, την άρνηση της πατρίδας και του ριζώματος, την ισοπέδωση των φύλων και την παγκοσμιοποίηση την οποία βάφτισε διεθνισμό, αποδείχθηκε ο ισχυρότερος σύμμαχος του καπιταλισμού την εποχή της παγκοσμιοποίησης, παράλληλα με τη νεοφιλελεύθερη Δεξιά.
Η Αριστερά προετοίμαζε ιδεολογικά –στην εκπαίδευση, στην κοινωνία, στο πεδίο των αξιών– αυτό που η νεοφιλελεύθερη Δεξιά ολοκλήρωνε στο πεδίο της οικονομίας. Γι’ αυτό και οι διαμαρτυρίες και οι κινητοποιήσεις της Aριστεράς, στο επίπεδο της κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής, ενάντια στον οικονομικό νεοφιλελευθερισμό, είναι ατελέσφορες και ψευδεπίγραφες.  Αντίθετα, είναι οι ίδιοι που έχουν προετοιμάσει την κοινωνία για την αποδοχή του οικονομικού φιλελευθερισμού, έχοντας αποσυνθέσει ιδεολογικά τα λαϊκά στρώματα και τις εθνικές ταυτότητες. Ο οικονομικός φιλελευθερισμός προϋποθέτει τον πολιτισμικό, δηλαδή η δεξιά χρειάζεται την αριστερά, για να μπορεί να κυβερνήσει και να εφαρμόσει τη στρατηγική της νέας τάξης πραγμάτων.
 Για την κατεδάφιση της οικονομικής και δασμολογικής προστασίας των εθνών-κρατών, π.χ., και την ανάπτυξη της παγκόσμιας αγοράς, έπρεπε να προηγηθεί, ή τουλάχιστον να βαδίζουν παράλληλα, η ιδεολογική απονομιμοποίηση του πατριωτισμού και των «εθνικών συνόρων», την οποία προωθεί φρενιτιωδώς η αριστερά. Για να τείνει να μεταβληθεί ο στρατός σε επαγγελματικό, αποκομμένο από το ελληνικό έθνος, παρά την αυξανόμενη στρατιωτική παρουσία ενός διαχρονικά επιθετικού γείτονα, θα έπρεπε να έχει προετοιμαστεί το έδαφος από την δήθεν αντιμιλιταριστική αριστερά. Για να διαλυθεί  η εθνική ταυτότητα και να μπορεί η Ελλάδα να ενταχθεί απρόσκοπτα στους υπερεθνικούς οργανισμούς της Δύσης ως ημιαποικία, θα έπρεπε η «πρωτοπόρα» αριστερά να έχει αποσυνθέσει τους ίδιους τους πυλώνες της εθνικής ιδιοπροσωπίας, τη διαχρονία του ελληνισμού, τη σχέση του με την ορθοδοξία, τη συνέχεια της γλώσσας. Για να καταρρεύσει η δημογραφία της χώρας, θα έπρεπε να καλλιεργηθεί το μοντέλο μιας ακραίας ατομικής ανεξαρτησίας και των «δικαιωμάτων», να επιταθεί ο εθνομηδενισμός και η ολοκληρωτική συκοφάντηση των οικογενειακών δεσμών. (Ακόμα και σήμερα οι «πρωτοπόροι» Έλληνες σκηνοθέτες, τύπου Λάνθιμου και κομπανίας, έχουν σαν προνομιακό τους στόχο την οικογένεια –τον μόνο θεσμό που, παρά τα αρνητικά της, κράτησε τους Έλληνες ζωντανούς στην κρίση– και όχι αντίστροφα τη διόγκωση ενός ακραίου ατομισμού, που έχει καταστεί κυρίαρχος). Και όλα αυτά διότι, κατά βάθος, η ιδεολογία της αριστεράς δεν στρέφεται εναντίον του καπιταλιστικού φαντασιακού, αλλά αντίθετα ταυτίζεται μαζί του. Η ιδεολογία της σύγχρονης αριστεράς δεν είναι στην πραγματικότητα αντικαπιταλιστική αλλά υπερκαπιταλιστική.
Δηλαδή, επιθυμεί κατά βάθος τη διάλυση όλων των μη-καπιταλιστικών εμποδίων στην επέκταση του κεφαλαίου, την εποχή της παγκοσμιοποίησης, δηλαδή της οικογένειας, του έθνους, της ιστορικής μνήμης, των συλλογικών ταυτοτήτων. Γι’ αυτό εξάλλου αυτή η αριστερά θα εγκαταλείψει, σταδιακώς, τα συλλογικά δικαιώματα και θα μετακινηθεί  από το πεδίο των συλλογικών ταυτοτήτων σε εκείνο του ακραίου ατομικιστικού δικαιωματισμού. Ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα που –όπως τον περιγράφει με… λυρικούς τόνους ο Μαρξ στο Κομουνιστικό Μανιφέστο– αποσυνθέτει κάθε προηγούμενη ταυτότητα και την ίδια την ιστορία, έτσι ώστε να μπορεί να αναπτύσσεται απρόσκοπτα. Η σύγχρονη Αριστερά εκφράζει, περισσότερο και από τη Δεξιά, αυτό το καπιταλιστικό φαντασιακό, όσο και αν εμφανίζεται αντίθετη στις εκμεταλλευτικές εκφάνσεις του συστήματος. Γι’ αυτό και, στην Ελλάδα, στην εξουσία βρέθηκαν οι μικρότερες ομάδες αυτής της Αριστεράς, οι Πράσινοι(!), η ΑΚΟΑ (η περιβόητη ομάδα Μπανιά στην οποία ανήκαν ο Βούτσης, ο Φλαμπουράρης, ο Σκουρλέτης, ο Φίλης, η Φωτίου, ο Λάμπρου και τόσοι άλλοι), αυτό το κράμα Κολωνακίου και Εξαρχείων, το οποίο, παρότι απόλυτα μειοψηφικό πολιτικά, ήταν πανίσχυρο πολιτισμικά σε όλους τους κύκλους της διανόησης, των πανεπιστημίων, των ΜΜΕ.
Έτσι, λοιπόν, η απόπειρα διαφόρων απατημένων γκρουπούσκουλων της Αριστεράς να την νεκραναστήσουν στην «αγνότητά» της, μετά την «προδοσία» του Τσίπρα, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, γιατί, όπως έλεγε και ο κάποτε Σαββόπουλος, «έχει αποτύχει σύμπασα η Αριστερά» και δεν νεκρανασταίνεται. Δεν μπορεί να μετασχηματισθεί αξιακά σε κάτι που να θυμίζει την Αριστερά των αρχών του 20ού αιώνα, διότι έχει μεταβληθεί ο ίδιος ο καπιταλισμός και η ίδια η ιστορική πραγματικότητα.
Η ιστορική Αριστερά, στη Δύση και τη Ρωσία, αποτέλεσε την έκφραση της αντίστασης των λαϊκών στρωμάτων και της εργατικής τάξης στον εθνικισμό και τον ιμπεριαλισμό των μεγάλων αποικιακών δυνάμεων, που χρησιμοποιούσαν τη θρησκεία και την πατριδοκαπηλία ως όπλα για την επιβολή τους στο πλανητικό επίπεδο.
Γι’ αυτό, και εκείνη η Aριστερά είχε σφραγιστεί από την αντιεθνικιστική και αντικληρικαλική προπαγάνδα. Δηλαδή, αντιστοιχούσε στην πρώιμη ανάπτυξη του ιμπεριαλισμού, που κυριάρχησε στον πλανήτη μέχρι τον Β΄ Π.Π. Από τότε και μετά, και ιδιαίτερα μετά τη δεκαετία του 1960, ο καπιταλισμός πέρασε σε μία νέα φάση, βαδίζει σταδιακώς προς την «καπιταλιστική ολοκλήρωση», την παγκοσμιοποίηση και την κυριαρχία των πολυεθνικών. Επομένως, το μεγάλο κεφάλαιο έχει την ανάγκη να διεισδύσει και να μεταβάλει σε κερδοφόρους και τους τομείς που στο παρελθόν διατηρούσαν μη καπιταλιστικά στοιχεία και έρχονταν από το παρελθόν της ανθρώπινης ύπαρξης. Η θρησκεία μεταβάλλεται σταδιακώς σε αναχρονισμό για το σύστημα και οι Εφέστιοι θεοί, οι εικόνες  και τα καντηλάκια, που για χιλιάδες χρόνια έκαιγαν στο κέντρο της οικογενειακής ζωής, αντικαθίστανται από την τηλεόραση, όπως και  οι εκκλησίες στα κέντρα των πόλεων αντικαθίστανται από τους ουρανοξύστες των εμπορικών  κέντρων. Η οικογένεια πρέπει να διαλυθεί γιατί περιορίζει την επέκταση της κατανάλωσης, μια και όσο μεγαλύτερη και ισχυρότερη είναι, τόσο μικρότερη η κατά κεφαλήν κατανάλωση (πέντε άτομα σε μια οικογένεια καταναλώνουν πολύ λιγότερο από πέντε άτομα τα οποία ζουν κατά μόνας). Οι ταξικές συλλογικότητες μεταβάλλονται σε «αναχρονισμό» (κατάρρευση των συνδικάτων), τα δε εθνικά σύνορα και οι εθνικές ταυτότητες αποτελούν το μεγαλύτερο εμπόδιο στην επέκταση των πολυεθνικών. Κατά συνέπεια, το κεφάλαιο σε αυτόν τον νέο μεγάλο μετασχηματισμό (που βρίσκεται στον αντίποδα εκείνου του Πολάνυι) χρειάζεται την ιδεολογία αυτής της νέας Αριστεράς για να μπορέσει να επιβάλει την ηγεμονία του.
Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι η πρώτη μεγάλη επανάσταση αυτής της σύγχρονης Αριστεράς, ο Μάης του 1968. Ξεκίνησε από την συμπαράσταση σε αντιιμπεριαλιστικούς αγώνες –της Αλγερίας, του Βιετνάμ, της Κούβας– και εξελίχθηκε, στις μητροπόλεις του καπιταλισμού, σε μια μεγάλη πολιτιστική επανάσταση. Μια επανάσταση η οποία, παρότι ξεκίνησε με την κριτική στις καπιταλιστικές αξίες (την αποξένωση κλπ), σε μια πρώτη ριζοσπαστική φάση της (ακόμα και ένοπλη ΡΑΦ, Ερυθρές Ταξιαρχίες, 17 Νοέμβρη), κατά τη δεκαετία του 1990, μετασχηματίστηκε σε μία «επανάσταση» καπιταλιστικού χαρακτήρα. Ο Κον Μπεντίτ και ο Γιόσκα Φίσερ, οι ηγέτες του ’68, έγιναν οι εκφραστές ενός επιτρεπτικού καπιταλισμού χωρίς όρια – απόλαυση χωρίς όρια, ναρκωτικά χωρίς όρια, κατάργηση των εθνικών ορίων και βομβαρδισμός της Γιουγκοσλαβίας, εν τέλει ένας αληθινά παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός.
Δηλαδή, την ίδια στιγμή που ο Ρήγκαν και η Θάτσερ ξεκινούσαν τη νεοφιλελεύθερη επανάστασή τους, η νέα Αριστερά προετοίμαζε ιδεολογικά τον δρόμο για την επικράτηση ενός πλανητικού… θατσερισμού! Διότι, επιτιθέμενοι, ήδη από τη δεκαετία του  1960, στις προκαπιταλιστικές αξίες και θεσμούς που εξακολουθούσαν να επιβιώνουν στον καπιταλιστικό κόσμο, άνοιγαν τον δρόμο ιδεολογικά και αξιακά στην επικράτηση του νεο-φιλελευθερισμού: Κάτω τα έθνη, οι θρησκείες, η οικογένεια, η διαφοροποίηση των φύλων, οι «δεσμεύσεις», ζήτω το ανεξάρτητο, αυτόνομο άτομο, χωρίς θεό και αφέντη (sans Dieu ni Maître). Μια πολιτιστική επανάσταση που έβλεπε τον εαυτό της ως δήθεν αντικαπιταλιστική ήταν, στην πραγματικότητα, υπέρ-καπιταλιστική, δηλαδή άνοιγε τον δρόμο για την εποχή που ο καπιταλισμός δεν θα εκμεταλλεύεται μόνο τους εργαζόμενους αλλά και θα διαμορφώνει τον ίδιο τον ψυχισμό ή, ακόμα-ακόμα, την ίδια τους τη φύση (η εποχή του μετανθρώπου).
Δεδομένων αυτών των εξελίξεων, η ιστορική Αριστερά έχει πλέον εξαντληθεί στις ίδιες τις προϋποθέσεις της . Μαζί με τη Δεξιά, πασχίζει να εξαλείψει το ίδιο το ιστορικό παρελθόν και κάθε παράδοση που μας συνδέει με αυτό. (Στην γαλλική πρωτότυπη εκδοχή της, η «Διεθνής» διεκδικεί την πλήρη ισοπέδωση του παρελθόντος – Du passé faisons table rase­– φράση που, καθόλου τυχαία, δεν υπάρχει στην ελληνική απόδοσή της από τον Βάρναλη). Εξάλλου, εκκινούν από μια κοινή ιδεολογική ρίζα, εκείνη του Διαφωτισμού, και προφανώς, στην Ελλάδα, είναι αυτή η εθνομηδενιστική Αριστερά που προσπαθεί να απορρίψει τη συνέχεια του ελληνικού έθνους. Καθόλου τυχαία ο Λιάκος, η Αναγνωστοπούλου, ο Φίλης, ο Γαβρόγλου και όλη η κομπανία βρίσκονται στην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας.
Κατά συνέπεια, ο ιστορικός ρόλος της Αριστεράς ως αντίπαλου πόλου της Δεξιάς έχει πλέον εξαντληθεί. Και αυτό συνέβη ακριβώς διότι η μαϊμού δοκίμασε να ανέβει στον δέντρο της εξουσίας και αποκαλύφθηκαν τα οπίσθιά της! Η Αριστερά μπορούσε να υπάρχει ως σοβαρή πολιτική δύναμη όσο βρισκόταν εκτός άμεσης πολιτικής εξουσίας. Διότι, τότε, μπορούσε να διατηρεί την πολιτισμική και ιδεολογική εξουσία, σε σύγκρουση δήθεν με την κυβερνώσα ελίτ. Σε όλες τις χώρες όπου κατέκτησε την εξουσία, δηλαδή στη Ρωσία και την Ανατολική Ευρώπη, κυριολεκτικά εξαφανίστηκε μετά από εβδομήντα ή σαράντα χρόνια εξουσίας. Το ίδιο, τηρουμένων των αναλογιών, συνέβη και στη Δύση με την καθολική κρίση της κυβερνώσας σοσιαλ-δημοκρατίας.
Στην Ελλάδα υπήρχε ένας «καταμερισμός εργασίας» που επέτρεψε στο σύστημα να λειτουργεί για πολλά χρόνια. Το ΠΑΣΟΚ στην πολιτική εξουσία, η παραδοσιακή αριστερά στην ιδεολογική.  Όταν, όμως, εξαιτίας της κρίσης, ανέλαβε τα  ίδια τα ηνία της πολιτικής εξουσίας, σε μια χώρα με ημιαποικιακό χαρακτήρα, και είναι υποχρεωμένη να διαχειρίζεται ταυτόχρονα την πολιτισμική ηγεμονία, την οικονομία και την πολιτική, τότε οι αντιφάσεις της εκρήγνυνται και αποκαλύπτεται βίαια και σαρωτικά η πραγματική της φύση. (Και αν σε κάτι έπεσα έξω ήταν πως δεν φανταζόμουν πως θα αναλάμβαναν, έστω και παροδικά, να υλοποιήσουν ταυτόχρονα και τις δύο λειτουργίες, τόσο την ιδεολογική και αξιακή αποδόμηση της ελληνικής κοινωνίας και του ελληνικού λαού όσο και την οικονομική ολοκλήρωση της μεταβολής της χώρας σε αποικία χρέους. Το ίδιο είχα πάθει παλιότερα με τον ΓΑΠ. Τα παθήματα, μαθήματα. Και οι βλάκες και οι ανίκανοι και οι απαίδευτοι μπορούν να ανέλθουν στην εξουσία όταν ένας λαός βρίσκεται σε παρακμή.)
Το δυστύχημα για την ελληνική Αριστερά, στο σύνολό της, είναι πως, όλα τα προηγούμενα χρόνια, αρνήθηκε, εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις –από τον Άρη Αλεξάνδρου μέχρι τον Χρόνη Μίσσιο και το Άρδην–, να προβεί σε οποιαδήποτε σε βάθος κριτική της ιστορικής της εμπειρίας· έτσι, όταν ήλθε η κατάρρευση, τουλάχιστον από τον Ιούλιο του 2015 και μετά, βρέθηκε παντελώς ανέτοιμη να θέσει τις βάσεις ενός οποιουδήποτε μετασχηματισμού της. Είναι δε τόσο βαθιά απαίδευτη και αγκιστρωμένη στα μαρξιστικά ή αναρχικά σχήματα του παρελθόντος ώστε, μπροστά στην αναπόφευκτη κατάρρευση της κυβερνώσας Αριστεράς που με γοργά βήματα έρχεται, θα συμπαρασυρθεί μαζί της ακόμα και η διαφωνούσα πτέρυγά της διότι δεν διαθέτει κάποιο άλλο ιδεολογικό οπλοστάσιο ή όραμα.
  



El_Greco_-_Laocoon
El Greco (Δομήνικος Θεοτοκόπουλος), Ο Λαοκόων, 1610-1614 Ελαιογραφία σε μουσαμά, 137,5 x 172,5 εκ.

Επιτάφιος χωρίς Ανάσταση
(Β΄ Μέρος)
«Έχει αποτύχει σύμπασα η αριστερά»
Διονύσης Σαββόπουλος

Μετά τη μεγάλη «προδοσία» της κυβέρνησης Τσίπρα, τα κάθε είδους αριστερά γκρουπούσκουλα, από το ΚΚΕ μέχρι τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και την Ανταρσύα, υπόσχονται απλώς πως αυτοί θα τα κάνουν καλύτερα από τον ΣΥΡΙΖΑ και θα πραγματοποιήσουν επιτέλους τα «οράματα» της Αριστεράς. Δυστυχώς, δε, ακόμη και η λεγόμενη πατριωτική Αριστερά συμμετέχει εν πολλοίς στο ίδιο φαντασιακό, χωρίς να μπορεί να διακρίνει τις βαθύτατες αντιφάσεις ανάμεσα στην ελληνική αριστερή ιδεολογία και τον πατριωτισμό, ως πρόταγμα, με αποτέλεσμα να τσουβαλιάζεται εύκολα από την κυρίαρχη εθνομηδενιστική Αριστερά. Χαρακτηριστικές υπήρξαν οι περιπτώσεις του δημοψηφίσματος και προσφάτως του προσφυγικού. Και στην πρώτη περίπτωση τσουβαλιάστηκαν από τον Τσίπρα, και στη δεύτερη από τη Μέρκελ.
Σύσσωμη η Αριστερά συνεχίζει, ακόμη και σήμερα, να διεκδικεί το ψευδεπίγραφο ΟΧΙ του δημοψηφίσματος ως «έκφραση του αντιστασιακού ήθους των Ελλήνων», αρνούμενη να κατανοήσει πως σε αυτό συμπυκνωνόταν όλο το σύστημα της μεταπολιτευτικής εξαπάτησης. Μια ευημερία και ένα κοινωνικό κράτος οικοδομημένα πάνω στον παρασιτισμό και ένας λαός που είχε ξεμάθει να παράγει –ακόμα και οι λίγοι εργάτες στα εργοστάσια έχουν αντικατασταθεί σε μεγάλη κλίμακα από Αλβανούς και Πακιστανούς– δεν ήταν και δεν είναι ικανός για μια πραγματική ανατροπή. Διότι αν το ΟΧΙ δεν ήταν ψευδεπίγραφο και ψευδοαγωνιστικό, αυτό θα σήμαινε πως η ελληνική Αριστερά και ο ελληνικός λαός θα ήταν έτοιμοι για μια επαναστατική ανατροπή, όπου κι αν έβγαζε αυτή. Όμως, οι Έλληνες και η ύστερη μεταπολιτευτική Αριστερά δεν εκφράζονται από τον Κουτσούμπα ή από τον Λαφαζάνη, φιγούρες που έρχονται από το ιστορικό παρελθόν της, αλλά από τον Αλέξη Τσίπρα. Πρόκειται για μια Αριστερά των ψευδο-αγώνων, τύπου καταλήψεων στα πανεπιστήμια και τα σχολειά, που στην πραγματικότητα γίνονταν χωρίς αντιπάλους και χωρίς κόστος, μια αριστερά των μπαρ και των ουζάδικων, της οποίας το φαντασιακό είναι βαθύτατα διαποτισμένο από τις αξίες της Δύσης και της κατανάλωσης. Η ελληνική Αριστερά, αλλά και ο ελληνικός λαός, σαράντα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση, έχουν εμποτιστεί βαθύτατα από τις αξίες της Δύσης, και μάλιστα με παρασιτικό τρόπο και σε καμία περίπτωση δεν επρόκειτο να τις εγκαταλείψουν. Από το ευρώ και την ευρωζώνη θα φύγουν μόνο αν τους διώξει ο Σόιμπλε! Έστω κι αν αρέσκονται στις ιερεμιάδες του Καζάκη.
Αν οι Έλληνες και η Αριστερά, στην πλειοψηφία τους, διαπνέονταν από αντιστασιακό ήθος, αυτό δεν θα το εξέφραζαν ψευδεπίγραφα σε ένα χωρίς νόημα δημοψήφισμα, αλλά θα είχαν αντιμετωπίσει στοιχειωδώς την κατοχή της Κύπρου και τις τουρκικές προκλήσεις επί σαράντα χρόνια. Το αντιστασιακό ΟΧΙ του δημοψηφίσματος ήταν «γιαλαντζί» αντίσταση και αυτό φάνηκε περίτρανα στη συνέχεια. Η «κωλοτούμπα» που ακολούθησε ήταν οργανικό κομμάτι αυτού του «υπερήφανου» ΟΧΙ και όχι αντιστροφή του και την έκαναν και οι ίδιοι οι Έλληνες ψηφοφόροι μαζί με τον Τσίπρα. Γι’ αυτό εξάλλου και στις εκλογές που ακολούθησαν τον ξαναψήφισαν. Όχι παρά τη μεταστροφή του αλλά ακριβώς γιατί την πραγματοποίησε. Γι’ αυτό και όσοι δεν τον ακολούθησαν, ο Λαφαζάνης και η Κωνσταντοπούλου, έμειναν εκτός Βουλής. Διότι αυτή η μεταστροφή εξέφραζε τη βαθύτερη ουσία αυτής της ελληνικής Αριστεράς στις συνθήκες της μεταπολίτευσης.
Σήμερα, πάλι, διαβάζω και ακούω από αυτή την Αριστερά –και όχι μόνο–  πως «η στάση των Ελλήνων στο προσφυγικό αποτελεί απόδειξη των αντιστασιακών ανακλαστικών των Ελλήνων», άποψη που εκφέρεται από το ΚΚΕ, την ΛΑΕ, την Ανταρσύα, τον «Δρόμο της Αριστεράς» κ.ο.κ., και διαπιστώνω για μια ακόμα φορά πόσο βαθιές είναι οι ρίζες αυτής της «αριστερής» διεθνιστικής φενάκης.
Διότι, στην πραγματικότητα, η σύμπτωση της Μέρκελ και των… Antifa/«αλληλέγγυων», πάνω στο θέμα του μεταναστευτικού/προσφυγικού, αποτελεί απόδειξη ακριβώς της ταύτισης των απόψεων Αριστεράς και Δεξιάς – ο καθένας από τη σκοπιά του!  Η Μέρκελ ξεκίνησε τη διαδικασία διότι οι Γερμανοί βιομήχανοι, όπως δήλωσε η Ένωσή τους, χρειάζονται πέντε εκατομμύρια εργατικά χέρια και χρησιμοποίησε την ελληνική Αριστερά και την Τασία για να υλοποιήσει τη «no borders» ιδεολογία της. Ωστόσο, επειδή είναι υποχρεωμένη να παίρνει υπόψη της και τις αντιδράσεις των ψηφοφόρων της, αφού είχε ήδη αποσπάσει 1.200.000 πρόσφυγες ως φθηνό εργατικό δυναμικό, έκλεισε εν συνεχεία τα σύνορα. Και έτσι έμεινε ο ΣΥΡΙΖΑ, οι «αλληλέγγυοι», το ΚΚΕ, και η Ανταρσύα να συνεχίζουν τον αγώνα εναντίον κάθε… μορφής συνόρων!  Ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως είχαν κάνει και με το δημοψήφισμα, τσουβάλιασαν και πάλι όλη τη «διαφωνούσα» Αριστερά με την ευκαιρία του μεταναστευτικού. Μια και δεν μπορούσαν να το κάνουν πλέον στο πεδίο των μνημονίων, όπως το είχαν κάνει το καλοκαίρι του 2015, το έκαναν εκεί που έχουν μάθει και «ξέρουν» τη δουλειά. Στο πεδίο του πολιτισμικού φιλελευθερισμού και των ανοικτών συνόρων της Χριστοδουλοπούλου.  Έτσι μπορεί να έχασαν την κοινωνία, ξανακέρδισαν όμως… τα Εξάρχεια.
Αντί λοιπόν οι «διαφωνούντες» Αριστεροί να κατανοήσουν πως το προσφυγικό αποτέλεσε ένα εγχείρημα γερμανικής έμπνευσης και ένα ακόμα βήμα για τη μεταβολή της χώρας μας σε έναν πολυπολιτισμικό χυλό χωρίς ταυτότητα, έναν απλό συνοριακό χώρο, επιμένουν και προτάσσουν τα αυτονόητα ανθρωπιστικά ανακλαστικά των Ελλήνων. Όμως, άλλο ζήτημα ο αυτονόητος ανθρωπισμός σε ατομικό επίπεδο και άλλο το σοβαρότατο πλήγμα που υπέστη η χώρα στο συλλογικό εθνικό επίπεδο. Δυστυχώς, λοιπόν, και αυτή η πατριωτική Αριστερά δοκιμάστηκε τρεις φορές μέσα σε ενάμιση χρόνο: τόσο απέναντι στην  προοπτική ανόδου στην εξουσία ενός τυχοδιωκτικού και εθνομηδενιστικού σχήματος όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο και στήριξε μετά μανίας, όσο και στο ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα και, τέλος, στο προσφυγικό. Όλα αυτά καταδεικνύουν πως ο ομφάλιος λώρος που τους συνδέει με αυτή την Αριστερά είναι πολύ ισχυρότερος από εκείνον που τους συνδέει με την πατρίδα τους, γιατί διαφορετικά θα είχαν φροντίσει να κόψουν τελεσίδικα τον πρώτο και να παύσουν να ορίζονται ως «αριστεροί πατριώτες», έκφραση  που αποτελεί, για τη σημερινή Ελλάδα, μια πραγματική contradictio in terminis.
Αν, όμως, είναι αλήθεια πως η διαδρομή μέσα από την Αριστερά ήταν ίσως απαραίτητη για να μπολιαστεί ο ελληνικός πατριωτισμός με ένα εναλλακτικό όραμα μιας κοινωνίας περισσότερο ελεύθερης και εξισωτικής, είναι εξίσου αλήθεια ότι και η ρήξη με αυτήν αποτελεί μια αποφασιστική προϋπόθεση για την επαφή με το λαϊκό σώμα και τον αυθόρμητο πατριωτισμό του.
Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να υπάρχει οποιαδήποτε πολιτική προοπτική για μια εναλλακτική πρόταση απέναντι στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό, που έχει μεταβάλει τη χώρα μας σε αποικία χρέους, εάν αυτή δεν βυθίσει τις ρίζες της στην παράδοση και το παρελθόν της κοινωνίας μας, τις κοινότητές της, τη γλώσσα της, τη θρησκεία της – ακόμα και για εκείνους που δεν πιστεύουν σε θρησκεία. Γι’ αυτό πρέπει να υπάρξει μια οριστική και τελεσίδικη ρήξη με την Αριστερά και ό,τι αυτή εκπροσωπεί.
Καθόλου τυχαία, άλλωστε, στην Ελλάδα, ακριβώς γιατί η κοινωνία μας δεν ανήκει στην αποικιοκρατική Δύση αλλά υπήρξε αποικιοκρατούμενη με παρασιτικό τρόπο (δηλαδή οι μεταπράτες αστοί και οι ελιτ ένιωθαν ταυτισμένοι με τους… αποικιοκράτες), αυτά τα φαινόμενα έπαιρναν πάντα παροξυστικό χαρακτήρα. Διότι, στη Δύση, ο ριζοσπαστισμός της Αριστεράς πατούσε στην πραγματικότητα της αντίθεσης με έθνη ιμπεριαλιστικά και θρησκείες επεκτατικές (καθολικισμό ή προτεσταντισμό), που ήθελαν να επιβληθούν στο σύνολο του πλανήτη. Στον Τρίτο Κόσμο, η Αριστερά, όπου επιβίωσε και κυριάρχησε, όπως στην Κίνα ή το Βιετνάμ, «εθνικοποίησε» τον μαρξισμό και ηγεμόνευσε στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Στην Ελλάδα, μια Αριστερά παρασιτικά εξαρτημένη από τη Σοβιετία, αρχικώς, και από τη Δύση μετέπειτα  –γενικότερα από τον δυτικό διαφωτισμό και «προοδευτισμό»– παρήγαγε τα εκτρώματα του 1922, όταν στράφηκε ενάντια στον ίδιο της τον λαό, στη Μ. Ασία και την Α. Θράκη, συμμαχώντας με τους γερμανόφιλους βασιλικούς·  της συνηγορίας υπέρ του βουλγαρικού επεκτατισμού στο Μακεδονικό· της υποστήριξης του σχεδίου Ανάν, εσχάτως, και του ιστορικού εθνομηδενισμού. Και εάν, στη διάρκεια της Κατοχής, ηγήθηκε του εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα, αυτό έγινε στην πραγματικότητα παρά την κυρίαρχη ιδεολογία της και διότι οι λεγόμενες «αστικές δυνάμεις» ήταν ακόμα πιο ξενόδουλες. Εξ ου και η σύγκρουση με τον Βελουχιώτη και η οικτρή συνέχεια του Εμφυλίου. Το ίδιο έγινε και όταν στην Ελλάδα υποστήριζε τον αντιαποικιακό αγώνα της Κύπρου, από τον οποίο απείχε η κυπριακή αριστερά! Γι’ αυτό και, σχεδόν φυσιολογικά, σήμερα, έχει επιστρέψει, στη συντριπτική της πλειοψηφία, στον εθνομηδενισμό ή στον ιδιότυπο «τροτσκισμό» του ΚΚΕ.
Ξεπερασμένη πλέον στον καπιταλιστικό κόσμο και ιδιαίτερα παρασιτική στον ελληνικό κόσμο. Τί χρεία έχομε λοιπόν αυτής;
Αυτή τη Μεγάλη Παρασκευή η ελληνική Αριστερά κατεβαίνει στον τάφο χωρίς καμία προοπτική Ανάστασης. Ο ελληνικός λαός θα αναστηθεί, όπως πιστεύουμε και ελπίζουμε, χωρίς αυτή την Αριστερά – απορρίπτοντας τον πολιτισμικό υπερκαπιταλισμό της δυτικής  Αριστεράς και τον εθνομηδενισμό της ελληνικής· για να το πράξει, θα πρέπει επίπονα, βασανιστικά, να την κερδίσει αυτή την Ανάσταση μέσα από ένα νέο όραμα εκσυγχρονισμού της παράδοσής του.
Σε μια στιγμή που κόμματα και κομματίδια φυτρώνουν σαν μανιτάρια, από τη Ζωή έως τον Μπαλτάκο –και στην αμέσως επόμενη περίοδο, μετά την αποσύνθεση του ΣΥΡΙΖΑ, θα πολλαπλασιαστούν στο άπειρο–, έχει ανοίξει η ιστορική περίοδος για ένα πατριωτικό δημοκρατικό κίνημα. Μόνο που, για να συγκροτηθεί αυτό, απαιτείται μία μεγάλη σύνθεση: η σύνθεση ανάμεσα στον πατριωτισμό και την ιστορικότητα του ελληνισμού με τις κοινωνικές αξίες που κάποτε εκπροσώπησε, έστω και στρεβλά, η Αριστερά.
Για να πάρει, όμως, σάρκα και οστά ένα τέτοιο εγχείρημα, πέρα από τη συνειδητοποίηση των ανθρώπων –και εκείνη των πολιτικών στελεχών των προερχόμενων από την Αριστερά φαίνεται να καθυστερεί τραγικά–, απαιτείται η ανάδειξη και ενός νέου πολιτικοκοινωνικού υποκειμένου που θα εκφράζει και θα εκπροσωπεί μια τέτοια σύνθεση: Όταν οι τριάντα χιλιάδες νέοι που μαθαίνουν παραδοσιακό χορό και μουσική στην Κρήτη θα αποφασίσουν, –τουλάχιστον ένα κομμάτι ανάμεσά τους– πως είναι καιρός να διαμορφώσουν και ένα αντίστοιχο πολιτικό πρόταγμα. Όταν οι δεκάδες χιλιάδες των νέων που έλκονται από τον αντιεξουσιαστικό λόγο και πιθηκίζουν τα αμερικάνικα πολιτισμικά πρότυπα αποφασίσουν –έστω ένα μέρος τους– πως είναι ανάγκη να δουν με υπερηφάνεια τη δική τους παράδοση ως υπέρτερη εκείνης  του… Prince. Όταν οι δεκάδες χιλιάδες νέοι, συχνά πληβειακής καταγωγής, που παραμυθιάζονται από την ψευδοπατριωτική φρασεολογία της Χ.Α., κατανοήσουν πως, σε αυτόν εδώ τον τόπο, ο αληθινός πατριωτισμός συμβαδίζει πάντα με τη δημοκρατική παράδοση. Όταν οι εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που πασχίζουν να είναι τίμιοι και συνεπείς στη δουλειά τους και αγαπάνε την πατρίδα τους, χωρίς να είναι κολλημένοι σε ιδεολογίες και κόμματα, αποφασίσουν να μεταφέρουν και σε πολιτικό επίπεδο αυτό που κάνουν στη ζωή τους…
Όταν όλοι αυτοί αρχίσουν να κινούνται, τότε θα αναδειχθεί και το κοινωνικοπολιτικό υποκείμενο αυτού του μεγάλου μετασχηματισμού που δεν θα κουβαλάει μαζί του τις αμαρτίες και τις αγκυλώσεις του παρελθόντος, και θα μπορεί να ενστερνιστεί ένα όραμα πατριωτισμού, κοινωνικής δικαιοσύνης, οικολογίας, άμεσης δημοκρατίας, παραγωγικής ανασυγκρότησης και πολιτισμικής αναγέννησης. Όλα αυτά μαζί. Και όσο εάν, στο άμεσο μέλλον, φαίνεται πως, μετά την κατάρρευση της Αριστεράς, έχει έλθει η ώρα της Δεξιάς σε όλες της τις εκδοχές, εν τούτοις είμαστε βέβαιοι πως, στην Ελλάδα, η παράδοση αυτού του τόπου εναγώνια θα σπρώχνει και στην αναζήτηση αυτού του νέου οράματος. Γιατί η ψυχή του ανθρώπου έχει ανάγκη να μπορεί να πετάξει στο όραμα και τον μετασχηματισμό. Τι σπουδαιότερο μήνυμα εξάλλου, αυτές τις μέρες, από εκείνο του μετασχηματισμού της Ανάστασης. Ας αφήσουμε λοιπόν πίσω μας τελεσίδικα τα παρωχημένα σχήματα και ιδεολογίες και ας δούμε την Ανάσταση συνυφασμένη με μια νέα οραματική σύνθεση στον κόσμο, αλλά προπαντός στη χώρα μας.

 

Τετάρτη 27 Απριλίου 2016

H MEΓΑΛΗ ΛΗΣΤΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ -Πως ανέλαβαν δράση οι πολιτικές συμμορίες της μεταπολίτευσης για να φτάσουμε δια μέσω της μεταπολιτεύσεως στους σημερινούς Κατσιαπλιάδες.

Δεν υπάρχει ακόμα συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και των δανειστών πάνω στα προληπτικά μέτρα που θα πρέπει να νομοθετήσει η Αθήνα, δήλωσε πριν από λίγη ώρα ο πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, όπως μεταδίδει το πρακτορείο Bloomberg.
Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι το ενδεχόμενο νέας σύγκλησης της ευρω-ομάδας την Μεγάλη Πέμπτη παραμένει σταθερά στον «αέρα», με τον κ. Ντάισελμπλουμ να σημειώνει ότι η σχετική απόφαση θα ληφθεί αύριο Τετάρτη.
Ο κ. Ντάισελμπλουμ έχει αποσαφηνίσει από την προηγούμενη εβδομάδα ότι οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης θα συνεδριάσουν ξανά μόνο εάν υπάρξει επαρκής πρόοδος στη διαπραγμάτευση της Ελλάδας με τους θεσμούς.
Οι εταίροι θέλουν η Αθήνα να νομοθετήσει προληπτικά μέτρα ισοδύναμα με 2% του ΑΕΠ, ήτοι άνω των 3,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, τα οποία όμως θα τεθούν σε ισχύ μόνο αν η χώρα χάνει τους δημοσιονομικούς στόχους που συμφωνήθηκαν το καλοκαίρι.

Η αναγγελία του κ. Ντάισελμπλουμ δείχνει προς την κατάληξη του Μνημονιακού Θρίλερ που δεν είναι άλλη παρά η έξοδος από την ζώνη του Ευρώ ενός Κράτος του οποίου οι πολίτες και οι πολιτικές ηγεσίες (καθ΄εικόνα και ομοίωση του δίχως αισθητική κακομούτσουνου κατσιαπλιά λαού) προτίμησαν τα σκοτεινά σοκάκια της διαφθοράς από τα ευρωπαικά σαλόνια στα οποία επιχείρησε να μας μπάσει με το στανιό ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.

Στην συνέχεια ανέλαβαν δράση οι πολιτικές συμμορίες της μεταπολίτευσης ξεκινώντας από τον θρυλικό Ανδρέα και τους Ντάλτονς του ΠΑΣΟΚ για να φτάσουμε δια μέσω της μεταπολιτεύσεως στους σημερινούς Κατσιαπλιάδες. Στο μεταξύ καταχραστήκαμε πάνω από 5 τρις ευρώ από τους κουτόφραγκους και στο τέλος του έργου τους βάλαμε και “κοριούς” γιατί εμείς είμαστε μάγκες.

Ο σύμβουλος έκδοσης του “Κουρδιστού Πορτοκαλιού”, εξαίρετος δημοσιογράφος κ. Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος θα σας διηγηθεί για μια ακόμη φορά το πως λαός και ηγεσία φτάσαμε στον προορισμό που μάς άξιζε: Περίγελος της Ευρώπης, του πλανήτη, θα έλεγα…

Είναι μία βροχερή Τετάρτη του Φεβρουαρίου 1981. Το βράδυ, σε μια ψαροταβέρνα του Χαλανδρίου, στον δρόμο προς Χολαργό, κοντά στο σπίτι του Χαρίλαου Φλωράκη, Γενικού Γραμματέα τότε του ΚΚΕ, συνευρίσκονται οι Ανδρέας Παπανδρέου, αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, Άκης Τσοχατζόπουλος, Γεράσιμος Αρσένης, Κωστής Βαΐτσος, Βάσω Παπανδρέου, Μένιος Κουτσόγιωργας και ο μετέπειτα δήμαρχος Χαλανδρίου Νίκος Πέρκιζας.
papandropoulos886061941764
Από τον Αθανάσιο Χ. Παπανδρόπουλο
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι σίγουρος για την εκλογική νίκη του «Κινήματος» στις εκλογές του Οκτωβρίου και η συζήτηση είναι πού θα βρεθούν τα απαραίτητα κεφάλαια για να μοιραστούν στις ορδές των «μη προνομιούχων» που ανυπόμονοι περιμένουν την ώρα της μεγάλης εισβολής. (Διαβάστε το όλο. Θα αυξηθεί κατακόρυφα η οργή σας και δεν θα πιστεύετε τις αποκαλύψεις οι οποίες λόγω του έγκριτου δημοσιογράφου είναι όλες τεκμηριωμένες).
«Πρόεδρε, δεν υπάρχει πρόβλημα», λέει ο Γεράσιμος Αρσένης, μετέπειτα «τσάρος της οικονομίας», στον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. «Το διεθνές σύστημα», επιμένει, «έχει μεγάλη ρευστότητα και θα βρούμε αρκετό χρήμα να φέρουμε στην Ελλάδα. Εξάλλου, τα επιτόκια είναι χαμηλά, όπως και το ελληνικό δημόσιο χρέος. Υπάρχουν έτσι περιθώρια να αντιμετωπίσουμε και αιτήματα για παροχές, αλλά και μία πιθανή φυγή κεφαλαίων στις ξένες τράπεζες από βιομηχάνους και μεγαλοεισαγωγείς…».
«Δηλαδή λεφτά υπάρχουν, Μάκη», τονίζει ευχαριστημένος ο Ανδρέας Παπανδρέου. «Θα μπορέσουμε έτσι να δείξουμε στον λαό ότι μοιράζουμε χρήμα. Ποιος ποτέ θα μάθει ότι αυτό είναι δανεικό… Θα λέμε σε όλους τους τόνους ότι είναι το χρήμα του κατεστημένου, που τώρα ανήκει στους Έλληνες…», προσθέτει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και δείχνει να απολαμβάνει το ουίσκι που πίνει.
«Οι γιαπωνέζικες τράπεζες ψοφάνε να δανείζουν χρήμα στην Ευρώπη, κύριε πρόεδρε», λέει στον Ανδρέα Παπανδρέου ο Κωστής Βαΐτσος, που είχε διεθνή εμπειρία από τη συμβουλευτική θητεία του σε χώρα της Λατινικής Αμερικής. Γνώριζε επίσης ο ίδιος – όπως και ο Ανδρέας Παπανδρέου – ότιστην διεθνή κεφαλαιαγορά κυκλοφορούσε και άφθονο μαύρο αραβικό χρήμα σε πετροδολάρια, που άλλο που δεν ήθελε να τοποθετηθεί σε χώρες όπως η Ελλάδα. Το χρήμα αυτό ήταν καλοδεχούμενο από τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος ήθελε να το χρησιμοποιήσει για να εξαγοράσει στην κυριολεξία ψήφους και οπαδούς, ώστε να μονιμοποιήσει την παραμονή του στην εξουσία. Αυτό ήταν το μεγάλο όραμά του και, για να το αναλύσει κανείς, απαιτούνται πολλές σελίδες.
Με απλά λόγια, λέμε ότι, όταν το 1974 ο Ανδρέας Παπανδρέου ίδρυσε το ΠΑΣΟΚ, δύο πράγματα τον ενδιέφεραν: Πρώτον, να διαλύσει την μισητή του – όπως είχε αποκαλύψει στον γράφοντα – Ένωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις (ΕΚΝΔ) και, δεύτερον, να καταλάβει την εξουσία. Επειδή μάλιστα γνώριζε ότι δεν θα μπορούσε να καταλάβει την εξουσία υποσχόμενος σοσιαλδημοκρατικού τύπου μεταρρυθμίσεις, οι οποίες εξάλλου ήσαν μέσα στο πρόγραμμα της ΕΚΝΔ, εφάρμοσε μία ριζοσπαστική, λαϊκιστική, τριτοκοσμικού τύπου στρατηγική, αξιοποιώντας τα κατώτατα δυνατά ερείσματα και ένστικτα που μπορεί να διαθέτει ένας λαός.
Σπουδασμένος στην Αμερική και οικονομολόγος, επηρεασμένος από τη σχολή της οικονομετρικής προσέγγισης των πραγμάτων, ο Ανδρέας Παπανδρέου –ο οποίος απεχθανόταν την Ευρώπη και την κουλτούρα της– ήταν ένας πολιτικός με ικανότητα τολμηρών τακτικών ελιγμών, που μπορούσε με άνεση να κινείται στρατηγικά στη βάση ορθολογικών επιλογών. Ένα σημαντικό την εποχή εκείνη στέλεχος του Κινήματος χαρακτήριζε τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ «κινούμενο ηλεκτρονικό υπολογιστή». Μελετούσε κάθε κίνησή του και, κυρίως, στην Αμερική είχε διδαχθεί από ειδικούς επικοινωνιολόγους να καταλαβαίνει την ψυχολογία του όχλου, να συνθηματολογεί και να μπορεί να διαισθάνεται τι θέλει να ακούσει ο ακροατής.
«Ύστερα», γράφει ο Στάμος Ζούλας, «ο Ανδρέας είχε διαπιστώσει ότι στην Ελλάδα η πιθανότητα να αποκτήσει κάποιος δημοσιότητα είναι η εκπροσώπηση απόψεων με τρόπο που να διεγείρει, που να συγκινεί, και ιδιαίτερα σε θέματα που το συναισθηματικό στοιχείο είναι πολύ έντονο». Ακόμη και όσα οι πολιτικοί του αντίπαλοι θεωρούσαν ως ανερμάτιστη πολιτική και οβιδιακές μεταμορφώσεις, στην ουσία δεν ήταν παρά ένας συνειδητός και προσχεδιασμένος τακτικισμός που είχε ως πρωταρχικό –αν όχι αποκλειστικό– στόχο την κατάληψη της εξουσίας»[1]. Και η τελευταία όντως κατελήφθη τον Οκτώβριο του 1981 και έμελλε να κρατήσει, την πρώτη περίοδο, το ΠΑΣΟΚ και τον αρχηγό του στο τιμόνι της χώρας έως τον Ιούλιο του 1989.
2. [Η δημιουργία των μηχανισμών]Εννέα χρόνια παραμονής στην εξουσία ήσαν αρκετά για το ΠΑΣΟΚ και τον ιδρυτή του να δημιουργήσουν αρθρώσεις και καταστάσεις που δύσκολα θα μπορούσαν αρθούν από φιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις. Ακόμα χειρότερα, την πασοκική περίοδο εμπεδώθηκε στην Ελλάδα και μία αντιδραστική τριτοκοσμική ιδεολογία η οποία σήμερα μόνον δεινά επιφυλάσσει στη χώρα. Εξάλλου, η ιδεολογία αυτή, σύμφωνα με τα γνωστά από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα πρότυπα, χρησίμευε ως άλλοθι στους μηχανισμούς που έπαιρναν σάρκα και οστά στην Ελλάδα σε αντικατάσταση του αποκαλούμενου «κράτους της δεξιάς». Μετά λοιπόν την επιχείρηση του Φεβρουαρίου 1982, όταν μία Κυριακή οι πρασινοφρουροί έκαναν δοκιμή πραξικοπήματος, σταδιακά εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα μηχανισμοί του πασοκικού κράτους που δημιουργούσαν και νέες κοινωνικο-οικονομικές αρθρώσεις.
Κοντολογίς, ο Ανδρέας Παπανδρέου επεδίωξε –και σε μεγάλο βαθμό κατάφερε– να δημιουργήσει μία φιλική προς το ΠΑΣΟΚ μεσαία τάξη, εσωστρεφή και εχθρική προς κάθε φιλελεύθερη και ευρωπαϊκή ιδέα. Επρόκειτο για μία τάξη που διψούσε για χρήμα, αλλά ήθελε να το αποκτήσει χωρίς κόπο και, κυρίως, όχι μέσα από μηχανισμούς της αγοράς και του οικονομικού ανταγωνισμού που συνεπάγεται η ελεύθερη οικονομία.
Έτσι, την περίοδο 1981-1985, εισρέουν στην Ελλάδα απίστευτα ποσά, δανεισμένα από ξένες τράπεζες, κυρίως ιαπωνικές, και δαπανώνται ασυστόλως στο όνομα της «καμένης γης», για να εκκολαφθεί η πασοκική εξουσία, η οποία ήταν και σαφέστατου τριτοκοσμικού χαρακτήρα. Την προαναφερόμενη περίοδο, η Ελλάδα δανείστηκε από το εξωτερικό περί τα 50 δισ. δολάρια, παράλληλα δε εισέπραξε και άλλα 26 δισ. δολάρια από κοινοτικές επιδοτήσεις. Μέσα σε μία τετραετία, δηλαδή, η χώρα είχε δεχθεί το ισόποσο ενός έτους Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ). Όσο για το δημόσιο χρέος της, από 28% του ΑΕΠ το 1980, είχε εκτιναχθεί στο 47,8% στα τέλη του 1985[2]. Είχε, δηλαδή, σχεδόν διπλασιασθεί χωρίς να γίνει στη χώρα ούτε ένα έργο!
Αντιθέτως, η κατανάλωση είχε πάει στα ύψη, με αποτέλεσμα την αλματώδη άνοδο του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών, το έλλειμμα του οποίου έφθασε να αντιπροσωπεύει το 14,5% του ΑΕΠ και να είναι το υψηλότερο κατά κεφαλήν στον κόσμο!
Στο επίπεδο της παραγωγής, όμως, η Ελλάδα υποχωρεί σημαντικά, οι εξαγωγές της παραμένουν στάσιμες, ενώ η βιομηχανία της ξεφτίζει και σταδιακά χάνεται. Το ΠΑΣΟΚ, ωστόσο, εδραιώνεται κοινωνικά και εξαγοράζει ψήφους, συνειδήσεις, συνδικαλιστικές οργανώσεις, αγροτικούς συνεταιρισμούς, δήμους, κοινότητες. Όπως ψιθυρίζεται στους ευρωπαϊκούς διαδρόμους, το «Κίνημα» του Ανδρέα Παπανδρέου αποκτά καθεστωτικό χαρακτήρα και το ότι παραμένει στην Ευρώπη οφείλεται στο χρήμα που εισρέει στην Ελλάδα από τα διάφορα κοινοτικά Ταμεία. Τα τελευταία χρησιμοποιούνται για πλουσιοπάροχες επιδοτήσεις ημέτερων αγροτών, συνδικαλιστών, δημοσιογράφων, επιχειρηματιών, εκδοτών, ανώτερων και ανώτατων στελεχών επιχειρήσεων και, βεβαίως, κομματικών μηχανισμών.
Δημιουργείται έτσι σταδιακά ένα παρακράτος μαφιόζικου τύπου, το οποίο διεισδύει όλο και βαθύτερα στην πολιτική και κυριολεκτικά μολύνει τη δημοκρατία. Απίθανοι και αδίστακτοι εκπρόσωποι αυτού του παρακράτους δημιουργούν δίκτυα επικοινωνίας και επιρροής και αξιοποιούν στο έπακρο μια φαύλη «προοδευτική» δημοσιογραφία και ακόμα πιο φαύλους βαρόνους των μέσων μαζικής επικοινωνίας (ΜΜΕ). Αν δε κατά καιρούς τα σκάνδαλα, οι καταχρήσεις και οι λεηλασίες αυτού του παρακράτους βγαίνουν στη δημοσιότητα, αυτό οφείλεται αποκλειστικά σε εσωτερικούς ανταγωνισμούς και σε προσωπικές έριδες των ανθρώπων που δεσπόζουν στο παρακράτος. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς… Ο Κοσκωτάς, ο Μαυράκης, ο Σταματελάτος, η Αγρέξ, τα καλαμπόκια, η Προμέτ, ο Οργανισμός Ανασυγκροτήσεως Επιχειρήσεων είναι μερικά από τα 200 σκάνδαλα του ΠΑΣΟΚ που είχε καταγράψει ο Γιάννης Λάμψας και είχε περιγράψει αναλυτικά σε άρθρα του στα τότε Επίκαιρα του Γιάννη Πουρνάρα.
Συγκλονιστικά και απολύτως ελεγμένα στοιχεία για εκείνη την περίοδο περιέχονται σε ένα αποκαλυπτικό και πολύ σημαντικό βιβλίο του Δημήτρη Στεργίου, αρχισυντάκτη τουOικονομικού Ταχυδρόμου την εικοσαετία 1979-1999 και διευθυντή σύνταξης του ίδιου περιοδικού το 2000. Στο βιβλίο Το Πολιτικό Δράμα της Ελλάδος 1981-2005[3], ο συγγραφέας προέβλεπε την πτώχευση της χώρας από το 1989, όταν στην ουσία η Ελλάδα είχε απειληθεί με αποβολή από την Ευρωπαϊκή Ένωση – χωρίς να ιδρώσει κανενός το αυτί. Την αποκάλυψη αυτή είχε κάνει ο υπογράφων από τις στήλες του Οικονομικού Ταχυδρόμου, δεχόμενος τόνους ύβρεων λάσπης από τους πραιτοριανούς της «Αλλαγής».
Την ώρα, λοιπόν, που κάποιοι ψάχνουν για «επαχθή χρέη» και παραπλανούν τον κόσμο, θα πρέπει κάποια πράγματα να τα δούμε από κοντά. Ειδικότερα δε θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι σε μία χρεοκοπία δεν υπάρχουν αμέτοχοι – κυρίως όταν η χρεοκοπία είναι απότοκος συλλογικής ληστείας, τους καρπούς της οποίας άλλοι γεύονται περισσότερο, άλλοι λιγότερο και κάποιοι ίσως καθόλου.
3. [Αριθμοί και γεγονότα]Ο υπογράφων δέχεται ότι τα τριανταπέντε τελευταία χρόνια αρκετοί πολιτικοί πλούτισαν και κάποιοι υπερπλούτισαν ασκώντας το επάγγελμα του «εκπροσώπου του λαού». Δέχεται επίσης ότι στο πολιτικό μας σύστημα υπάρχει αυξημένη διαφθορά. Όλα αυτά, σε μία δημοκρατία είναι ανιχνεύσιμα και κολάσιμα. Γι’ αυτό, «επαχθή χρέη» υπάρχουν και αναγνωρίζονται
μόνον στις δικτατορίες τριτοκοσμικού και κομμουνιστικού τύπου. Αντιθέτως, στη δημοκρατία, η διαφάνεια – η οποία είναι και ένας από τους όρους λειτουργίας της – αποτελεί αντίδοτο στη διαφθορά και ενίοτε την αποτρέπει. Ωστόσο, ειδικά στην χώρα μας, υπάρχει μία άλλη, και πραγματική, διάσταση «επαχθούς χρέους» την οποίαν ουδείς τολμά να αναφέρει και, ακόμη περισσότερο, να αναδείξει. Γι’ αυτό, στο παρόν κείμενο θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μία μερική διάσταση αυτού του «επαχθούς χρέους» προβάλλοντας στοιχεία που με πολύ κόπο αναζητήσαμε και καταγράψαμε.
Επισημαίνουμε, έτσι, ότι από το 1979 έως και το 2010 έγιναν στην Ελλάδα 5.280 γενικές και κλαδικές απεργίες, σε ποσοστό 96% του δημοσίου τομέα, με αποτέλεσμα να χαθούν 1.385 ημέρες εργασίας. Σε σημερινά ευρώ, το κόστος αυτών των εργάσιμων ημερών, που είναι 45 τον χρόνο, αντιστοιχεί σε 135 δισ. ευρώ, ήτοι στο 39% του συνολικού δημοσίου χρέους της χώρας ή στο 55% των χρεών των ασφαλιστικών ταμείων. Σημειώνουμε ότι οι απεργούντες ναι μεν δεν προσήλθαν στην εργασία τους, πλην όμως εισέπραξαν το σχετικό ημερήσιο κόστος της τελευταίας – και το συνολικό αυτό ποσόν είναι αδύνατον να υπολογισθεί. Σίγουρα, όμως, σωρευτικά αντιπροσωπεύει κάποια δισεκατομμύρια ευρώ. Οι περισσότερες από τις προαναφερθείσες απεργίες – ο αριθμός των οποίων είναι τριπλάσιος του αντιστοίχου κοινοτικού μέσου όρου πριν τη μεγάλη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (ΕΕ) – είχαν εκβιαστικό χαρακτήρα και κατέληξαν στην απόσπαση απίθανων προνομίων. Τα τελευταία –όπως, για παράδειγμα, τα δωρεάν ταξίδια με την Ολυμπιακή Αεροπορία όλων των μελών των οικογενειών των εργαζομένων (;) στην εταιρεία, στην πρώτη θέση– επιβάρυναν, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το κόστος παραγωγής της ελληνικής οικονομίας κατά 4% του ΑΕΠ περίπου. Έτσι, σωρευτικά τα τριάντα τελευταία χρόνια η ελληνική οικονομία επιβαρύνθηκε με άλλα 140 δισ. ευρώ, χάνοντας ταυτοχρόνως και σημαντικό μέρος από την ανταγωνιστικότητά της. Στην απώλεια αυτή θα πρέπει να προστεθεί και η κατά 2% σωρευτική επιβάρυνση του ΑΕΠ από τα κλειστά επαγγέλματα, η οποία επίσης υπολογίζεται σε άλλα 120 δισ. ευρώ.
Επίσης, από το 1993, μετά την πτώση της κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, έως και το 2009, προσελήφθησαν στην ευρύτερο δημόσιο τομέα περί τα 600.000 άτομα, με αποτέλεσμα το κόστος του δημόσιου τομέα να επιβαρυνθεί με το απίστευτο ποσόν των 500 δισ. ευρώ – κόστος το οποίο ξεπέρασε κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες το αντίστοιχο μέσο της ΕΕ των 15 χωρών-μελών. Το ποσοστό αυτό σήμερα αντιπροσωπεύει 11 δισ. ευρώ ετησίως και είναι η βασική αιτία της δημιουργίας δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Ακόμα χειρότερα, επιβαρύνει και την εξυπηρέτηση του δημόσιου δανεισμού σε επίπεδα που είναι δύσκολο να υπολογισθούν. Στις παραπάνω απίστευτες επιβαρύνσεις θα πρέπει να προσθέσουμε και την χορήγηση στην Ελλάδα 180.000 συντάξεων με μηδενική ανταπόδοση, οι οποίες σε μία εικοσαετία επιβάρυναν το υπερχρεωμένο ασφαλιστικό σύστημα της χώρας με 24 δισ. ευρώ, στα οποία θα πρέπει να προστεθούν και κάποια δισεκατομμύρια εφάπαξ. Την περίοδο 1990-2009 καταγράψαμε επίσης για την Αθήνα 180 δήθεν φοιτητικές διαδηλώσεις, οι οποίες κατέληξαν σε καταστροφές δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας και σε λεηλασίες πανεπιστημιακών ιδρυμάτων ανυπολογίστου αξίας. Την εικοσαετία αυτή, οι καταστροφές που προκλήθηκαν μόνον στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο υπολογίζονται στα 30 εκατ. ευρώ σωρευτικά, συμπεριλαμβανομένων και των κλοπών επιστημονικού υλικού. Από κοινωνικής δε πλευράς, οι βάρβαρες αυτές εκδηλώσεις οδήγησαν σε απώλειες δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας στο κέντρο της Αθήνας και στο κλείσιμο περίπου 10.000 εμπορικών και άλλων επιχειρήσεων.
Αποκαλυπτικά επίσης στοιχεία για το μέγεθος της μεγάλης ληστείας μπορεί να εντοπίσει κανείς σε ένα θαυμάσιο βιβλίο του αείμνηστου Νικολάου Θέμελη, υπουργού Προεδρίας στην Οικουμενική Κυβέρνηση Ζολώτα το 1990, με τίτλο Τον δρόμον τετέλεκα [4]. Στο βιβλίο αυτό, ο συγγραφέας, που ήταν και πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, περιγράφει τις απίστευτες εμπειρίες του. Σε οποιαδήποτε δημοκρατική και ευνομούμενη χώρα, το βιβλίο αυτό θα είχε προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων και εισαγγελικών επεμβάσεων. Εν Ελλάδι πέρασε απαρατήρητο. Ο λόγος απλός και ευκόλως κατανοητός: ο συγγραφέας περιγράφει όργια καταχρήσεων και σπαταλών στη δημόσια διοίκηση και αναφέρει σοβαρότατες ατασθαλίες σε δήμους και κοινότητες. Ατασθαλίες που, συνολικά, ξεπερνούσαν τα 20 δισ. δραχμές την εποχή εκείνη. Το ποσόν αυτό, βέβαια, ανεβαίνει σε αστρονομικά ύψη αν διαβάσει κανείς τις εκθέσεις του Λ. Ρακιντζή, Επιθεωρητού Δημοσίας Διοικήσεως, ο οποίος, στην γνωστή έκθεσή του, περιγράφει τα σημεία και τέρατα που συμβαίνουν στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, στις πολεοδομίες, στα Ελληνικά Ταχυδρομεία και γενικά σε δημόσιους οργανισμούς. Σύμφωνα με υπολογισμούς του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως (ΟΟΣΑ), το κόστος της διαφθοράς στην ελληνική δημόσια διοίκηση αντιπροσωπεύει περί το 2% του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) της χώρας, ήτοι, με τα σημερινά δεδομένα, ένα ποσόν της τάξεως των 5 δισ. ευρώ. Έτσι, σε επίπεδο τριακονταετίας, φθάνουμε αισίως τα 120 δισ. ευρώ.
Είναι, λοιπόν, ηλίου φαεινότερον ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι όντως «επαχθές», όχι όμως για τους λόγους που επικαλούνται κάποιοι νομικοί, που, υποκρίνονται ότι τώρα ανακαλύπτουν τον τροχό της διαφθοράς και της γραφειοκρατικής ασυδοσίας. Αυτοί που αναζητούν ενόχους και αποδιοπομπαίους τράγους για το αποκαλούμενο ελληνικό «επαχθές χρέος» και απειλούν με μηνύσεις και άλλα παρόμοια, καλά θα έκαναν να μάθουν …γραφή και ανάγνωση. Το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι το γνήσιο προϊόν της καταληστεύσεως του δημοσίου πλούτου από συντεχνίες, συνεταιρισμούς, συνδικαλιστικά σωματεία, δημόσιες επιχειρήσεις και κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες.
Όλος αυτός δεσμός της ελληνικής, σοβιετικού τύπου, κλεπτοκρατίας δίνει σήμερα τον υπέρ πάντων αγώνα για να καταρρεύσει η χώρα. Είναι η μόνη ελπίδα τους. Διότι, μία ελληνική κατάρρευση θα αφήσει άθικτους όλους τους μηχανισμούς της διαφθοράς και θα ενισχύσει τις εξουσίες των συντεχνιών. Για παράδειγμα, επιχειρηματίες που τροφοδοτούν τις διάφορες φιλολογίες περί επιστροφής στην δραχμή, είναι ξεκάθαρο τι επιδιώκουν. Έχοντας τεράστια χρέη στο εσωτερικό και γερές καταθέσεις στο εξωτερικό, σε περίπτωση που η Ελλάδα επιστρέψει στη δραχμή νομίζουν ότι θα εξοφλήσουν τα χρέη τους σε υποτιμημένες δραχμές, εισάγοντας υπερτιμημένα ευρώ. Θα συμβεί, δηλαδή, ό,τι συνέβη στην πάλαι ποτε Σοβιετική Ένωση, στην οποίαν οι ολιγάρχες της νομενκλατούρας αγόρασαν σχεδόν τα πάντα με υπερτιμημένα έναντι του ρουβλίου δολάρια που είχαν φυγαδεύσει στο εξωτερικό την περίοδο του κομμουνιστικού καθεστώτος. Με το χρήμα αυτό οι ολιγάρχες, όχι μόνον απέκτησαν αμύθητες περιουσίες, αλλά εγκατέστησαν και τις δικές τους πολιτικές εξουσίες. Έτσι, η σημερινή Ρωσία ελέγχεται από τους ολιγάρχες του χρήματος και αυτούς που αποτελούν το πολιτικό τους σκέλος.
Αυτό το μοντέλο «οραματίζονται» κάποιοι και για την Ελλάδα, γι’ αυτό και επιδιώκουν με κάθε μέσον να την αποκόψουν από την Ευρώπη. Δηλαδή, πέρα από τη μεγάλη ληστεία, οι κύκλοι αυτοί επιχειρούν σήμερα και μία πολιτικο-θεσμική ανατροπή. Το θέμα είναι τεράστιο και οι διάφορες πτυχές του θα αναδεικνύονται όλο και πιο αδρά όσο κυλά ο χρόνος. Και ο χρόνος κυλά εφιαλτικά γρήγορα.
O Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος γιος του Χαρίλαου και της Μάρως, γεννήθηκε στο Παλαιό Ψυχικό το 1941. Έβγαλε το δημοτικό σχολείο στην Πάτρα. Πραγματοποίηοε τις γυμνασιακές του σπουδές διαδοχικά, στη Σχολή Μπερζάν, στο Λεόντειο Λύκειο και στο Αρέθειο. Στη συνέχεια, σπούδασε στο Βέλγιο Οικονομικές και Εμπορικές Επιστήμες εφαρμοσμένες στις υπό ανάπτυξη χώρες. Πτυχιούχος του Πανεπιστημιακού Κέντρου της Μονς, παρακολούθησε, επίσης, στα πανεπιστήμια της Λιέγης, της Λίλλης και των Βρυξελλών, Πολιτική Οικονομία και Κοινωνιολογία, Δημοσιογραφία και Τεχνικές Επικοινωνίας, Φιλοσοφία και Οικονομική των Επιχειρήσεων. Με τη δημοσιογραφία ασχολήθηκε το 1956, σαν συνεργάτης της “Αθλητικής Ηχούς” και του “Νεολόγου Πατρών”. Το 1963 προσελήφθη ως συντάκτης στον “Οικονομικό Ταχυδρόμο” και το “Οικονομικό Βήμα” και από το 1966 υπήρξε ανταποκριτής τους στο Βέλγιο. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1977 και ξανάρχισε τη συνεργασία του με τον “Οικονομικό Ταχυδρόμο” στο τέλος της ίδιας χρονιάς. Συνεργασία που σταμάτησε τον Ιούλιο του 2004, με αφορμή τη διακοπή της κυκλοφορίας του περιοδικού. Στην πολυετή σταδιοδρομία του συνεργάστηκε με τις εφημερίδες “Ελεύθερος Τύπος”, “Απογευματινή”, “Τύπος της Κυριακής”, “Πελοπόννησος” της Πάτρας, “Μακεδονία”, “Θεσσαλονίκη”, κ.α. Όπως επίσης και με τα γνωστά περιοδικά “Status”, “Manager”, “Retail”, κ.α. Σήμερα αρθρογραφεί στις εφημερίδες “Εστία”, “Ναυτεμπορική”, “Κόσμος Σαββατοκύριακο” και “Βήμα της Αιγιαλείας”. Επιμελείται την εκπομπή “Δρόμοι της Ανάπτυξης” της Ελληνικής Εταιρείας Διοικήσεως Επιχειρήσεων στο Κανάλι 10/ Sbc και είναι σύμβουλος της εκπομπής “Καρριέρα: Πού;” στο ίδιο τηλεοπτικό κανάλι. Είναι επίσης επίτιμος διεθνής πρόεδρος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων, πρόεδρος του ελληνικού της τμήματος και μέλος της ΔΣ της Ένωσης Συντακτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Έχει βραβευθεί με 42 ελληνικά και διεθνή δημοσιογραφικά βραβεία και είναι Ιππότης της Τιμής της Γαλλικής και της Ουγγρικής Δημοκρατίας.
Παραπομπές:
[1] Στάμος Ζούλας, Όσα δεν έγραψα…, Καστανιώτη, Αθήνα 2003, σ. 96.
[2] Το καλοκαίρι του 1985 η χώρα έφθασε στο χείλος της κατάρρευσης, όπως περιέγραψε ο τότε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Δ. Χαλικιάς. Βλ. τη μαρτυρία του σε συνέντευξη στον Π. Βασιλόπουλο (Οικονομικός Ταχυδρόμος, 8.1.1988), η οποία παρατίθεται στο σχετικό άρθρο μου «Από το 1985 προβλεπόταν η πτώχευση», που είναι διαθέσιμο στο http://tiny.cc/j3jax
[3] Δημήτρης Λ. Στεργίου, Το πολιτικό δράμα της Ελλάδος 1981-2005, Παπαζήση, Αθήνα 2005.
[4] Νικόλαος Θέμελης, Τον δρόμον τετέλεκα, Ι. Σιδέρης, Αθήνα 1998.

Ο καραστροφικός καταληψίας και η ιδεοληπτική συμμορία του

To καράβι βουλιάζει

Όσοι γνωρίζουν πώς και σε ποιο επίπεδο εκπροσωπείται η χώρα στην διεθνή σκηνή, θλίβονται

Το ότι ο πρωθυπουργός είπε τις γνωστές μπαρούφες στον Γάλλο πρόεδρο της Δημοκρατίας είναι γεγονός. Το γιατί η είδηση δόθηκε στον Νίκο Χατζηνικολάου είναι μια άλλη διάσταση του γεγονότος. Όσοι πραγματικά γνωρίζουν πώς και σε ποιο επίπεδο εκπροσωπείται η χώρα στην διεθνή σκηνή, θλίβονται. Ο πρωθυπουργός έδωσε πολλές εξετάσεις και απέτυχε σχεδόν σε όλες. Από υποσχέσεις και συμφωνίες που υπέγραψε δεν τηρεί καμμία. Σε διαχείριση κρίσεων που έπρεπε να φέρει εις πέρας τα έκανε θάλασσα, κυριολεκτικώς μαντάρα. Τα off the record σχόλια που λέγονται γι αυτόν είναι οδυνηρά για την χώρα, το κύρος τους και για όλους αυτούς τους Έλληνες που έχουν μια κάποια αξιοπρέπεια.
papandropoulos886061940491 
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Θα μπορούσαμε να γράψουμε και άλλα πολλά, πλην όμως δεν αξίζει ο κόπος. Η Ευρώπη ανέχεται πλέον την Ελλάδα με πολύ βαριά καρδιά και αυτό οφείλεται στο τεράστιο ιστορικό και πολιτιστικό βάρος της χώρας –το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, ο κ. Αλέξης Τσίπρας παντελώς αγνοεί.

Όμως, οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, και κυρίως οι ισχυρότεροι από αυτούς, ανέχονται να συνομιλούν και να στηρίζουν σε κάποιον βαθμό έναν απαίδευτο και καιροσκόπο πολιτικό γιατί είναι βαθειά η απογοήτευσή τους και από τους προκατόχους του κ. Τσίπρα. Έτσι, στην παρούσα φάση της κρίσης, στην ουσία βλέπουν ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει εναλλακτική λύση –μία σοβαρή, φερέγγυα και ικανή να πραγματοποιήσει τομές πολιτική δύναμη. 

Στα μάτια των Ευρωπαίων εταίρων μας η ομάδα του κ. Κυρ. Μητσοτάκη δεν είναι κάτι καλύτερο από ξαναζεσταμένο φαΐ. Οι δε πιθανοί σύμμαχοι του προέδρου της ΝΔ σε μία κυβέρνηση συνασπισμού, δεν έχουν πείσει ότι θα μπορέσουν ποτέ να κάνουν στην χώρα αυτά που υπόσχονται εκτός αυτής.

Όπως μάς έλεγε το δεξί χέρι κορυφαίου Ευρωπαίου ηγέτη, ο οποίος έχει επισκεφθεί πολλές φορές την Ελλάδα επισήμως και ανεπισήμως, η γραφειοκρατία στην χώρα μας είναι ανίκητη και μόνον με συντριπτική πολιτική πλειοψηφία θα μπορούσε να ανατραπεί. Έλα, όμως, που οι εγκάθετοι του συστήματος έχουν ισχυρούς πολιτικούς συμμάχους. Ποιος μπορεί λοιπόν να ανατρέψει ένα βουνό από ακαθαρσίες χωρίς να λερωθεί;

Σήμερα, το βουνό αυτό είναι το μεγάλο όπλο του Αλ. Τσίπρα. Με αυτό επιχειρεί να εκβιάζει εταίρους και δανειστές και να παραμένει στην εξουσία χωρίς να κάνει τίποτε για την χώρα και το μέλλον της. Αυτό το βουνό της ακινησίας και της διαφθοράς είναι το ισχυρό ατού του πρωθυπουργού σε ένα παιχνίδι εξουσίας –το οποίο, σε κάθε περίπτωση, θα έχει καταστροφικό για την Ελλάδα τέλος.

Αρκετοί δε είναι αυτοί στην Ευρωπαϊκή Ένωση που βλέπουν θετικά την εκδοχή της καταστροφής. «Ας βουλιάξει το καράβι», λένε, «για να μπορεί μετά να ανελκυστεί και να φτιαχτεί καινούργιο». Είναι και αυτή μια κάποια λύση, θα έλεγε ο γνωστός ποιητής αν ζούσε.

Απομένει βέβαια να δούμε πόσα θα είναι τα θύματα αυτού του συνειδητού ναυαγίου, τα οποίο φυσικά θα γίνει με την άμεση συμμετοχή του περίφημου «λαού», ο οποίος έκανε και τις σχετικές πολιτικές επιλογές. Αυτή είναι μια διάσταση του όλου φαινομένου που δείχνει την επιπολαιότητα, την ανωριμότητα κα την παιδική συμπεριφορά μιας κοινωνίας που παραμυθιάζεται με υποσχέσεις, ζει με ρουσφέτια και θέλει να πλουτίζει γρήγορα με αρπαχτές.

Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

Το σύστημα του χρέους- Πως όλα τα κράτη του πλανήτη πληρώνουν φόρο υποτελείας στις Η.Π.Α. μέσω του τοκογλυφικού καπιταλισμού


Του Βασίλη Βιλλιάρδου
analyst.gr


ΕΙΚΟΝΑ---ΗΠΑ,-ρωσία

Όλα τα κράτη του πλανήτη πληρώνουν φόρο υποτελείας στις Η.Π.Α. μέσω του τοκογλυφικού καπιταλισμού, όπως κάποτε οι κατακτημένες από τη Ρώμη επαρχίες της – κάτι που θέλει να αλλάξει η Ρωσία, διεκδικώντας την εθνική της κυριαρχία


.

«Άφησε με ελεύθερο να εκδίδω και να ελέγχω τα χρήματα ενός έθνους και δεν με ενδιαφέρει ποιος ψηφίζει τους νόμους του». (Rothschild)

.Ανάλυση

Στα δυτικά πανεπιστήμια σπάνια διδάσκονται μαθήματα μακροοικονομίας που έχουν άμεση σχέση με το χρήμα – ευρύτερα με τη δημιουργία του από το πουθενά, εκ μέρους των κεντρικών τραπεζών σε ποσοστό της τάξης του 10% με το πάτημα ενός κουμπιού, κυρίως όμως από τις εμπορικές, σε ποσοστό 90%, μέσω της παροχής δανείων (ανάλυση).

Με τον μαγικό αυτό τρόπο πάντως οι άνθρωποι μετατρέπονται σε σκλάβους χρέους, ενώ το δυτικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο στηρίζεται κυρίως στο δολάριο, έχει αναδειχθεί στον απόλυτο κυρίαρχο του σύμπαντος – επίσης, στο βασικότερο στήριγμα της αμερικανικής ηγεμονίας στον πλανήτη.

Στα πλαίσια αυτά, δεν είναι μόνο η Ρωσία ή/και η Κίνα, οι οποίες προσπαθούν να κόψουν τον ομφάλιο λώρο που τις υποχρεώνει να υπακούουν στις εντολές της υπερδύναμης – για να μην γίνουν στόχος των χρηματοπιστωτικών της επιθέσεων. Κάτι ανάλογο προσπαθεί επίσης η Ελβετία, με την υιοθέτηση του πλήρους χρήματος (άρθρο) – ενώ όλο και περισσότερα κράτη επιθυμούν να ανακτήσουν το προνόμιο της έκδοσης χρημάτων, το οποίο έχουν παραδώσει στις κεντρικές τράπεζες που ελέγχονται από το σύστημα της BIS.

Στα πλαίσια αυτά έχει ενδιαφέρον ο ιδιαίτερος τρόπος, με τον οποίο διδάσκονται τα μακροοικονομικά στη Ρωσία – σε μία χώρα που προετοιμάζεται να διεξάγει τη μάχη των μαχών εναντίον του δυτικού χρηματοπιστωτικού συστήματος και του δολαρίου, στην προσπάθεια της να δημιουργήσει έναν δεύτερο, εναλλακτικό πόλο στον πλανήτη. Αναλυτικότερα (πηγή) τα εξής:

.

Το σύστημα της δημιουργίας χρεών


Το «μάθημα» ξεκινάει με τη διαπίστωση ότι, τα βασικότερα εξαγωγικά προϊόντα της Ρωσίας είναι το πετρέλαιο, καθώς επίσης το φυσικό αέριο – οι υδρογονάνθρακες. Στη συνέχεια αναφέρει πως στη διαδικασία της μετατροπής των φυσικών πόρων της σε χρήμα, συμμετέχουν οι κεντρικές τράπεζες των δύο χωρών: η Fed, καθώς επίσης η Τράπεζα της Ρωσίας, οι οποίες φαίνονται μεν όμοιες μεταξύ τους, αλλά στην πραγματικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.

Ειδικότερα, μια θεωρητικά μικρή διαφορά μεταξύ τους, αλλάζει εντελώς την εικόνα – όπου εν πρώτοις οφείλει να γνωρίζει κανείς πως το δημόσιο χρέος των Η.Π.Α. είναι τεράστιο, πλησιάζοντας σήμερα τα 20 τρις $, ενώ της Ρωσίας υπολογίζεται στα 885 δις $ (πηγή). Βέβαια, εάν υπολογίσει κανείς το σημερινό ΑΕΠ της Ρωσίας σε δολάρια, το οποίο κατέρρευσε στα 1,23 τρις $ το 2015 σύμφωνα με το ΔΝΤ (πηγή), από 2,01 τρις $ το 2013 (πηγή), λόγω της υποτίμησης του ρουβλίου, θα διαπιστώσει πως από το 44% του ΑΕΠ της εκτοξεύθηκε στο 72% σε όρους δολαρίου – όταν μερικά χρόνια πριν ήταν κάτω του 10% του ΑΕΠ, αφού είχε σχεδόν μηδενισθεί το 1998, όταν χρεοκόπησε.

Ένα επόμενο χαρακτηριστικό τώρα των δημοσίων χρεών των Η.Π.Α. είναι η ραγδαία αύξηση τους, αφού στις αρχές του 2014 ήταν «μόλις» 15 τρις $ – οπότε εύλογα αναρωτιέται κανείς από πού προέρχονται αυτά τα χρέη.

Για να το ερμηνεύσουμε οφείλουμε να γνωρίζουμε πως οι Η.Π.Α. εκδίδουν κρατικά ομόλογα, όπως όλες οι άλλες χώρες – μέσω των οποίων δανείζονται χρήματα. Εν τούτοις, δεν μπορούν να δημιουργήσουν χρήματα από το πουθενά, αφού αυτό δεν αποτελεί προνόμιο του αμερικανικού δημοσίου, αλλά της Fed κάτι που συμβαίνει και στις υπόλοιπες χώρες. Παραδόξως λοιπόν τα σύγχρονα κράτη μπορούν να κάνουν τα πάντα, εκτός από ένα: να τυπώνουν μόνα τους χρήματα, όπως συνέβαινε στο απώτερο παρελθόν.

Περαιτέρω, όταν οι Η.Π.Α. έχουν έλλειμμα στον κρατικό προϋπολογισμό τους, το οποίο υπολογίζεται στα 500 δις $, το υπουργείο οικονομικών εκδίδει ομόλογα – τα «πουλάει» δε στη Fed η οποία, με το πάτημα ενός κουμπιού, εμβάζει δολάρια στο κράτος, ίσα με την αξία των ομολόγων που εκδίδει (500 δις $). Τα χρήματα αυτά τα δημιουργεί η Fed από το πουθενά, χωρίς κανένα αντίκρισμα, όπως ένας μάγος – φυσικά όχι σε φυσική μορφή, αλλά ηλεκτρονικά στον υπολογιστή, με έναν αριθμό που συνοδεύεται από τα αντίστοιχα μηδενικά.

Με τον απλό αυτό τρόπο τώρα το κράτος αποκτά τα χρήματα που χρειάζεται, για να χρηματοδοτήσει όλες του τις κοινωνικές δραστηριότητες – τα αμυντικά του προγράμματα, καθώς επίσης όλες τις υπόλοιπες δημόσιες δαπάνες του. Επειδή όμως στο καπιταλιστικό σύστημα δεν υπάρχει τίποτα δωρεάν, οι Η.Π.Α. δίνουν έναντι αυτών των χρημάτων στη Fed, όπως ήδη αναφέραμε, ομόλογα – υποσχετικές πληρωμής δηλαδή του δανείου των 500 δις $ που εισέπραξαν, συν τους τόκους που χρεώνει η κεντρική τράπεζα.

Στην προκειμένη περίπτωση προκύπτει αμέσως η εξής απορία: αφού το κράτος δεν μπορεί να δημιουργήσει χρήματα από το πουθενά, από πού βρίσκει αυτά, με τα οποία πληρώνει τους τόκους; Η απάντηση είναι φυσικά απλή: από τον ίδιο οργανισμό, από την κεντρική τράπεζα, γεγονός που όμως σημαίνει ότι, για να πληρώνει τα παλαιά χρέη του δημιουργεί συνεχώς καινούργια.

Πρόκειται επομένως για ένα σύστημα, το οποίο καθιστά αδύνατη την εξόφληση των χρεών – επιτρέποντας μόνο την εξυπηρέτηση τους, έως εκείνη τη χρονική στιγμή που δεν είναι πλέον δυνατή και χρεοκοπούν τα κράτη. Για τις Η.Π.Α. βέβαια που πληρώνουν τα εξωτερικά χρέη τους με δολάρια που η κεντρική τους τράπεζα δημιουργεί από το πουθενά, δεν υπάρχει κανένα τέτοιο ενδεχόμενο – εκτός εάν χάσουν το συγκεκριμένο τους προνόμιο, το οποίο είναι μεν επίσης προνόμιο του ευρώ (άρθρο), αλλά όχι των επί μέρους χωρών της Ευρωζώνης.

Συνεχίζοντας, το παραπάνω σύστημα παράγει διαρκώς νέα χρέη, τα οποία δεν μειώνονται ποτέ. Αντίθετα, τα χρέη αυξάνονται συνεχώς, ενώ αποκρύπτονται έμμεσα με τη βοήθεια της μεθόδου μέτρησης τους – ως ποσοστό επί του εκάστοτε ΑΕΠ και όχι ως απόλυτο μέγεθος. Για να παραμείνει βέβαια κρυφή η συγκεκριμένη διαδικασία, απαιτείται η συνεχής αύξηση του ΑΕΠ – οπότε η ανάπτυξη, χωρίς την οποία το καπιταλιστικό σύστημα θα καταρρεύσει.

Η επόμενη ερώτηση, γνωρίζοντας πως οι Η.Π.Α. χρωστούν σχεδόν 20 τρις $, η Ιαπωνία πάνω από 12 τρις $, η Κίνα περί τα 4 τρις $, η Ιταλία πάνω από 2 τρις $, η Γερμανία επίσης κοκ., είναι σε ποιόν τα χρωστούν όλα αυτά τα κράτη – όπου η απάντηση είναι προφανής:

σε αυτούς που τα παράγουν, άρα στις κεντρικές τους τράπεζες, οπότε κατ’ επέκταση στους άγνωστους ιδιώτες τραπεζίτες που στέκονται πίσω από το συγκεκριμένο σύστημα. Οφείλουμε βέβαια να γνωρίζουμε πως γενικότερα στον πλανήτη, τα χρέη των οφειλετών είναι ίσα με τα χρηματικά περιουσιακά στοιχεία των δανειστών – αφού το σύνολο τους είναι πάντοτε μηδέν (άρθρο).

.

Η Ρωσία


Όπως αναλύσαμε παραπάνω, οι Η.Π.Α. μπορούν να δανείζονται χρήματα από την κεντρική τους τράπεζα – η Ρωσία όμως όχι. Εάν τώρα κανείς διαβάσει τους νόμους που ισχύουν για την κεντρική τράπεζα της Ρωσίας, θα βρει πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Ειδικότερα, υπάρχει ένας κατάλογος πολλών κρατών, από τα οποία η κεντρική τράπεζα μπορεί να αγοράσει ομόλογα – όπου όμως δεν συναντάει κανείς το όνομα της Ρωσίας. Εκτός αυτού υπάρχει μία παράγραφος, η οποία απαγορεύει στην κεντρική τράπεζα να δανείζει το κράτος – όπως άλλωστε συμβαίνει επίσης στην Ευρωζώνη με την ΕΚΤ.

Με απλά λόγια, η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας μπορεί να χρηματοδοτήσει τις Η.Π.Α.,  την Ιαπωνία, τη Βρετανία κοκ. αγοράζοντας ομόλογα του δημοσίου τους, αλλά όχι την ίδια της τη χώρα – οπότε εύλογα δημιουργείται το ερώτημα, ποιά συμφέροντα εξυπηρετεί η λειτουργία της. Η λογική απάντηση είναι προφανώς το ότι, εξυπηρετεί τα συμφέροντα εκείνων των χωρών, τα ομόλογα των οποίων αγοράζει: άρα των Η.Π.Α., της Βρετανίας, της Ιαπωνίας κλπ., αλλά όχι της Ρωσίας.

Τέλος, η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας δεν μπορεί να δημιουργήσει χρήματα από το πουθενά – όπως ακριβώς συμβαίνει με τις επί μέρους κεντρικές τράπεζες των χωρών της Ευρωζώνης. Ουσιαστικά λοιπόν, πάντοτε σύμφωνα με το Ρώσο, λειτουργεί σαν ένα απλό ανταλλακτήριο νομισμάτων – για παράδειγμα ως εξής:



Η λειτουργία της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας


Η Ρωσία εξάγει πετρέλαιο στις διεθνείς αγορές, ενώ οι Η.Π.Α. παρέχουν δολάρια έναντι αυτού – οπότε η αντίστοιχη ποσότητα δολαρίων εισρέει στη Ρωσία, μέσω των πετρελαϊκών της εταιρειών, καταλήγοντας στο χρηματιστήριο της. Εντός της Ρωσίας δεν διενεργούνται πληρωμές σε δολάρια, αλλά σε ρούβλια. Τι συμβαίνει τότε στο χρηματιστήριο;

Ο βασικός αγοραστής των δολαρίων εδώ είναι η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας, η οποία καθορίζει την ισοτιμία τους με το ρούβλι – ενώ αγοράζει όλα τα δολάρια που εισρέουν στη χώρα έναντι ρουβλίων, τα οποία δημιουργεί επίσης από το πουθενά, συγκεντρώνοντας τα στα συναλλαγματικά της αποθέματα. Εν τούτοις, αφενός μεν τα συναλλαγματικά αποθέματα δεν ανήκουν στη Ρωσία, αλλά στην κεντρική της τράπεζα που δεν είναι στην ιδιοκτησία του κράτους και δεν ελέγχεται από αυτό, αφετέρου δεν δημιουργεί τα ρούβλια όπως η Fed.

Ειδικότερα, η Fed δημιουργεί από το πουθενά όσα χρήματα χρειάζονται οι Η.Π.Α., ανεξάρτητα από το εκάστοτε ύψος τους – ενώ η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας δημιουργεί τόσα ακριβώς χρήματα, όσα για να αγοραστούν όλα εκείνα τα δολάρια που εισέρχονται στη Ρωσία από τις εξαγωγές της.

Το σύστημα αυτό ονομάζεται «καθεστώς επιτροπής συναλλάγματος» (currency board), το οποίο φυσικά δεν έχουν οι Η.Π.Α., αλλά ούτε οι άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες των G7 – οι οποίες είναι οι μοναδικές που διαθέτουν πραγματικές κεντρικές τράπεζες, ως δανειστές ύστατης ανάγκης, ενώ η ισοτιμία των νομισμάτων τους δεν καθορίζεται από καμία επιτροπή, αλλά από τις ελεύθερες αγορές.

Συνεχίζοντας, το σύστημα αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να κυκλοφορούν τόσα χρήματα στη Ρωσία, όσα είναι τα συναλλαγματικά της αποθέματα – αποτελούμενα από δολάρια, ευρώ, γεν, ελβετικά φράγκα, στερλίνες, χρυσό κοκ. Παλαιότερα βέβαια τα αποθέματα αυτά ήταν αποκλειστικά σε χρυσό, ενώ σήμερα ο χρυσός είναι ένα μικρό μόνο μέρος τους, συνήθως κάτω του 10%. Όσον αφορά την υλική ποσότητα των ρουβλίων, είναι σε σχέση με τις ανάγκες ρευστότητας – ενώ, όταν αυξάνεται, με σταθερά τα συναλλαγματικά της αποθέματα, τότε ουσιαστικά υποτιμάται αντίστοιχα το ρούβλι.

Τι κάνει τώρα η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας με τα συναλλαγματικά της αποθέματα σε νομίσματα άλλων χωρών; Απλούστατα, αγοράζει τα κρατικά ομόλογα που εκδίδουν, οπότε χρηματοδοτεί τις Η.Π.Α., τη Βρετανία, την Ευρωζώνη, την Ιαπωνία κοκ. – όπως άλλωστε φαίνεται από το γράφημα που ακολουθεί, με τους κυριότερους δανειστές της υπερδύναμης το 2014 (η Ρωσία συνολικά στους εξαγωγείς πετρελαίου).

.

ΓΡΑΦΗΜΑ - Ωφειλές ΗΠΑ

.

Το γεγονός αυτό συμβαίνει, επειδή η διατήρηση των συναλλαγματικών αποθεμάτων σε νομίσματα ή σε χρυσό δεν αποδίδει τόκους – οπότε όλες οι χώρες προτιμούν τα έντοκα ομόλογα, ιδίως δε τα αμερικανικά, λόγω της μεγάλης ρευστότητας τους (ειδικά σήμερα, όπου τα γερμανικά ή τα ιαπωνικά έχουν σχεδόν μηδενικές αποδόσεις, λόγω της πολιτικής της ποσοτικής διευκόλυνσης που ακολουθούν οι κεντρικές τους τράπεζες).

Η ρευστότητα τώρα αυτή προέρχεται παραδόξως από το μέγεθος του αμερικανικού χρέους – καθώς επίσης από τη μεγάλη ποσότητα ομολόγων που εκδίδουν οι Η.Π.Α., για να καλύπτουν τα υπερβολικά ελλείμματα τους.

Περαιτέρω, τα μόνα αληθινά συναλλαγματικά αποθέματα της Ρωσίας, όπως των άλλων κρατών, είναι αυτά σε χρυσό – τα οποία ευρίσκονται πράγματι σε κάποιο κτίριο στη Μόσχα ή αλλού. Όλα τα υπόλοιπα είναι απλά κάποιοι αριθμοί με μηδενικά στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές των Η.Π.Α. – αφού δεν υπάρχουν πουθενά αποθήκες γεμάτες με δολάρια ή με ομόλογα. Ουσιαστικά λοιπόν πρόκειται για ανύπαρκτα, εικονικά χρήματα – ενώ, εάν σκεφθεί κανείς ότι, πολλά από τα αποθέματα χρυσού των δυτικών χωρών (πίνακας), ιδίως της Γερμανίας, φυλάσσονται στα διάφορα θησαυροφυλάκια της Fed, θα κατανοήσει πως βρίσκονται κυριολεκτικά στο έλεος της υπερδύναμης.

Όταν τώρα η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας πουλάει ξένο συνάλλαγμα, δολάρια για παράδειγμα, τότε τα ηλεκτρονικά χρήματα μεταφέρονται από τις αμερικανικές τράπεζες στη ρωσική – γεγονός που συμβαίνει με όλες τις κεντρικές τράπεζες του πλανήτη, οι οποίες λειτουργούν με το ίδιο σύστημα.

.

Συμπέρασμα


Συνοψίζοντας, όταν η Ρωσία πουλάει πετρέλαιο στις διεθνείς αγορές, εισπράττει εικονικά, ηλεκτρονικά δολάρια – τα οποία αγοράζει η κεντρική της τράπεζα, δημιουργώντας ρούβλια από το πουθενά. Στη συνέχεια τα δολάρια αυτά επιστρέφουν στις Η.Π.Α., όπου ανταλλάσσονται με ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου – γεγονός που σημαίνει πως όλα τα δολάρια που ανταλλάσσονται στον πλανήτη, είναι ίσα με τα χρέη της υπερδύναμης.

Δηλαδή, με 20 τρις $ περίπου σήμερα, τα οποία είναι χρήματα που δεν έχουν κερδίσει οι Η.Π.Α., αλλά έχουν ήδη καταναλώσει – που δεν προέρχονται δηλαδή από την παραγωγή των εργαζομένων τους, αλλά από το συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα που κυριαρχεί σε ολόκληρη την υφήλιο.

Ως εκ τούτου τόσο από τη Ρωσία, όπως επίσης από όλες τις άλλες χώρες, έχει κλαπεί ένα βασικό δικαίωμα τους: το προνόμιο της δημιουργίας τόσων χρημάτων, όσων έχουν ανάγκη οι οικονομίες τους. Έτσι, για να μπορέσει σήμερα η Ρωσία να δημιουργήσει 66 ρούβλια, θα πρέπει να εισάγει υποχρεωτικά 1 δολάριο (ισοτιμία) – ενώ στην αντίθετη περίπτωση, όταν δηλαδή η Ρωσία πρέπει να εξάγει χρήματα λόγω της πτώσης των τιμών του πετρελαίου κοκ., τότε πρέπει να χρησιμοποιήσει τα συναλλαγματικά αποθέματα της κεντρικής της τράπεζας.

Ειδικότερα, τα συναλλαγματικά αποθέματα οδηγούνται στο χρηματιστήριο, όπου αγοράζονται ρούβλια έναντι δολαρίων – τα οποία (δολάρια) στη συνέχεια εγκαταλείπουν τη χώρα για τη διενέργεια των πληρωμών της. Τα ρούβλια τώρα που αγοράζει έναντι δολαρίων η κεντρική τράπεζα, ουσιαστικά τα καταστρέφει – οπότε μειώνεται ανάλογα η συνολική ποσότητα χρήματος στη Ρωσία, γεγονός που επεξηγεί γιατί έχει μειωθεί η ρευστότητα στην αγορά της, όταν ξεκίνησε η κρίση.

Σε τελική ανάλυση λοιπόν τόσο η Ρωσία, όσο και όλες οι άλλες χώρες, πληρώνουν φόρο υποτελείας στις Η.Π.Α., μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος – όπως κάποτε οι κατακτημένες από τη Ρώμη χώρες. Όσο περισσότερα κερδίζει δε μία χώρα από το εξωτερικό της εμπόριο, συνήθως από τις εξαγωγές της στις Η.Π.Α., τόσο περισσότερο φόρο πληρώνει – όπως τεκμηριώνεται από το ύψος των χρεών της υπερδύναμης απέναντι στην Κίνα και στην Ιαπωνία.

Επομένως, έχουν χάσει όλες οι χώρες τον πόλεμο με τις Η.Π.Α., όπου η Ρωσία θεωρεί υπαίτιο της ήττας της τον Γκορμπατσόφ – ενώ δεν υπάρχει καμία αμφιβολία σχετικά με το ότι, η ευημερία της Δύσης στηρίζεται κυρίως στο σύστημα που έχει επιβάλλει. Το σύστημα αυτό αποτελεί την ατμομηχανή της προόδου της, η οποία σέρνει όλα τα υπόλοιπα βαγόνια – όπως είναι τα μηχανήματα που παράγει, η τεχνολογία, τα όπλα, οι νεωτερισμοί κοκ.

Ολοκληρώνοντας, η Ρωσία θέλει να απελευθερωθεί από το σύστημα, θεωρώντας το ως μία μεγάλη απάτη εις βάρος της – η Κίνα και οι υπόλοιπες BRICS επίσης. Όποιος όμως σχεδιάζει κάτι τέτοιο, κατηγορείται ως τρομοκράτης ή δικτάτορας – με αποτέλεσμα να δέχεται τη στρατιωτική επίθεση του ΝΑΤΟ, με στόχο να αποκατασταθεί η δημοκρατία στη χώρα του!

Αυτό συνέβη στη Λιβύη και στο Ιράκ (και οι δύο δολοφονημένοι ηγέτες σχεδίαζαν να σταματήσουν τις συναλλαγές πετρελαίου έναντι δολαρίων), ενώ ο πρόεδρος Putin είναι βέβαιος πως θα έλθει πολύ σύντομα η σειρά του – οπότε ήδη προετοιμάζεται για τη μάχη των μαχών, την οποία πολύ δύσκολα θα κερδίσει.


.Επίλογος

Τον τελευταίο καιρό διαπιστώνει κανείς ανάλογες κινήσεις στην Ελλάδα, οι οποίες βέβαια δεν είναι συνειδητές – αφού οι αναφορές σε εθνικό νόμισμα (άρθρο) σημαίνουν ουσιαστικά ότι, η χώρα μας θα έπρεπε να ανακτήσει την ανεξαρτησία της από το τοκογλυφικό δυτικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, εθνικοποιώντας επί πλέον την κεντρική της τράπεζα, όπως σχεδιάζει η Ρωσία.

Προφανώς ένα τέτοιο εγχείρημα για ένα κράτος που έχει πλέον απολέσει εντελώς την εθνική του κυριαρχία, ενώ είναι ήδη κάτι περισσότερο από χρεοκοπημένο, με μηδενική στρατιωτική ισχύ συγκριτικά με την  υπερδύναμη, δεν είναι καθόλου εύκολο – χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια πως δεν θεωρούμε καλοπροαίρετες τις προθέσεις όλων αυτών που τάσσονται υπέρ ενός πραγματικά εθνικού νομίσματος (όχι απλά της δυτικής δραχμής).

Εμείς πάντως προτιμούμε να είμαστε ρεαλιστές, αποφεύγοντας αυτού του είδους τις υπερβολές – οι οποίες ακούγονται μεν ευχάριστα, ιδιαίτερα όταν συνοδεύονται από υποσχέσεις περί μη πληρωμής των χρεών, με τη βοήθεια του Διεθνούς Δικαίου (το οποίο μάλλον δεν εφαρμόσθηκε στην πρώην Γιουγκοσλαβία, στο Ιράκ, στη Λιβύη κοκ.), αλλά απέχουν πολύ από την πραγματικότητα.

Πέμπτη 21 Απριλίου 2016

Η ευνομία δεν είναι καταστολή κ. Τσίπρα

Του Γιάννη Σιδέρη
Πηγή: capital.gr 

Μια ρόδινη κατάσταση, διανθισμένη με στομφώδη τρόπο, περιέγραψε ο πρωθυπουργός κατά τη χθεσινή συζήτηση στη Βουλή για την ασφάλεια. «Οι πολίτες του κόσμου, τα μάτια της ανθρωπότητας, είναι στραμμένα εδώ και δακρύζουν από συγκίνηση και δέος στην προσπάθεια των Ελλήνων πολιτών να υπερασπιστούν αξίες όπως η αλληλεγγύη και η ανθρωπιά», είπε.

Ο κ. Τσίπρας κατέφυγε σε γεγονότα πέραν της κυβερνητικής δράσης, προκειμένου να διασκεδάσει τις εντυπώσεις για την ανυπαρξία της, για την κυβερνητική ραθυμία δέκα μηνών, στο προσφυγικό. Με θριαμβικούς τόνους αναφέρθηκε στην επίσκεψη των Πατριάρχη και Πάπα, ο οποίος «μας επιφύλαξε την ύψιστη τιμή με την επίσκεψή του στη Λέσβο και του οφείλουμε την ευγνωμοσύνη μας, διότι ανέδειξε τη χώρα διεθνώς. Η χώρα μας, η Ελλάδα, η λέξη «Ελλάδα» στη συνείδηση των πολιτών του κόσμου γίνεται έννοια ταυτόσημη της αλληλεγγύης και της ανθρωπιάς (…) Και αναρωτιέμαι: Είναι ή δεν είναι λόγος υπερηφάνειας για κάθε Ελληνίδα, για κάθε Έλληνα;», είπε με στόμφο.

Τσάμπα κυβερνητικός «ανθρωπισμός» στις πλάτες των εθελοντών
Όμως η «αλληλεγγύη και ανθρωπιά», η ανθρωπιστική συμπεριφορά που επέδειξαν αρχικά οι νησιώτες, αποτελεί λόγο τιμητικής αναφοράς τους, αλλά δεν αφορά την κυβερνητική πολιτική. Οι κάτοικοι με τον ανθρωπισμό τους αναπλήρωσαν αυτά που δεν έκανε το κράτος με την αμεριμνησία των πολιτικών του ταγών, οι οποίοι άνοιξαν τα σύνορα, άφηναν πονηρώς τους μετανάστες να «εξαφανίζονται» μέσω της δυτικής οδού των βορείων συνόρων, και έτσι καθησύχαζαν τη διεθνιστική τους πολιτική και τον τσάμπα ανθρωπισμό τους.
Όταν τα σύνορα έκλεισαν φάνηκε η έλλειψη στοιχειώδους προγραμματισμού, η ιδεοληψία, το ξάφνιασμα, η ανικανότητα.

Ο Πάπας δεν ήρθε για να μας τιμήσει, αλλά για να συμπαρασταθεί στους πρόσφυγες.
Όσο για την επίσκεψη του Πάπα, την οποία θέλησε να την παρουσιάσει περίπου ως θετικό στοιχείο στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής, αυτή είναι πέραν του να μας περιποιεί ή όχι τιμή. Ήρθε να συμπαρασταθεί σε ανθρώπους χειμαζόμενους. Άλλοι δραπέτευσαν από πολέμους, άλλοι ως μετανάστες παράτυποι, κυνηγώντας το οικονομικό μια φαντασιακή ζωή που δεν θα βρουν, βρέθηκαν να ζουν σε απάνθρωπες συνθήκες, ακριβώς γιατί το κράτος που τους έδωσε σήμα να έρθουν δεν μπορούσε να ικανοποιήσει τις στοιχειώδεις συνθήκες διαβίωσης. Γι' αυτό ήρθε ο Πάπας. Επειδή είναι άνθρωποι που δυστυχούν. Και δυστυχούν –και– επειδή το απαθές κράτος παρέδωσε τα κλειδιά στις κάθε είδους ΜΚΟ, από τις γνωστές και σεβαστές, έως τις τυχάρπαστες και ύποπτες.

Πέραν των όμορφων λόγων, υπάρχει η πραγματικότητα
Πέραν όμως των συγκινητικών και πανανθρώπινων συναισθημάτων που ανέφερε ο κ. Τσίπρας, υπάρχει η πραγματικότητα με τα «ξεροκέφαλα γεγονότα». Το Ελληνικό και η επιστολή προς τον ίδιο των πέντε δημάρχων (Φαλήρου, Αλίμου, Γλυφάδας, Ελληνικού-Αργυρούπολης, Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης), οι οποίοι ύψωσαν κραυγή αγωνίας, τονίζοντας ότι «οι συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί είναι «εκτός ελέγχου» και «εγκυμονούν τεράστιους κινδύνους για τη δημόσια υγεία και ασφάλεια».
Υπάρχει και η εκπεφρασμένη ανησυχία του δημάρχου Παιονίας, όπου ανήκει η κοινότητα Ειδομένης, ότι οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής «προμηθεύονται» όπλα από ανασφάλεια…
Υπάρχει ή ήδη εκδηλούμενη δυσανεξία που θα υποκαταστήσει σταδιακά τον αρχικό συγκινησιακό ανθρωπισμό των νησιωτών –το είδαμε σε πορείες και διαδηλώσεις.
Όταν οι πρόσφυγες μετανάστες καταλαμβάνουν οδικές αρτηρίες και εμποδίζουν τους πολίτες στη μετακίνησή τους, η μετάβαση από την αλληλεγγύη στην δυσανεξία και από κει στη χειροδικία δεν απέχουν πολύ.
Όταν οι μετανάστες συνεχίζουν να έχουν κλεισμένη για 34 - 35 μέρες (χάθηκε ο λογαριασμός) τη σιδηροδρομική γραμμή της Ειδομένης, η απόσταση από την αποδοχή και συμπαράσταση ως την εχθρότητα δεν απέχουν πολύ.
Σαφώς δεν φταίνε οι μετανάστες/πρόσφυγες. Άνθρωποι απελπισμένοι είναι, πέρασαν σαράντα κάματα, κυνηγώντας ένα όνειρο που τώρα βλέπουν να αποκόβεται με συρματοπλέγματα, δακρυγόνα, ξύλο και πλαστικές σφαίρες.

Η ελλιπής κατανόηση περί ευνομίας, προερχόμενη από την εποχή του «χωροφύλακα»
Αυτό όμως δεν δικαιολογεί την κυβέρνηση να αρνείται να επιβάλλει την ευνομία. Το ίδιο θα ίσχυε αν στη θέση των προσφύγων/μεταναστών ήταν ομάδα Ελλήνων που έκλεινε ετσιθελικά δρόμους και σιδηροδρομικές γραμμές για τόσες ημέρες, στραγγαλίζοντας την οικονομία της περιοχής, και όχι μόνο –εδώ ακόμη με τους αγρότες και το κλείσιμο των δρόμων, υπήρξε κάποια δυσαρέσκεια από το κοινωνικό σύνολο, παρότι οι μέρες ήταν λιγότερες και παρότι η συμπεριφορά τους είναι…εθιμική, άρα γνωστή και ενσωματωμένη στους τρόπους συλλογικών διεκδικήσεων.
Η κυβέρνηση έχει μια ελλιπή κατανόηση περί ευνομίας. Η κουλτούρα της, ο εθισμός στη χρόνια διαμαρτυρία, οι κληρονομημένες ιστορικές καταβολές από την εποχή του «χωροφύλακα», την οδηγούν να ταυτίζει κάθε επιβολή του νόμου με καταστολή. Τάσσεται όπερ της πρόληψης και όχι της καταστολής, όπως είπε χθες ο πρωθυπουργός. Δεν κατανοεί ότι ακριβώς πρόληψη είναι η απαγόρευση του κλεισίματος των δρόμων, πρόληψη είναι η απελευθέρωση της σιδηροδρομικής γραμμής, πρόληψη είναι η ταχύτατη αποσυμφόρηση του Ελληνικού.
Πρόληψη ενάντια στη δημιουργία κοινωνικής δυσαρέσκειας, στη δημιουργία ξενοφοβίας, ακροδεξιών συμπεριφορών και τάσεων, πρόληψη στην τροφοδότηση της Χρυσής Αυγής με αγανακτισμένους πολίτες…
Στο τέλος η κυβέρνηση –επειδή έχει εύκολο τον πολιτικό μεταμορφισμό– όταν τα προβλήματα θα εκτραχυνθούν, θα αναγκαστεί να ακολουθήσει –και θα ακολουθήσει– σκληρά μέτρα καταστολής, επειδή τώρα αποφεύγει την στοιχειώδη επιβολή του νόμου. Και μάλλον θα το κάνει εύκολα, όπως εύκολα βάζει φόρους και ΕΝΦΙΑ, απαιτώντας να πληρώσουν αυτούς που είχε συμμάχους της, έκλειναν δρόμους και φώναζαν «Δεν πληρώνω»...

Η υπόθεση Φαμπρ ο πολιτιστικός ιμπεριαλισμός και ο πολιτιστικός ραγιαδισμός

Πηγή: ΑΡΔΗΝ

Αναδημοσιεύουμε το κείμενο της Mari-Mai Corbel γιατί, αν και Γαλλίδα, απέδωσε πολύ καλύτερα από τους περισσότερους Έλληνες κριτικούς την ουσία της υπόθεσης Φαμπρ. Παραθέτουμε και την απάντηση του περιοδικού στις αντιρρήσεις της Ρένας Δούρου για τον ρόλο του αδερφού της στο υπουργείο Πολιτισμού. 

Mouvement: Η αλαζονεία του Φαμπρ και ο πολιτιστικός εκμηδενισμός της κυβέρνησης Τσίπρα. Ολόκληρο το πολυσυζητημένο άρθρο του γαλλικού περιοδικού για την υπόθεση Φαμπρ
1
Της Mari-Mai Corbel από το γαλλικό περιοδικό mouvement.net. Τη μετάφραση στα ελληνικά την βρήκαμε στο lifo.gr 

Παράδοξα, όλα είναι παράδοξα σε αυτή την υπόθεση του Φεστιβάλ Αθηνών στην οποία ενεπλάκη ο Γιαν Φαμπρ. Στο βαθμό που δεν μπορώ παρά να σκεφτώ και την υπόθεση του ΟΧΙ της 5ης Ιουλίου 2015, το οποίο μετετράπη στο ακριβώς αντίθετο του μέσα σε λιγότερο από δέκα ημέρες. Η ανακοίνωση της επιλογής του Γιαν Φαμπρ στα μέσα Φεβρoυαρίου ήταν πολλά υποσχόμενη. Ήταν αδύνατον να φαντασθεί κανείς τότε πως ο Γιαν Φαμπρ δεν θα είχε κανένα ενδιαφέρον για την σύγχρονη ελληνική δημιουργία. Εξίσου αδύνατον ήταν να φανταστεί κανείς πως ο Γιαν Φαμπρ θα σκεφτόταν να αναλάβει αυτή την περίοπτη θέση στο ελληνικό καλλιτεχνικό τοπίο μη γνωρίζοντας το παραμικρό γι’ αυτό. Αδύνατον διότι οι ευρωπαϊκοί, για να μην πούμε οι διεθνείς καλλιτεχνικοί κύκλοι, είναι πορώδεις, πραγματικές κυψέλες. Επίσης, πολυάριθμοι Ευρωπαίοι σκηνοθέτες και χορογράφοι περνούν από την Αθήνα, όχι μόνο για να παίξουν στο φεστιβάλ. Κι ωστόσο, στην συνέντευξη τύπου της 30ης Μαρτίου που έλαβε χώρα με δόξα και τιμή στο Μουσείο της Ακροπόλεως, με προσκλητήριο μάλιστα (κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί) και όπου δεν κλήθηκε κανένας Έλληνας καλλιτέχνης, παραδέχθηκε πως δεν είχε ιδέα. Παράδοξο κι εξίσου απίστευτο.
 Απίστευτο πρόγραμμα. Η δημοσιοποίηση του καλλιτεχνικού προγράμματος του Γιαν Φαμπρ κυκλοφόρησε σαν αστραπή στους ευρωπαϊκούς καλλιτεχνικούς κύκλους μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, προκαλώντας πολυάριθμες πτώσεις από τα σύννεφα σε κάθε ανάγνωση του. Η λιγότερο κακή ερμηνεία για τον Γιαν Φαμπρ είναι να φανταστεί κανείς πως η διάνοια αυτή, απορροφημένη και όντας στον κόσμο του, δεν είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει τις δοκιμασίες της ελληνικής πολιτικής ούτε τις ευρωκρατικές δολιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ούτε τις αθλιότητες του ΔΝΤ απέναντι στο μικρό αυτό κράτος στην άκρη των Βαλκανίων. Θα είχε μείνει στις 25 Ιανουαρίου, στην νίκη του Αλέξη Τσίπρα και της ριζοσπαστικής αριστεράς στην μυθική κοιτίδα της δημοκρατίας. Μία καθαρή αφήγηση στην οποία εκείνος θα προσέθετε το δικό του κομμάτι. Ένα κομμάτι καλλιτεχνικής αρωγής στους φτωχούς Έλληνες καλλιτέχνες που έχουν θαφτεί στην Αθήνα. Ένα κομμάτι που θα άνοιγε τα μάτια ενός κοινού που στερείται τον καλλιτεχνικό φλαμανδικό πλούτο. Κομμάτι συνεισφοράς πολυπολιτισμικού κεφαλαίου, το οποίο εξάλλου αποτέλεσε και το θέμα της συνέντευξης τύπου του. Ο Γιαν Φαμπρ, με την άγνοια του της ελληνικής κατάστασης, δεν υπολόγισε πως το πρόγραμμα του, το οποίο και θα εκθέσω στη συνέχεια, θα μπορούσε να έχει δύσοσμα ψήγματα αποικιοκρατίας στο συγκεκριμένο ελληνικό πολιτικό και ιστορικό πλαίσιο. Αναμφισβήτητα αυτός ο επαγγελματίας της πρόκλησης θα φανταζόταν πως θα δώσει το αναγκαίο λάκτισμα στην ελληνική αισθητική μυρμηγκοφωλιά παρότι ο ίδιος δεν είχε ιδέα περί τίνος πρόκειται, γεγονός που αποδεικνύει πως είχε αμετακίνητες προκαταλήψεις. Αναμφισβήτητα φαντάστηκε πως θα ξεκινούσε μία αναζωογονητική αισθητική διένεξη που θα του θύμιζε τα νιάτα του… Όμως δεν είχε ανθρώπους να τον πληροφορήσουν. Την μεθεπόμενη της συνέντευξης τύπου, την Παρασκευή 1η Απριλίου, έλαβε χώρα στο θέατρο Σφενδόνη μία γενική συνέλευση. Πρωταπριλιάτικα, συνετάχθησαν δύο επιστολές που εστάλησαν η μία στο Γιαν Φαμπρ δηλώνοντας πως με την συμπεριφορά του είχε καταστήσει εαυτόν “persona non grata για το φεστιβάλ”, και μία δεύτερη στον Υπουργό Πολιτισμού Αριστείδη Μπαλτά, ζητώντας την παραίτηση του. Μέσα στη νύχτα τα τηλέφωνα των ελληνικών και ευρωπαϊκών καλλιτεχνικών κύκλων πήραν φωτιά. Το επόμενο πρωινό ο Γιαν Φαμπρ παραιτήθηκε με μία κακία που δεν απείχε της δουλικότητας που είχε επιδείξει προς τους πολιτικούς κύκλους που τον είχαν διορίσει, και θα επανέλθω επ’ αυτού, επιχειρηματολογώντας πως δεν επιθυμούσε “την εργασία σε ένα επιθετικό καλλιτεχνικό περιβάλλον”, εκείνος που είχε έλθει με “το πνεύμα και την καρδιά ανοιχτά”. Κάποιες φορές νομίζουμε πως ονειρευόμαστε. Όμως η αχίλλειος πτέρνα κάποιων ιδιοφυϊών είναι ότι ζούνε εγωκεντρικά σε έναν κόσμο απομακρυσμένο από την πραγματικότητα, μη γνωρίζοντας ούτε καν την δική τους και την προσωπικότητα τους.
  Όποιος κι αν διαβάσει αυτό το καλλιτεχνικό πρόγραμμα, μαντεύει πως γράφτηκε στο πόδι και το πολύ σε 48 ώρες. Ο Γιαν Φαμπρ εξάλλου παραδέχθηκε στην συνέντευξη τύπου του, περιστοιχιζόμενος από την φλαμανδική ομάδα του, πως “δεν είχε τον χρόνο” να συναντήσει καλλιτέχνες και να δει έργα. Μη έχοντας τον χρόνο να ενημερωθεί σε “τοπική” κλίμακα, ο Γιαν Φαμπρ πρότεινε την έξωση κάθε ανεξάρτητης ελληνικής δημιουργίας από τον πρώτο χρόνο. Έμεναν οι προγραμματισμένες παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου, της Λυρικής Σκηνής, του ΚΘΒΕ και της ΚΟΕ. Αυτό εννοούσε εκείνος με “το πνεύμα και την καρδιά ανοιχτά”. Ποζάροντας μπροστά από το Ηρώδειο όπου έχουν δοθεί τόσες πολιτικές συναυλίες (εδώ, το 1974 μία ανάμνηση με τον Μίκη Θεοδωράκη, εθνική προσωπικότητα χωρίς αντιστοιχία στην Γαλλία) με μία βελγική σημαία στο βάθος, ο Γιαν Φαμπρ χαμογελά ευτυχής που φέρνει το βελγικό πνεύμα και την πολυπολιτισμικότητα στην ελληνική κοινωνία, για να την βοηθήσει στον περίπλου του δύσκολου κάβου της παγκοσμιοποίησης. Αυτό ήταν το πρόγραμμα του. Ένα πρόγραμμα που στόχευε το 2019 να δημιουργηθεί ένα “Ελληνικό Matrix”, με νέους Έλληνες καλλιτέχνες τους οποίους θα έχει προηγουμένως επιλέξει και καταρτίσει. Νεοφιλελεύθερη βία από μία κλίκα καλλιτεχνών της δεκαετίας του 1980. Θα θυμίσω πως η ιστορία της ταινίας Matrix βασίζεται σε ένα πρόσωπο που ανακαλύπτει ερχόμενο σε επαφή με την εικονική πραγματικότητα ότι εκείνο που ζει είναι το εικονικό, κι εκείνο που θεωρούσε εικονικό είναι η αληθινή πραγματικότητα… Δηλαδή, αγαπητοί Έλληνες, ακόμα κοιμάστε κι ονειρεύεστε, αλλά σύντομα η ΕΕ και οι ΗΠΑ από πίσω θα σας εξηγήσουν το όνειρο.     Από το 2017 το πρόγραμμα θα άνοιγε ώστε να συμμετέχουν οι νέοι Έλληνες καλλιτέχνες σε ποσοστό 30%. Η ποσόστωση αυτή, πολυπολιτισμική ώστε να διασφαλίσει σε μία εθνοτική μειονότητα, κι ας ζητωκραυγάσουμε εδώ, μία ελάχιστη εκπροσώπηση σε ένα φεστιβάλ όπου μέχρι τούδε αποτελούσε το 80% του προγράμματος. Δεν επρόκειτο καθόλου όμως για την διασφάλιση της συμμετοχής κατά το ένα τρίτο ελληνικών έργων, μα καθόλου. Επρόκειτο για την στρατολόγηση νεαρών Ελλήνων καλλιτεχνών (όπου μάλιστα διευκρινιζόταν ότι θα έπρεπε να είναι κάτω των 30 ετών) ώστε να ενσωματωθούν στις διανομές διεθνώς αναγνωρισμένων καλλιτεχνών που θα προσκαλούσε ο Γιαν Φαμπρ. Για τον σκοπό αυτό καμιά πενηνταριά νεαρών Ελλήνων καλλιτεχνών θα “επιλέγονταν” και θα καταρτίζονταν μέσω master classes και σεμιναρίων από καλλιτέχνες και πάλι διεθνούς φήμης. Για να υποστηριχθεί η κατάρτιση τους, κι εδώ έχουμε μια ζουμερή λεπτομέρεια, οι ευτυχείς επιλεχθέντες θα λάβουν επτά εισιτήρια για το φεστιβάλ, ούτε καν ένα πάσο. Τέτοιες ζουμερές λεπτομέρειες υπήρχαν μπόλικες. Θα πρέπει να αναφερθούμε στη μερίδα του λέοντος που επιφύλαξε ο Γιαν Φαμπρ για τον εαυτό του, οικειοποιούμενος τα εγκαίνια του νέου Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης για να εκθέσει το σύνολο των πλαστικών έργων του από την δεκαετία του 1970, η ιδέα πίσω από αυτό είναι να εισαχθεί το κοινό στο “φαμπρικό” σύμπαν ή και η ποπ και τζαζ μουσική που είναι η αγαπημένη του. Θα σταματήσω όμως εδώ για να μην βυθίσω το κείμενο αυτό από τα φλαμανδικά άχθη. Γιατί νομίζω το πιάσατε το πνεύμα.
Αναφορά ονομάτων προς εντυπωσιασμό, (Isabelle Huppert, Bob Wilson), περιορισμός της βελγικής σκηνής σε κάποια γηρασμένα φλαμανδικά ονόματα (Anna Teresa De Keersmaker, Jan Lauwers, Sidi Labi Cherkaoui) και σε μία συγκεκριμένη γενιά της Αμβέρσας της οποίας το πολιτικό DNA δεν θα αναφέρουμε εδώ η οποία βρίσκει τοίχο στην σκηνή των Βρυξελλών και στην γενιά κάτω των 50 ετών, πνεύμα τυχοδιωκτικό, βολτούλα φιλανθρωπική με τους υπεύθυνους του προσφυγικού στρατοπέδου στον Πειραιά ακολουθώντας τα βήματα της Αντζελίνα Τζολί ή της Βανέσα Ρεντγκρέϊβ, και ιδού δύο φαμπρικές δημιουργίες, μέ ένα βλέμμα τουλάχιστον λεπταίσθητο στον ελληνικό πολιτισμό (Όρος Όλυμπος, Προς Δόξα της Λατρείας της Τραγωδίας. Μια 24ωρη περφόρμανς), ακόμα πιο λεπταίσθητη δεδομένης της ομολογούμενης άγνοιας του Γιαν Φαμπρ για τον συγκεκριμένο πολιτισμό, λεπταίσθητη διότι για ακόμη μία φορά η Ελλάδα μειώνεται σε ένα φολκλορικό στερεότυπο (σάτιρα του χορού συρτάκι από την ταινία Ζορμπάς) ή των τραγικών της αρχαιοτήτων (την ΤΡΑΓΩΔΙΑ).
Για ακόμα μία φορά η Ελλάδα χρησιμεύει ως προβολή της καταπιεσμένης ταυτότητας των Βορειοευρωπαίων. Κι είναι που μπορούμε να συσχετίσουμε την κατάπληξη που νιώθουμε από την απερίσκεπτη επίσκεψη αστραπή ενός Γιαν Φαμπρ με εκείνη που νιώσαμε μετά τις 13 Ιουλίου 2015 και την καταναγκαστική ψήφιση ενός τρίτου μνημονίου, χειρότερου από τα προηγούμενα, κι εκείνη που συνεχίζουμε να νιώθουμε απέναντι στην εμμονή της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διαλύσει την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Η Ελλάδα, δυστυχώς για την ίδια, με την Ακρόπολη και την Επίδαυρό της, χρησιμεύει ως μέσο πολιτισμικής νομιμοποίησης σε πολλούς Δυτικοευρωπαίους του Βορρά οι οποίοι μάλλον είναι βαρβαρικής προελεύσεως εξάλλου… Παλιά ιστορία η οποία προφανώς δύσκολα χωνεύεται. Σ’ έναν κόσμο όπου η ισχύς αποκτάται ελάχιστα βάσει δεξιοτήτων και εξίσου λίγο μέσω λαϊκής νομιμοποίησης στους ευρωκρατικούς κύκλους, τι καλύτερο από την οικειοποίηση αυτών των πολιτισμικών ελληνικών για την επίτευξη της αυτο-νομιμοποίησης; Μόνο που ανάμεσα σε αυτές τις αρχαίες και τις σημερινές πηγές παρεμβάλλεται ολόκληρη η βυζαντινή ιστορία, η σύγχρονη ιστορία καθώς και η βαλκανική ιστορία την οποία σε μεγάλο βαθμό ο βορράς περιθωριοποιεί ή περιφρονεί. Κι έτσι, η πολυπολιτισμικότητα που προτίθετο να μεταδώσει στην ελληνική κοινωνία ήταν τουλάχιστον ανεπιθύμητη.
Από την βυζαντινή αυτοκρατορία, περνώντας από την οθωμανική αυτοκρατορία και το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, τα Βαλκάνια δεν έπαψαν να είναι ένα χωνευτήρι πολιτισμικών, γλωσσολογικών και θρησκευτικών στοιχείων. Επιπλέον, όσοι γνωρίζουν την ελληνική ιστορία γνωρίζουν πως η ελάχιστα κεκαλυμμένη πρακτική του προτεκτοράτου των Δυνάμεων (ρωσσικών, γερμανικών, αγγλικών, γαλλικών) που επέβαλλε διάφορες πολιτιστικές συμπεριφορές ακόμα και δια σιδήρου, είναι συνδεδεμένη με εξορίες. Η ελληνική διασπορά διατηρεί ισχυρούς δεσμούς σε ολόκληρο τον κόσμο. Από την πολιτική των μνημονίων κι έκτοτε πάνω από 200.000 νέοι έχουν διασπαρεί ανά την υφήλιο και στην Ευρώπη και αναζωογόνησαν, αν μου επιτρέπετε την έκφραση, αυτή την διασπορά. Και για να επιστρέψουμε στην καλλιτεχνική σκηνή, η γενιά της δεκαετίας του 1990, την οποία συνάντησα το 2014 κατά την διάρκεια ενός ρεπορτάζ για τους ανεξάρτητους Έλληνες καλλιτέχνες, στην πλειοψηφία της έχει σπουδάσει στις ΗΠΑ, την Αγγλία, τη Γερμανία και τη Γαλλία, δημιουργώντας διεθνείς καλλιτεχνικούς δεσμούς κατ΄ αυτόν τον τρόπο. Για να μην μιλήσουμε για τους προγόνους τους (μουσικούς, τραγουδιστές, συγγραφείς, κινηματογραφιστές, θεατράνθρωπους) οι οποίοι είχαν εξαναγκαστεί σε αυτοεξορία στη Γαλλία ή τη Γερμανία για πολιτικούς λόγους.
  Ας ανασκαλέψουμε λίγο αυτή την πολυπολιτισμικότητα του Φαμπρ, κι ας αφήσουμε στην άκρη το βλακώδες γεγονός ότι επρόκειτο για την επιβολή μιας βελγικής μονοπολιτισμικότητας. Πρόκειται για έναν παλιό αταβισμό αποικιοκρατικού έθνους που ορίζεται από την απουσία ενδιαφέροντος για την μειονοτική γλώσσα του άλλου, την πολυπλοκότητα της ιστορίας του και του πολιτισμού του προκειμένου να μεταλαμπαδεύσει ΤΟΝ πολιτισμό (στην παρούσα περίπτωση τον ευρωπαϊκό, και κρατάμε την κοιλιά μας από τα γέλια) σε αυτόν τον “άλλον”, κι εδώ, μιλάμε για τον “Έλληνα”

Να του φέρει την νέα πολυπολιτισμική κουλτούρα, την “υπόσχεση” που μας ευαγγελίζει η “παγκοσμιοποίηση” σύμφωνα με τα λόγια του Φαμπρ. Ας αφήσουμε κατά μέρους ότι αυτή η νέα πολυπολιτισμική κουλτούρα ουσιαστικά περιορίζεται σε έναν εξαμερικανισμό του τρόπου ζωής και τον ευτελισμό των περιφερειακών πολιτισμών σε μεταμοντέρνα φολκλορικά σύμβολα, κατά το μάλλον ή το ήττον διασκεδαστικά και άνευ ουσίας. Η απόδειξη αυτού είναι η προκλητική φωτογραφία υπό την σκέπη της οποίας έδωσε ο Γιαν Φαμπρ την συνέντευξη τύπου του, υποδειγματική κατ’ αυτόν εικόνα, ασύλληπτη εικόνα, δηλαδή την φωτογραφία της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου του Βελγίου, τους Κόκκινους Διαβόλους. Οι Κόκκινοι Διάβολοι, πλάκα κάνουμε. Το πρόσχημα ήταν ότι μιλάνε τρεις γλώσσες και έχουν διαφορετικού χρώματος δέρμα, αλλά εν τέλει τι κάνουν εκτός από το να αριστεύουν σε ένα άθλημα που δεν είναι παρά μια εντυπωσιακή βιομηχανία που εκμεταλλεύεται τα χαμηλότερα εθνικιστικά ένστικτα; Μία μονοδιάστατη αρρενωπή δραστηριότητα, εύκολα εξαγώγιμη, η οποία ομοιογενοποιεί τα σώματα σε μία πανομοιότυπη πειθαρχία, χωρίς ίχνος διαλόγου πέραν των λακτισμάτων στην μπάλα. Τρέμουμε στη ιδέα του τι θα μπορούσε να προσθέσει ο κοσμικός Φαμπρ, ο αριστοκράτης των ξέφρενων νυχτών του 1980, ο ειδικός των ιδιωτικών σουαρέ, ο εραστής της πολυτέλειας, ο χλιδάτος γόης, στο λαϊκό ποδόσφαιρο. Ας το προσπεράσουμε λοιπόν κι ας εξετάσουμε την ελληνική πλευρά.
  Τυγχάνει και μία εβδομάδα προ του βελγικού σκανδάλου εορταζόταν η εθνική εορτήτης 25ης Μαρτίου. Επ’ ευκαιρία της επετείου αυτής συνηθίζεται η διεξαγωγή πέραν της στρατιωτικής παρέλασης και η σχολική παρέλαση. Οι μαθητές φορούν επάνω λευκή μπούζα και από κάτω έχουν την ευχέρεια να φορέσουν κοντή φούστα, μακριά φούστα, παντελόνι, χρώματος μπλε. Ο Υπουργός Εθνικής Παιδείας όμως είχε συμπεριλάβει στην παρέλαση και μία μαθήτρια με μαντήλα με την μακριά μαύρη φούστα της, κι έναν μαθητή πακιστανικής καταγωγής με μαύρο τουρμπάνι Σιχ, σχολιάζοντας πως είναι πια καιρός για μια πολυπολιτισμική κοινωνία. Για δες.
  Σαφώς και η αλαζονική άγνοια του Γιαν Φαμπρ είναι ασυγχώρητη, αλλά μπορούμε να εικάσουμε κάποια πράγματα για το παρασκήνιο στα του φεστιβάλ, από την απομάκρυνση του Γιώργου Λούκου ως τον διορισμό του Γιαν Φαμπρ, όταν γνωρίζουμε πως από πλευράς Υπουργείου Πολιτισμού και του κύκλου του Τσίπρα, υπάρχει συγκεκριμένη ιδεολογία. Μια ιδεολογία που συμβαδίζει με την εμμονή του να παραμείνουν μέσα στα πράγματα σε ότι αφορά το ευρώ και να υποκύψουν στους ευρωκράτες, καθώς η ελληνική αγωνία είναι μπας και θεωρηθούν μη ευρωπαίοι, μη δυτικοί, δηλαδή όχι σύγχρονοι και οπισθοδρομικοί. Μια ιδεολογία που υιοθετεί την μαγική λέξη “μεταρρυθμίσεις” (που καθορίζει ένα νεοφιλελεύθερο καθεστώς όπου το κοινωνικό κράτος διαλύεται και σκληραίνει το φορολογικό καθεστώς ώσπου αυτό να καταστεί συντριπτικό) δικαιολογώντας ταυτόχρονα την πώληση δημόσιων αγαθών ως και παραλίες και νησιά σε “ξένους επενδυτές”. “Δεν είμαι ειδικός αλλά ο Φαμπρ είναι ο άνθρωπος που κατορθώνει να πραγματώσει την κανοτομία ταυτόχρονα σε όλες τις μορφές τέχνης. Γνωρίζει πως αυτό σημαίνει παγκοσμιοποίηση και προσπαθεί να μεταγγίσει το έργο του σε όλη την Ευρώπη. Ο Γιαν Φαμπρ καλείται να οδηγήσει την Ελλάδα στο επίκεντρο του παγκόσμιου γίγνεσθαι ως ισότιμο εταίρο δήλωσε ο υπουργός πολιτισμούς Αριστείδης Μπαλτάς, εμπρηστικός, χωρίς να αμελήσει να αναφέρει τον Σπινόζα ως Φλαμανδό, αγνοώντας όμως πως ο Σπινόζα είχε διδαχθεί τα αρχαία ελληνικά στην Βενετία από έναν ορθόδοξο καλόγερο ο οποίος είχε διαφύγει της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Η ιδεολογία του “εκσυγχρονισμού δια της παγκοσμιοποίησης”, η οποία στην Ελλάδα γνωρίζει απήχηση δια της ματιάς που ρίχνουν οι ίδιοι οι Έλληνες στον εαυτό τους μέσα από τον παραμορφωτικό καθρέπτη που κρατούν μπροστά τους οι Βορειοευρωπαίοι, έναν καθρέφτη διαστροφικό και παραμορφωμένο από έναν μοχθηρό ρατσισμό απέναντι στο γεγονός πως οι κληρονόμοι της Ακροπόλεως δεν μιλούν πια αρχαία ελληνικά (όχι, μη γελάτε), ούτε φοράνε τηβέννους (αυτοί οι αισθησιακοί, τεμπέληδες, βυζαντινοί, απατεώνες, κλέφτες, σπάταλοι κ.ο.κ. Έλληνες)

Ναι, καταλαβαίνω, είναι οδυνηρό αλλά το χειρότερο που μπορεί να συμβεί στους εκ Δυσμάς επισκέπτες είναι να αντιληφθούν πως τόσο η Οδύσσεια, όσο και η ελληνική μυθολογία επιβιώνουν σε μεγάλο βαθμό στη σύγχρονη κουλτούρα – με δυσκολία τολμώ να αρθρώσω την λέξη “λαϊκή” καθώς θα πλήξει τόσο τα δυτικά σας στερεότυπα. Οι τραγωδίες είναι τόσο γνωστές όσο και, κάτι που αγνοούν οι βόρειοι, οι κωμωδίες (κι έτσι το βίντεο του Όρους Όλυμπος του Γιαν Φαμπρ όχι μόνο δεν σόκαρε κανέναν στην πραγματικότητα αλλά προκάλεσε έντονο γέλιο) και κάτι ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι πως το ελληνικό θεατρόφιλο κοινό προσέρχεται αθρόα ανεξαρτήτως του χώρου ή του name dropping

Τέλος, αυτό το σύνολο έργων τους ανήκει ακόμα. Ναι, είναι εντυπωσιακό, μένουμε άπραγοι αλλά ο μοντερνισμός έπιασε. Από την άποψη αυτή το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου εξακολουθεί να είναι το φεστιβάλ “τους”. Η γιορτή τους. Όπως μου είπε ένας φίλος καλλιτέχνης, είναι εξαιρετικά πιθανό ο Γιαν Φαμπρ να μην συνάντησε παρά κάποιους από την νομενκλατούρα του Τσίπρα, οι οποίοι να άφησαν να εννοηθεί πως οι λαϊκοί Έλληνες είναι αταβιστικά εθνικιστές, ελαφρώς νοσταλγικοί μιας παρωχημένης κουλτούρας (ξανά και ξανά ο Μίκης Θεοδωράκης και τα ποιήματα του!), και πως είναι επείγουσα ανάγκη να τους απαλλάξουν από τα δεινά αυτά με μία καλή θεραπευτική δόση μοντερνουά τέχνης και με φλαμανδικό νυστέρι παλιάς αξιόπιστης τζαζ (στο μουσικό πρόγραμμα του Γιαν Φαμπρ).
    Η ερμηνεία του ελληνικού εθνικισμού, αν υπάρχει τέτοιος, βρίσκεται στους αντίποδες της ερμηνείας του φλαμανδικού, γερμανικού ή γαλλικού εθνικισμού, δηλαδή αποικιοκρατικών εθνών. Πάντα στην Ελλάδα η υπεράσπιση του έθνους προκύπτει μέσα από εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα ενάντια στους κατοχείς, και στη συνέχεια ενάντια στα προτεκτοράτα με πιο πρόσφατο το ευρωγερμανικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ευρώ. 

Στην Ελλάδα οι ελίτ περιφρονούσαν την χώρα τους, ώστε να δικαιολογούν τη συνεργασία τους με τα ξένα συμφέροντα, δέσμιες της δουλοπρέπειας, συχνά διεφθαρμένης και μπολιασμένης με το κόμπλεξ του αποικημένου που ονειρεύεται να εκσυγχρονισθεί, να εξευρωπαϊστεί, να δυτικοποιηθεί. Με την τρέχουσα προσφυγική κρίση όμως η λαϊκή αντίσταση στις εθνικιστικές και ξενόφοβες κορώνες έγινε μάθημα για τα μεγάλα, τόσο πολιτισμένα βορειοευρωπαϊκά κράτη. Σημειώνω πως οι επιπτώσεις των πολιτιστικών πολιτικών στην Γαλλία, όπως και σχεδόν σε όλη την Ευρώπη εδώ και δεκαπέντε χρόνια, έχουν ως αποτέλεσμα τον παραγκωνισμό της σύγχρονης ανεξάρτητης παραγωγής. Μία δημιουργία που προκύπτει από την κριτική θεάματος, που επιζητά τον επαναπροσδιορισμό της θέσης του θεατή, και συχνά προτιμά τα μικρά ονόματα από τα μεγάλα σόου. Μια δημιουργία που προσπαθεί θέσει να αποφύγει τα βίαια νεοφιλελεύθερα κύματα που παρασέρνουν το θέατρο και τον χορό στη λογική της αγοράς, όπου η μοίρα του ονόματος του καλλιτέχνη είναι εκείνη της μάρκας και του σταρ, περιφρονώντας την πραγματικότητα της καλλιτεχνικής εργασίας, που αναγκαστικά είναι συλλογική. 

Αν δούμε ψυχρά το πρόγραμμα του Γιαν Φαμπρ αντιλαμβανόμαστε ότι είχε ως πρόθεση να διαλύσει αυτή την ανεξάρτητη ελληνική παραγωγή η οποία αναδύεται στο εξωτερικό, ώστε να δημιουργήσει ένα τάγμα ερμηνευτών του δικού του ύφους, του εντυπωσιασμού που εδράζεται στη μάρκα “Γιαν Φαμπρ”. Μια μάρκα που στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη μηντιακή οργάνωση της προώθησής του μέσα από βιβλία, άρθρα κουτσομπολίστικου ύφους (όπως εκείνο για την επέτειο της εταιρείας του στις 27 Μαρτίου με 600 καλεσμένους σελέμπριτι) και μία ρήξη με τους κριτικούς. Διότι, και αυτό είναι το σημαντικό, προκειμένου να κρυφτεί η ανέχεια των προϋπολογισμών για τον πολιτισμό στους οποίους η Ελλάδα θριαμβεύει, η τρόϊκα είχε επιβάλλει το 2011 την εξάλειψη κατά 100% των επιδοτήσεων προς τις ανεξάρτητες θεατρικές ομάδες, αρκεί να διατηρηθούν κάποιες εντυπωσιακές παραγωγές με διεθνή ονόματα (τα οποία γηράσκουν), ονοματα διεθνώς γνωστά με παγιέτες και αποδεκτές μάρκες εύκολες στην προώθηση και από εκεί κι έπειτα η καλλιτεχνική ερημοποίηση θα περάσει απαρατήρητη. Πραγματική απατεωνιά που ταιριάζει με εκείνες των πολιτικών αντιπροσώπων μας, οι οποίοι έχουν με την σειρά τους γίνει σελέμπριτι.
Τι ήρθε λοιπόν να κάνει μέσα σε όλα αυτά ο Γιαν Φαμπρ; Δεν είναι δυνατόν να αγνοήσει κανείς το μέγεθος του σκανδάλου αποδίδοντας το απλά σε συνδυασμό αγαρμποσύνης και χυδαιότητας. Υπάρχει κάτι ευρωκρατικό στον αέρα, στην επιτάχυνση της Ιστορίας, που προξενεί την περιφρόνηση της αργής και υπομονετικής δουλειάς των καλλιτεχνών, των περίπλοκων αυτών συνδέσμων που δένονται με το κοινό, της δύσκολης εργασίας του καλλιτεχνικού μοντερνισμού που αποπειράται να μεταφράσει σε σύγχρονη σημειολογική γλώσσα τα διαχρονικά στοιχεία της ανθρώπινης ζωής. Και επιτέλους είτε εξοικονομούμε αυτές τις κοπιώδεις πολιτιστικές ανταλλαγές είτε στην συνάντηση με τον άλλο πολιτισμό που συναντούμε τον εαυτό μας, γινόμαστε ο άλλος που πάντα ήμασταν σε κάποιο βαθμό. Στο πνεύμα αυτό θα μπορούσαμε να φανταστούμε κάποιον άλλο διευθυντή να καταφθάνει εδώ, χωρίς να γνωρίζει τίποτα, να κερδίσει το στοίχημα της συνάντησης με την άλλη γλώσσα, τον άλλο πολιτισμό που έχει υφανθεί από πολλές και διάφορες πολιτισμικές πηγές. Θα μπορούσε να το κάνει αυτό, χάρη και στον περιορισμένο προϋπολογισμό του. 

Θα μπορούσε να πει πως αυτά τα λιγοστά 400.000 ευρώ θα χρησίμευαν για μια προκήρυξη διαγωνισμού που θα καλούσε Έλληνες και Βαλκάνιους καλλιτέχνες να δημιουργήσουν μαζί του και στο πλευρό του, σε εργαστήρια, να πει πως θέλει να ξεχάσει όσα γνωρίζει και να βυθιστεί στην ελληνική λογοτεχνία, 

Να μεταφράσει στα φλαμανδικά ελληνικά έργα, 

Να συναντήσει μουσικούς, Έλληνες πλαστικούς καλλιτέχνες κλπ. 

Να αναζητήσει νέους χώρους στην Αθήνα, η οποία βρίθει επιλογών. 

Να οργανώσει ένα forum για να συζητηθεί ένα νέο φεστιβαλικό πρόγραμμα, να διερωτηθεί επί της κριτικής του πολιτισμού, να επανατοποθετήσει την έννοια της ευρωπαϊκής κουλτούρας σε σχέση με την περίπλοκη ελληνική σημειολογία. 

Και εκεί να προσκαλέσει Ευρωπαίους καλλιτέχνες σε ένα brain storming. 

“Τα χρήματα δεν είναι τόσο σημαντικά, μπορείς να στήσεις ένα εντυπωσιακό φεστιβάλ με ένα ευρώ” δήλωσε στην συνέντευξη τύπου, τρομακτικό σημείο της εξωπραγματικής υπερβολής του. Σημειώνω επίσης πως στο άλλοθι της απουσίας χρόνου νιώθει κανείς μια νευρωτική κούραση (σήμερα δεν έκανα τίποτα, αλλά αύριο θα δουλέψω), μια σχετική κατάθλιψη της επιθυμίας. Ναι. Ο Γιαν Φαμπρ θα μπορούσε να δουλέψει. Για τον λόγο αυτόν, το βελγικό ανέκδοτο που ήταν πιο σύντομο προτεκτοράτο που γνώρισε ποτέ η Ελλάδα στην ιστορία της, κρύβεται μεγάλη θλίψη. Δεν γνωρίζω καν αν παρά τις βέβαιες συνέπειες του ωστικού κύματος αυτού του σκανδάλου στους ευρωπαϊκούς καλλιτεχνικούς κύκλους, το μάθημα θα γίνει αντιληπτό. Και τι θ’ απογίνει το Φεστιβάλ Αθηνών; 

Το ότι σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα η κυβέρνηση του Τσίπρα κατόρθωσε να εκμηδενίσει το υπομονετικό και προσεκτικό έργο του Γιώργου Λούκου, με μία μεταμαρξιστική κίνηση του παρελθόντος, που έριξε στην αβεβαιότητα μια ιστορία εξήντα ετών, και όλα αυτά σε συνδυασμό με τις εγχώριες πολιτικές δολοπλοκίες που αποδίδονται σε κάποιον Παναγιώτη Δούρο, μας αφήνουν εμβρόντητους. Και μένει το άγνωστο, η αφετηρία μιας άλλης εποχής, το κενό ενός φεστιβάλ που θα πορευτεί με μπαλώματα, ίσως ήρθε κι ο καιρός για να δοθεί ένα λάκτισμα στην μυρμηγκοφωλιά του δημόσιου ευρωπαϊκού πολιτισμού.
  Ύστατο μάθημα των Ελλήνων καλλιτεχνών, αυθόρμητο, η ενωτική, δημοκρατική συνέλευση για να ξεσηκωθούν ενάντια σε εκείνους που βλέπουν ακόμα τον εαυτό τους ως ευγενείς καλλιτέχνες, περήφανοι που στέκονται πλάι στα σελέμπριτι της ευρωπαϊκής σκηνής. Η Αθήνα, ανυπότακτη, τον έστειλε μέσα σε λιγότερο από 48 ώρες να επιδείξει αλλού την αρρενωπότητα του. Μένει μόνο αυτή η πίκρα εδώ, που δεν υποδέχθηκαν το “Διαφορετικό” και δεν τον γιόρτασαν (βέβαια δεν άφησε κανένα περιθώριο για μια κοινή γιορτή). Αυτή είναι η πιο θλιβερή σιωπή την οποία μοιραζόμαστε εδώ.   Αθήνα, 4 Απριλίου 2016.
 Mετάφραση, επιμέλεια: The LifoTeam
H διαμαρτυρία της Ρένας Δούρου: 
“Στο άρθρο-ποταμός που αφιερώνει στην υπόθεση Γιαν Φαμπρ, ο ιδρυτής της έκδοσης σας Jean-Marc Adolphe αναφέρεται στη συγγένεια του κου Παναγιώτη Δούρου με την Περιφερειάρχη Αττικής, κα. Ρένα Δούρου, υπονοώντας πως χάρη σε αυτή την σχέση ο κ. Παναγιώτης Δούρος έγινε διευθυντής του γραφείου του νυν υπουργού Πολιτισμού, κυρίου Μπαλτά,  όπως ήταν και επί του προκατόχου του, κυρίου Ξυδάκη. Συγκεκριμένα ο κ. Adolphe γράφει : “και ακόμα και επί Σύριζα, ο νεποτισμός δεν εξαφανίσθηκε από την ελληνική πολιτική σφαίρα.” Το συμπέρασμα αυτό είναι τελείως λανθασμένο και αβάσιμο. Η Περιφερειάρχης Δούρου δεν παρενέβη ποτέ με οιονδήποτε τρόπο ώστε να διορισθεί ο κύριος Δούρος στην θέση του διευθυντή του γραφείου του υπουργού Πολιτισμού. Ο κ. Δούρος υπήρξε επί σειρά ετών ο στενότερος συνεργάτης του κου. Γιώργου Λούκου, τέως διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών και επιλέχθηκε για την θέση αυτή χάρη στις εξειδικευμένες σπουδές του και την γνώση του στον τομέα του πολιτισμού, πολύ πριν την εκλογή της Ρένας Δούρου στην θέση της Περιφερειάρχη της Αττικής, τον Μάϊο του 2014. Εξάλλου γι’αυτό επιλέχθηκε, ως έμπειρο στέλεχος του Φεστιβάλ Αθηνών, από δύο διαδοχικούς υπουργούς Πολιτισμού ώστε να διατελέσει διευθυντής του υπουργικού γραφείου. Αυτό αποδεικνύει πως δεν υπάρχει ίχνος… νεποτισμού σχετικά με τον διορισμό του ως επικεφαλής του γραφείου του Υπουργού Πολιτισμού. Το να λέγεται πως ο διορισμός του είναι καρπός της συγγένειας του με την κα Ρ. Δούρου είναι μία παρανόηση που προφανώς οφείλεται σε κατακερματισμένη πληροφόρηση εκ μέρους του κ. Adolphe.” Το γραφείο τύπου της Περιφέρειας Αττικής ζητά συνεπώς από το Mouvement να “διορθώσει αυτή την ανακρίβεια” και να “ξεκαθαρίσει το ζήτημα στους αναγνώστες του.” Συνεπώς θεωρώ καθήκον μου να διευκρινίσω κάποια σημεία.
Η απάντηση του περιοδικού: 
Mea culpa, καταρχάς: εξαιτίας της κατακερματισμένης πληροφόρησης μου κατά την σύνταξη του άρθρου έκανα το εξής λάθος: έγραψα “Διευθυντής του γραφείου του Έλληνα υπουργού Πολιτισμού στην κυβέρνηση του συντηρητικού Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά [ο Παναγιώτης Δούρος] παραδόξως διατήρησε την θέση του στην κυβέρνηση Σύριζα, διαδοχικά επί υπουργίας Νίκου Ξυδάκη (τον Ιανουάριο 2015) και σήμερα επί Αριστείδη Μπαλτά.” Έκανα λάθος: ο Παναγιώτης Δούρος δεν μπήκε στο Υπουργείο Πολιτισμού παρά τον Ιανουάριο του 2015, ως διευθυντής του γραφείου του υπουργού Νίκου Ξυδάκη, δηλαδή μερικούς μήνες έπειτα από την εκλογή της αδελφής του, Ρένας Δούρου, ως Περιφερειάρχη Αττικής. Έχοντας πραγματοποιήσει λοιπόν αυτή την διόρθωση, ας προχωρήσουμε σε κάποιες περαιτέρω διευκρινίσεις.
Αντιθέτως με όσα διατείνεται το γραφείο τύπου της Περιφέρειας Αττικής, ο Παναγιώτης Δούρος ποτέ δεν “υπήρξε επί σειρά ετών ο στενότερος συνεργάτης του κ. Γιώργου Λούκου, τέως διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών”. Είχε προσληφθεί στο Φεστιβάλ Αθηνών το 2005 από τον προκάτοχο του Γιώργου Λούκου, Γιάννη Καραχισαρίδη και στην συνέχεια “προήχθη” βοηθός της γραμματέως του κ. Λούκου. Το πλέον τεκμηριωμένο άρθρο στον ελληνικό τύπο σχετικά με τον Παναγιώτη Δούρο, με την υπογραφή του Ανδρέα Στασινού, αναφέρεται εξάλλου σε “έναν ταπεινό γραφειοκράτη” του Φεστιβάλ Αθηνών. Επιπλέον, αν ο Παναγιώτης Δούρος είχε υπάρξει “επί σειρά ετών ο στενότερος συνεργάτης του κ. Γιώργου Λούκου” θα ήταν τουλάχιστον εντυπωσιακό να μην είχε πληροφορηθεί τις λεγόμενες οικονομικές ατασθαλίες για τις οποίες κατηγορήθηκε ο κ. Λούκος ώστε να δικαιολογηθεί η απόλυση του (η δικαστική έρευνα που διεξήχθη δεν οδήγησε σε καμία κατηγορία, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα πως οι κατηγορίες αυτές δεν ήταν παρά προπέτασμα καπνού). Είναι παράξενο ωστόσο ο Γιώργος Λούκος να εκδιωχθεί τόσο βάναυσα και ο “στενότερος συνεργάτης του”, ο οποίος λίγους μήνες νωρίτερα είχε προαχθεί στην θέση του διευθυντή του γραφείου του υπουργού Πολιτισμού, διατηρώντας τον μισθό του από το Φεστιβάλ Αθηνών, όπως αποκάλυψε τον Νοέμβριο του 2015 ο ελληνικός τύπος!
Δεν αμφιβάλλουμε καθόλου για την ειλικρίνεια της πολιτικής δέσμευσης της Ρένας Δούρου στον Σύριζα. Σε ότι αφορά την υποψία του νεποτισμού σχετικά με τον διορισμό του αδελφού της στο υπουργείο Πολιτισμού, αυτό που κάναμε ήταν να αναπαράξουμε πληροφορίες που έχουν ήδη αναρτηθεί σε ελληνικά ειδησεογραφικά sites. Σε κάθε περίσταση η κα Δούρου εξανίσταται με την αμφισβήτηση της εντιμότητας της. Εξ ου και το διάβημα. Όμως το γραφείο τύπου της Περιφέρειας Αττικής αναφέρεται στις “εξειδικευμένες σπουδές” του Παναγιώτη Δούρου, “και την γνώση του στον τομέα του πολιτισμού, πολύ πριν την εκλογή της Ρένας Δούρου στην θέση της Περιφερειάρχη της Αττικής” και προσθέτει: “Εξάλλου γι’ αυτό επιλέχθηκε, ως έμπειρο στέλεχος του Φεστιβάλ Αθηνών, από δύο διαδοχικούς υπουργούς Πολιτισμού ώστε να διατελέσει διευθυντής του υπουργικού γραφείου.” Έμπειρο στέλεχος ή “ταπεινός γραφειοκράτης”; Οι αμφιβολίες εξακολουθούν να υφίστανται. Όσο για τις “εξειδικευμένες σπουδές” και “την γνώση του στον τομέα του πολιτισμού” θα εκτιμούσαμε περισσότερες πληροφορίες. Παραδόξως όμως στο διαδίκτυο δεν βρίσκουμε ίχνος τέτοιας προϋπηρεσίας, όπως είθισται για τους διευθύνοντες των γραφείων υπουργών Πολιτισμού. Επιπλέον, δεν βρίσκουμε κανένα απολύτως ίχνος στο διαδίκτυο οποιασδήποτε διακεκριμένης δραστηριότητας (όχι μόνο διακεκριμένης, αλλά και σκέτης δραστηριότητας) του Παναγιώτη Δούρου πριν από…το 2014. Αναγκαστικά αυτό μας βάζει ψύλλους στ’ αυτιά και καθιστά αμφίβολη την “εμπειρία” την οποία ισχυρίζεται πως διαθέτει…

Επιπλέον, και πέραν της απόλυσης του κ. Λούκου και κάποιων άλλων περιπετειών όπως η θύελλα περί “διπλού μισθού” που λαμβάνει (από το Υπ. Πολιτισμού και το Φεστιβάλ Αθηνών) και σχετικά με τις συνθήκες του “διορισμού” στο υπουργείο Πολιτισμού, το όνομα του Παναγιώτη Δούρου συνδέεται κυρίως με την δραστηριότητα του στον Ροταριανό Σύλλογο Φιλοθέης. Με εικόνες που δεν ανταποκρίνονται στις ιδέες που έχουμε για τον Σύριζα. Ιδού η περιγραφή μιας πολυτελούς τελετής του Ροταριανού Συλλόγου τον Ιούνιο του 2012, στο κομψό ξενοδοχείο Astir Palace Resort: “Οι πλούσιοι κήποι της ιδιωτικής χερσονήσου και η μαγευτική γαλάζια παλέτα του Σαρωνικού Κόλπου, αποτέλεσαν το σκηνικό που χάρισε σε 248 ροταριανούς και φίλους του Ρόταρυ μια βραδιά απόδρασης που ξεπερνά τα όρια της φαντασίας. Η άψογη φιλοξενία ξεκίνησε με αφρώδη οίνο και συνεχίστηκε στις όμορφα στολισμένες ροτόντες της πολυτελούς αίθουσας Alexander (…). Το δείπνο συνόδευσε τετραμελής ορχήστρα (…) σε ρυθμούς jazz. (…) Παράλληλα, παγωμένη μπύρα έρρεε άφθονη, καθώς στις βεράντες του Αρίωνα οι καλεσμένοι απολάμβαναν μια θέα πραγματικά μαγευτική”. Προφανώς στην Ελλάδα η κρίση δεν αφορά το σύνολο του πληθυσμού (εδώ οφείλουμε να πούμε πως η σαμπάνια είναι σπάνια, είναι απλησίαστη, αλλά ο αφρώδης οίνος θεωρείται οίνος πολυτελείας).
  Εντύπωση κάνουν επίσης κάποιες επαφές που διατηρεί ο Παναγιώτης Δούρος με προσωπικότητες που απέχουν κατά πολύ από το πνεύμα του Σύριζα, όπως ο Μάκης Βορίδης (ο οποίος έγινε δεκτός με μεγαλοπρέπεια από τον Ροταριανό Σύλλογο), του οποίου η ανάληψη του υπουργείου Υγείας τον Ιούνιο του 2014 είχε προκαλέσει αίσθηση: προερχόμενος από το ακροδεξιό κόμμα ΛΑΟΣ, ο δικηγόρος αυτός είχε κάνει τα πρώτα του πολιτικά βήματα από την νεολαία του ακροδεξιού κόμματος ΕΠΕΝ, έναν σχηματισμό που ιδρύθηκε μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα και διατηρούσε σχέσεις επί μακρόν με το Εθνικό Μέτωπο του Ζαν Μαρί Λε Πεν.
Εν τέλει το ερώτημα δεν είναι μάλλον τόσο το να γνωρίζουμε αν υπάρχει ή όχι “νεποτισμός”. Το ερώτημα δεν θα διατυπωνόταν καν αν οι σπουδές και η σταδιοδρομία του Παναγιώτη Δούρου ήταν αδιαμφισβήτητες. Νομιμοποιούμαστε όμως να αναρωτηθούμε τι δικαιολογει την παρουσία ενός τέτοιου προφίλ σε μία τόσο υψηλή θέση στους κυβερνητικούς κύκλους του Σύριζα.
Η ευθύνη του διοικητικού συμβουλίου του Φεστιβάλ Αθηνών και του Έλληνα υπουργού πολιτισμού είναι σαφής. Στην “Υπόθεση Γιαν Φαμπρ” όμως, η οποία μάλλον θα έπρεπε να αποκαλείται “υπόθεση του Φεστιβάλ Αθηνών”, ο ρόλος του Παναγιώτη Δούρου πόρρω απέχει από το να είναι η αποκλειστική ανωμαλία. Αυτό το Σάββατο 9 Απριλίου, σε μία ανοιχτή επιστολή του προς τους Έλληνες καλλιτέχνες που τον ανακήρυξαν “persona non grata” ο Γιαν Φαμπρ επανέρχεται επί μακρόν στο παρασκήνιο του φιάσκο που οδήγησε στην παραίτηση του, την επαύριο της συνέντευξης τύπου που έδωσε στην Αθήνα στις 29 του περασμένου Μαρτίου. Εκεί μαθαίνουμε διάφορα ενδιαφέροντα πράγματα: ο Γιαν Φαμπρ είχε ζητήσει να διοριστεί ως συνεργάτης του, “έναν Έλληνα καλλιτεχνικό επιμελητή για την επιλογή ελληνικών παραστάσεων για το φεστιβάλ του 2016, που θα μελετούσε τις υποβληθείσες προτάσεις και θα μας παρουσίαζε μια πρώτη επιλογή”. Όμως, συνεχίζει ο Γιαν Φαμπρ, το αίτημα αυτό “απορρίφθηκε από το νέο ΔΣ του Φεστιβάλ”. Είχε, προσθέτει, την διαβεβαίωση πως όλοι οι καλλιτέχνες που είχαν συμμετάσχει στην διοργάνωση του 2015 είχαν ενημερωθεί επ’ αυτού. Προφανώς αυτό δεν ίσχυε. Ο Γιαν Φαμπρ αναφέρει τέλος πως η συνέντευξη τύπου (της 29ης Μαρτίου) είχε διοργανωθεί απο το ΔΣ του Φεστιβάλ Αθηνών και το Υπουργείο Πολιτισμού, και πως εκ των υστέρων αντιλήφθηκε πως κανένας Έλληνας καλλιτέχνης δεν είχε προσκληθεί… Να λοιπόν αμέσως αμέσως κάποια σημεία για τα οποία τόσο οι Έλληνες καλλιτέχνες όσο και οι δημοσιογράφοι θα έπρεπε να βρούνε το κουράγιο να ρωτήσουν τον Αριστείδη Μπαλτά, υπουργό Πολιτισμού, εφόσον η αρμοδιότητα του εμπλέκεται άμεσα.
  Όμως αυτό δεν είναι όλο… Στην “ανοιχτή επιστολή” του, ο Γιαν Φαμπρ αποκαλύπτει πως η κα Λιάνα Θεοδωράτου επιλέχθηκε από το υπουργείο Πολιτισμού για να αναλάβει τον συντονισμό και την εκτελεστική διεύθυνση του Φεστιβάλ Αθηνών. Η πληροφορία αυτη, η οποία δεν προκαλεί έκπληξη, δεν είχε ως την στιγμή εκείνη αποτελέσει αντικείμενο καμίας επίσημης ανακοίνωσης. Ποια είναι λοιπόν η Λιάνα Θεοδωράτου; Καθηγήτρια ελληνικών σπουδών, διευθύνει το Πρόγραμμα Ωνάση του Κέντρου ελληνικών σπουδών του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. Και πλέον είναι αντιπρόεδρος του νέου ΔΣ του Φεστιβάλ Αθηνών, η σύνθεση του οποίου δεν δημοσιοποιήθηκε παρά λίγες ημέρες πριν από την περίφημη συνέντευξη τύπου της 29ης Μαρτίου. Είναι αδιανόητο όμως ένα πρόσωπο να είναι και αντιπρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου (προκείται για ελεγκτικό όργανο) ενός οργανισμού ενός φεστιβάλ και “διευθύντρια εκτέλεσης” του ιδίου φεστιβάλ. Επιπλέον δεν αντιλαμβανόμαστε πως είναι δυνατόν να αναλάβει την εκτελεστική διεύθυνση ενός μεγάλου διεθνούς φεστιβάλ συνεχίζοντας την επαγγελματική της σταδιοδρομία στις Ηνωμένες Πολιτείες…η κα Θεοδωράτου διαθέτει το χάρισμα της πανταχού παρουσίας;
Η Λιάνα Θεοδωράτου αγκαλιά με την Ρένα Δούρου στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, Απρίλιος 2015.  
Δίχως να αμφισβητούμε τις ακαδημαϊκές τις γνώσεις, αναμφίβολα τα αίτια της ξαφνικής ανόδου της Λιάνας Θεοδωράτου, η οποία δεν έχει στο παρελθόν ποτέ υπάρξει διευθύντρια πολιστικού οργανισμού. Στον κύκλο γνωριμιών της όμως συναντούμε… ξανά την Περιφερειάρχη Αττικής Ρένα Δούρου, την οποία καλωσόρισε εγκάρδια στην Νέα Υόρκη τον Απρίλιο του 2012 (έναν μήνα πριν την εκλογή της Ρένας Δούρου ως βουλευτή) και ξανά τον Απρίλιο του 2015.  Κυρίως όμως συναντάμε ξανά τον…Αριστείδη Μπαλτά, νυν υπουργό Πολιτισμού. Ο Αριστείδης Μπαλτάς εξάλλου δεν κρύβει τους στενούς και παλαιόθεν δεσμούς του με την Λιάνα Θεοδωράτου στον πρόλογο του βιβλίου του Peeling Potatoes or Grinding Lenses. Spinoza and Young Wittgenstein Converse on Immanence and Its Logic, το οποίο δημοσιεύθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2012 από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις του Πιτσμπουργκ το 1984-1985, όπου ο Αριστείδης Μπαλτάς δεν φείδεται επαίνων για την “συντροφικότητα” της Λιάνας Θεοδωράτου: “Επιμελήθηκε όχι μόνο των συνεδρίων και των παρουσιάσεων, αλλά και των προσκλήσεων, δείπνων, γευμάτων, προγευμάτων, τουριστικών δραστηριοτήτων και θεατρικών εξόδων.”
Αντιλαμβανόμαστε πως ο Αριστείδης Μπαλτάς πιθανά νιώθει υπόχρεος προς την Λιάνα Θεοδωράτου, αλλά από εκεί ως το να της αναθέσει και την αντιπροεδρία, και την εκτελεστική διεύθυνσης ενός διεθνούς φεστιβαλ… Το μυστήριο πυκνώνει ακόμα περισσότερο σε ότι αφορά τον Γιώργο Αντωνακόπουλο, ο οποίος πλέον προεδρευει του ΔΣ  του Φεστιβάλ Αθηνών. Ο Παναγιώτης Δούρος εισήγαγε αυτόν τον νεαρό δικηγόρο των 40 ετών, ο οποίος περιγράφεται ως “φιλοδοξος και αυταρχικός”, και ενίοτε “ευγενής” (να αναφέρουμε πως είχε συγκαλέσει μία συνάντηση με καλλιτέχνες και τελικά τους “έστησε” χωρίς όχι μόνο να τους ειδοποιήσει, αλλά ούτε καν να ζητήσει συγγνώμη), στο διοικητικό συμβούλιο του Φεστιβάλ Αθηνών το 2015, ως αντικάταστάτη ενός μέλους που παραιτήθηκε. Συναρτήσει ποίων ικανοτήτων και περγαμηνών; Ουδείς γνωρίζει. Είναι παντελώς άγνωστος στους ελληνικούς πολιτιστικούς κύκλους και, όπως και στην περίπτωση του Παναγιώτη Δούρου, δεν μπορεί κανείς να βασιστεί στο διαδίκτυο ώστε να ενημερωθεί περισσότερο σχετικά με το πρόσωπο του και τα “ανδραγαθήματα” του παρελθόντος του.
  Έτσι, το Φεστιβάλ ξαναπερνά στον ασφυκτικό έλεγχο της κυβέρνησης
Και τέλος λίγα λόγια για τον σκηνοθέτη Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο, που κλήθηκε πυροσβεστικά να αντικαταστήσει τον Γιαν Φαμπρ. Πέραν του ότι θεωρείται φίλα προσκείμενος στον Σύριζα, οι παλαιότερες παραστάσεις του δεν θεωρούνται ιστορικές και η μόνη γλώσσα που μιλάει είναι τα ελληνικά, στοιχεία που δεν φαντάζουν και το καλύτερο ατού για την ανάληψη της διεύθυνσης ενός διεθνούς φεστιβάλ.
Το φιάσκο του διορισμού/παράιτησης του Γιαν Φαμπρ, τα “μπερδέματα” και τα “κολλητηλίκια” που αποκαλύπτει αυτή η έρευνα, μαρτυρούν τουλάχιστον έναν ανησυχητικό υπουργικό ερασιτεχνισμό. Στο βάθος όμως, υπάρχει κάτι πιο ανησυχητικό, του οποίου σύμπτωμα είναι η ιστορία του Φεστιβάλ Αθηνών. Το Φεστιβάλ ιδρύθηκε το 1955, επί πρωθυπουργίας Κωνσταντίνου Καραμανλή. Τίθεται υπό την αιγίδα του Υπουργείου Τουρισμού, και η μοναδική του φιλοδοξία είναι να αποτελέσει “βιτρίνα” χωρίς ιδιαίτερες καλλιτεχνικές φιλοδοξίες. Όταν το σύνταγμα του 1975, επιτέλους εγκαθιδρύει την Ελλάδα ως κοινοβουλευτική δημοκρατία, το Φεστιβάλ Αθηνών παραμένει υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης, και πρέπει να περιμένουμε το 1998, ώστε να τεθεί υπό τη αιγίδα ενός οργανισμού με την επωνυμία “Ελληνικό Φεστιβάλ”. Ένας νέος σταθμός στην ιστορία του είναι το 2005, όταν ο Γιώργος Λούκος, διευθυντής του Μπαλέτου της Όπερας της Λυών προσκαλείται για να βγάλει το φεστιβάλ από την ναφθαλίνη.
Σήμερα, η “υπόθεση Γιαν Φαμπρ”, η οποία σχολιάσθηκε στον παγκόσμιο Τύπο (μέχρι και στους New York Times), κρύβει μία άλλη υπόθεση: την ανάληψη εκ νέου από την πολιτική εξουσία των ηνίων ενός φεστιβάλ που είχε αρχίσει να κερδίζει την ανεξαρτησία του. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο οι υποψίες νεποτισμού και οι αυθαίρετοι διορισμοί προκαλούν δηλητηριώδεις συνέπειες. Ο Σύριζα ωστόσο είχε κάνει φλάμπουρο του την διαφάνεια της δημόσιας ζωής και την μάχη κατά της διαφθοράς. Αν διαβάσει όμως κανείς την μακρά και έντονη ανοιχτή επιστολή της βουλευτού Ζωής Κωνσταντοπούλου προς τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, πόρρω απέχουμε από κάτι τέτοιο…
Και ο πολιτισμός μέσα σε όλα αυτα; Θα ήλπιζε κανείς πως η κυβέρνηση του Σύριζα θα καταπιανόταν με τον εκδημοκρατισμό των δομών. Από απόσταση μπορεί κάποιος να έχει την εντύπωση πως η ελληνική καλλιτεχνική ζωή περιορίζεται σε κάποιους μεγάλους οπισθοδρομικούς θεσμούς. Στην πραγματικότητα υπάρχει ένα σημαντικότατο φυτώριο ανεξάρτητων ομάδων (κάτι που μαρτυρά εξάλλου και η πρόσφατη ανάδυση σκηνοθετών και χορογράφων που χαίρουν αναγνώρισης από τις διεθνείς σκηνές). Είναι περιττό να αναφέρουμε πως σε μία εξαιρετικά δύσκολη οικονομική κατάσταση οι καλλιτέχνες αυτοί δεν είναι προνομιούχοι, και τα μέσα παραγωγής τους είναι ιδιαίτερα περιορισμένα: δεν λείπουν μόνο τα χρήματα, αλλά και οι χώροι, τα μέσα προβολής κλπ.
Οποιαδήποτε κυβέρνηση, ακόμα περισσότερο αν αυτοαποκαλείται “προοδευτική”, θα έπρεπε να αναγνωρίσει μέσα σε αυτό το καλλιτεχνικό και πολιτιστικό φυτώριο την υπέροχη ευκαιρία να ανορθώσει την χώρα. Δεν είναι βέβαιο ότι ο νυν υπουργός Πολιτισμού Αριστειδης Μπαλτάς διαθέτει την διαύγεια, ή τις ικανότητες και ακόμα την πολιτική θέληση να χαράξει τον δρόμο αυτόν, σε συνεργασία με τους καλλιτέχνες και τους πολιτιστικούς φορείς που δίνουν την μάχη αυτή καθημερινά.
Είναι τόσο πιο άνετο να χρησιμοποιείς την εξουσία για να διαπραγματευθείς διορισμούς μεταξύ φίλων και να φυλάξεις για κάποιους προνομιούχους  τα υπόλοιπα κομμάτια της πίτας. Από τον κακά προετοιμασμένο διορισμό του Γιαν Φαμπρ, στον εσπευσμένο του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, η “υπόθεση του Φεστιβάλ Αθηνών” είναι απελπιστική για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρώπη (ή εν πάσει περιπτώσει εκείνη την Ευρώπη που δεν ταυτίζεται με τους τεχνοκράτες και τους πολιτικούς και τα καρικατουρίστικα στερεότυπα που αναπαράγουν για τους Έλληνες, αλλά την δική μας, που θαυμάζει το πνεύμα αλληλεγγύης, ανθρωπισμού και φιλοξενίας που παρουσιάζει ο ελληνικός λαός προς τους πρόσφυγες).
Οι Έλληνες καλλιτέχνες μοιάζουν να μην υποκύπτουν. Συγκεντρώθηκαν στις 2 Απριλίου στο Θέατρο Σφενδόνη σε γενική συνέλευση, ζητώντας την παραίτηση του Γιαν Φαμπρ και του υπουργού Πολιτισμού, Αριστείδη Μπαλτά. Έχουν ήδη κατακτήσει το ήμισυ των αιτημάτων τους και θα συναντηθούν ξανά αυτή την Τετάρτη, 13 Απριλίου. Όμως με ή χωρις υπουργό, γνωρίζουν πως τις διαμαρτυρίες πρέπει να διαδεχθεί μία πλατφόρμα προτάσεων και πρωτοβουλιών ώστε οι συνθήκες της καλλιτεχνικής δημιουργιας στην Ελλάδα να μεταμορφωθούν ριζικά και να μην αφεθούν ποτέ ξανά στα χέρια ανίκανων πολιτικών και των σκιωδών ανδρών (η γυναικών) τους.

Μετάφραση: The LIFO Team To άρθρο στα γαλλικά, ΕΔΩ Πηγή: www.lifo.gr